ΑΛΒΑΝΙΑ, ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ, ΕΡΕΥΝΑ,
Πρόκειται για πανσπερμία φυλών (σλάβων, βλάχων κ.λπ.), που ήρθαν στην περιοχή μεταγενέστερα Επινόηση του σύγχρονου αλβανικού εθνικισμού η δήθεν ευγενής καταγωγή τους γράφει: Αρβανίτης Γιώργος Η καταγωγή των αλβανών είναι ομιχλώδης. Αν και ορισμένοι επιστήμονες υποστηρίζουν, ότι είναι απόγονοι των ιλλυριών, άλλοι υποστηρίζουν, ότι ήρθαν πολύ μεταγενέστερα μετά την εξαφάνιση των ιλλυριών από τους σλάβους. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, οι σλάβοι εξαφάνισαν τους ιλλυριούς κι έκτισαν πόλεις στην περιοχή, εξ ου και τα σλάβικα τοπωνύμια στην Αλβανία. Όσο για τους ιλλυριούς, τα στοιχεία για τη γλώσσα τους δεν είναι πολλά. Δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις για την ταύτιση της αλβανικής με την ιλλυρική. Γλωσσολογικά αυτό μάλλον δεν στέκει, αφού η ιλλυρική ανήκει στην Centum κατηγορία των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών (λένε το 100 με κ, σαν τους ρωμιούς), ενώ η αλβανική ανήκει στην Satem κατηγορία (λένε το 100 με τσ και οχι με κ). Υπάρχει επίσης η θεωρία, ότι η αλβανική γλώσσα δεν προέρχεται από την ιλλυρική, αλλά από τη θρακική, αφού η θρακική ήταν γλώσσα Satem, όπως και η αλβανική. Η αλβανική γλώσσα ως γνωστόν δεν διαθέτει δική της θαλασσινή ορολογία (οι ιλλυριοί ήταν γνωστοί ιστορικά σαν δεινοί πειρατές. Τη θαλασσινή της ορολογία την έχει δανειστεί εξ ολοκλήρου, ακόμη και για τα ψάρια, από τη νέα ελληνική και την ιταλική. Επομένως, οι αλβανοί από την περιοχή που προήλθαν δεν είχαν επαφή με τη θάλασσα και φυσικά δεν είναι αυτόχθονες και απόγονοι των ιλλυριών. Στο άρθρο αυτό θα δείξουμε, ότι η αρχική κοιτίδα των αλβανών ήταν κατά πάσα πιθανότητα η σημερινή περιοχή της Ρουμανίας, αν και υπάρχει μια μη ακαδημαϊκή άποψη, ότι οι αλβανοί ήρθαν από τον Καύκασο, μια θεωρία όμως, που δεν στηρίζεται σε επαρκή στοιχεία, αλλά υποστηρίζεται περισσότερο από εθνικιστικούς κύκλους γειτονικών προς την Αλβανία χωρών. Όποια και αν ήταν η πρωταρχική κοιτίδα των αλβανών, οι αλβανοί εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Αλβανία τον μεσαίωνα, σε μια περίοδο, όπου δεν ζούσαν στην περιοχή ιλλυριοί, αλλά σλάβοι, κέλτες και βλάχοι. Επομένως, οι αλβανοί είναι ένας νεότερος βαλκανικός λαός, χωρίς βάθος ιστορίας, όπως υποστηρίζει η κρατικοεθνικιστική ιστορία της Αλβανίας. Η εξαφάνιση των αρχαίων ηπειρωτών και των αρχαίων ιλλυριώνΜια από τις μεγαλύτερες φαντασιώσεις των αλβανών είναι, ότι κατάγονται από τους ιλλυριούς, τους ηπειρώτες και τους πελασγούς. Φυσικά, για τους πελασγούς το αφήνουμε ασχολίαστο, αφού οι πελασγοί ζούσαν στην περιοχή του Αιγαίου και όχι στην περιοχή της Αλβανίας και εξαφανίστηκαν με τον ερχομό των ελλήνων τη δεύτερη χιλιετία π.Χ.. Οι πελασγοί ήταν μη ινδοευρωπαϊκά φύλα πιθανώς χαμιτικής καταγωγής προερχόμενα από την Αίγυπτο. Αντίθετα, οι έλληνες και οι ιλλυριοί ήταν ινδοευρωπαϊκά φύλα, που ήρθαν στα Βαλκάνια. Επομένως, η θεωρία των αλβανών, ότι τα πελασγικά ήταν αλβανικά / ιλλυρικά ή των ελλήνων, ότι τα πελασγικά ήταν αρχαϊκά ελληνικά στερείται σοβαρότητας. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Στάλες του ποταμού Πολιτισμός). Ας αναφερθούμε όμως και στη φαντασίωση των αλβανών, ότι είναι απόγονοι των αρχαίων ηπειρωτών, ανάλογη φαντασίωση με αυτή των σύγχρονων ρωμιών. Πρώτον, να διευκρινίσουμε, ότι οι αρχαίοι ηπειρώτες δεν ήταν ούτε έλληνες ούτε ιλλυριοί, αλλά κάποιο φύλο, που μιλούσε μια γλώσσα, που έχει χαθεί. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τους αρχαίους έλληνες συγγραφείς, που δεν θεωρούσαν τους ηπειρώτες ούτε ως έλληνες ούτε ως ιλλυριούς. Για παράδειγμα, ο Στράβων γράφει, ότι «Έφορος μεν ουν αρχήν είναι της Ελλάδος την Ακαρνανίαν φησίν από των εσπερίων μερών. Ταύτην γαρ συνάπτειν πρώτην τοις Ηπειρωτικοίς έθνεσιν» (Η΄ 1.3), δηλαδή η αρχή της Ελλάδας ήταν η Ακαρνανία και τα ηπειρωτικά έθνη ήταν κάτι διαφορετικό από τα ελληνικά έθνη. Ο Θουκυδίδης έγραψε ότι οι χάονες ήταν βάρβαροι (Β΄ 80). Βασισμένοι σε αυτά και άλλα παρόμοια αποσπάσματα οι αλβανοί φαντασιώνονται, ότι οι ηπειρώτες ήταν ιλλυριοί, και άρα πρόγονοί τους. Όμως τα αρχαία κείμενα ξεκάθαρα διαχωρίζουν τους ιλλυριούς από τους ηπειρώτες. Ο Σκύλαξ έγραψε: «Μετά δε τους ιλλυριούς, χάονες». Ό,τι όμως και να ήταν οι αρχαίοι ηπειρώτες, οι σύγχρονοι αλβανοί και ρωμιοί δεν έχουν την παραμικρή φυλετική σχέση με αυτούς, αφού οι αρχαίοι ηπειρώτες εξαφανίστηκαν. Η Ήπειρος υποτάχθηκε το 176 π.Χ. στους ρωμαίους. Η υποταγή αυτή ακολουθήθηκε από μια πρωτοφανή εξόντωση του αρχαίου πληθυσμού της, εξόντωση, που είναι ιστορικά διαπιστωμένη. Συγκεκριμένα το 176 π.Χ. ο Αιμίλιος Παύλος μετά από διαταγή της ρωμαϊκής συγκλήτου κατέστρεψε 70 πολίσματα και εξανδραπόδισε συνολικά 150.000 κατοίκους από τη Μολοσσίδα (νομός Ιωαννίνων), την Κασωπία (νομός Άρτας και Πρεβέζης) και ένα μέρος της Θεσπρωτίας. Η εξόντωση του ηπειρωτικού πληθυσμού εφαρμόσθηκε σαν τιμωρία για τη φιλομακεδονική τους στάση στους διάφορους ρωμαιομακεδονικούς πολέμους («Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», τόμος ΣΤ΄, Εκδοτική Αθηνών, σελ. 184, έκδ. 1981).
Οι ηπειρώτες του μεσαίωνα δεν ήταν ούτε έλληνες ούτε αλβανοί. Οι σέρβοι κατέλαβαν την Ήπειρο και κυριάρχησαν σε αυτήν ανάμεσα στο 1348 και 1358, έχοντας μαζί τους αλβανούς μισθοφόρους. Μετά τον τερματισμό των στρατιωτικών τους επιχειρήσεων, οι σέρβοι επέτρεψαν στους αλβανούς, σαν ανταμοιβή των υπηρεσιών τους, να εγκατασταθούν με τις οικογένειές τους τόσο στην Αιτωλοακαρνανία όσο και στην Αμβρακία της Ηπείρου, περιοχή, που περιλαμβάνει τους σημερινούς νομούς Άρτας και Πρέβεζας. Επομένως, οι αλβανοί δεν ήταν αυτόχθονες στην Ήπειρο, αλλά αυτό δεν τους εμποδίζει να διακηρύσσουν, ότι τάχα η Ήπειρος ήταν ανέκαθεν αλβανική και να έχουν εδαφικές διεκδικήσεις επί εδαφών, που περιλαμβάνονται μέσα στα όρια του σημερινού ελληνικού κράτους. Παρόμοια, και οι ρωμιοί έχουν διεκδικήσεις για εδάφη της νότιας Αλβανίας, στα οποία ουδέποτε κατοικούσαν έλληνες. Αλλά αφού οι ηπειρώτες δεν ήταν ούτε έλληνες ούτε αλβανοί, τι ήταν; Όπως είδαμε, οι αρχαίοι ηπειρώτες εξαφανίστηκαν από τους ρωμαίους. Για τους έξι αιώνες, που παρεμβάλλονται ανάμεσα στο ταξίδι του Στράβωνα και στις σλαβικές επιδρομές, δεν υπάρχουν βιβλιογραφικές μαρτυρίες για μαζική οργανωμένη εποίκιση πληθυσμού από άλλα μέρη του ελλαδικού χώρου. Ανάμεσα στο 583 μ.Χ. και το 610 μ.Χ. εγκαταστάθηκαν στην Ήπειρο πολυάριθμοι σλάβοι. Το 690 μ.Χ. ο Ιουστινιανός μετέφερε στην Ήπειρο 12.000 μαρδαΐτες του Λιβάνου. Το 930 μ.Χ. εγκαταστάθηκαν στην Ήπειρο βούλγαροι με επικεφαλής τον γιο του τσάρου Συμεών. Συνεπώς, οι ηπειρώτες του μεσαίωνα ήταν ένα μείγμα σλάβων, λιβανέζων και βούλγαρων. Η μεγαλύτερη μάζα των σλάβων πρέπει να εγκαταστάθηκε στο νομό Ιωαννίνων, όπου ο Vasmer το 1942 διαπίστωσε την ύπαρξη 334 σλαβικών τοπωνυμίων σε σύνολο 412 σλαβικών τοπωνυμίων ολόκληρης της Ηπείρου. Τα υπολειπόμενα 78 σλαβικά τοπωνύμια βρέθηκαν στους νομούς Άρτας και Πρέβεζας. Στηριζόμενοι στα ευρήματα αυτά είμαστε υποχρεωμένοι να αποδεχθούμε, ότι ένα μεγάλο μέρος των ηπειρωτών ήταν σλάβοι, διαπίστωση, που υποστηρίζει και ο διαπρεπής ιστορικός Hammond, ο οποίος αναφέρει, ότι στις φλέβες των σημερινών ελλήνων του νομού Ιωαννίνων πρέπει να κυλά άφθονο σλαβικό αίμα. Όπως λοιπόν εξαφανίστηκαν οι αρχαίοι ηπειρώτες, έτσι εξαφανίστηκαν και οι ιλλυριοί. Ένα μέρος των ιλλυριών εκλατινίστηκε υπό την επίδραση των ρωμαίων, ένα άλλο μέρος τους εξελληνίστηκε από τις αποικίες των ελλήνων, και οι υπόλοιποι εξαφανίστηκαν από τις επιδρομές των κελτών και των σλάβων. Το γεγονός, ότι στη σημερινή Αλβανία υπάρχουν εκατοντάδες τοπωνύμια σλαβικής προέλευσης μιλάει αφ’ εαυτού. Για την Ελλάδα λέμε, ότι τα σλαβικά τοπωνύμια οφείλονται σε σλάβους, οι οποίοι στη συνέχεια εξελληνίστηκαν (=έγιναν ρωμιοί, πιο σωστά) λόγω της Εκκλησίας και του Βυζαντίου. (Διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»: Τι απέγιναν τόσοι σλάβοι;). Κάτι ανάλογο όμως, δεν συνέβη με τους σλάβους της Αλβανίας. Αυτοί παρέμειναν σλάβοι μέχρι την έλευση των αλβανών στη σημερινή Αλβανία. Οι αλβανοί κατέλαβαν την Αλβανία και συγχωνεύθηκαν με τους πρώην κατοίκους της περιοχής, τους σλάβους, τους κέλτες, τους εκλατινισμένους ιλλυριούς και τους βλάχους και διέδωσαν την αλβανική γλώσσα τους στους περισσότερους από τους προγενέστερους κατοίκους της Αλβανίας. Οι ιλλυριοί και όλοι οι άλλοι λαοί της Βαλκανικής εξελληνίζονται μετά τη μακεδονική και ρωμαϊκή κατάκτησή τους. Χάνονται τα παιονικά, τα θρακικά, τα ιλλυρικά. Η νέα χριστιανική θρησκεία μπαίνει σαν καταλύτης στον εξελληνισμό ή εκλατινισμό, μέσα από την Εκκλησία. Στην περιοχή της σημερινής Αλβανίας όλα τα αρχαιολογικά δεδομένα μας αποδεικνύουν, πως ότι επιγραφές παράγονται είτε σε κοσμήματα, είτε εκκλησιαστικές ή ταφικές, είναι πλέον είτε στην ελληνική είτε στη λατινική. Οι ιλλυριοί εξαφανίζονται, και οι αλβανοί δεν υπάρχουν. Οι αλβανοί δεν εμφανίζονται, παρά μόνον σε αναφορές ιστορικών πηγών κατά τον 11ο αιώνα. Η πρώτη αναφορά γίνεται όχι ακριβώς για «αλβανούς», αλλά για «αρβανίτες» γύρω στα 1043 και μετά γύρω στα 1080 και για την περιοχή Άλβανον ή Άρβανον. Μέσα στον επόμενο αιώνα αργότερα αρχίζουμε να ακούμε για την περιοχή Άρβανον σαν πριγκιπάτο πλέον. Αφού οι αλβανοί ισχυρίζονται ότι είναι αυτόχθονες, πού είναι οι βυζαντινές μαρτυρίες για ύπαρξη αλβανών πριν τον 11ο αιώνα μ.Χ; Το λογικό είναι ότι οι ιλλυριοί εξαφανίστηκαν και οι αλβανοί ήρθαν από κάπου αλλού. Αλβανία χωρίς αλβανικά τοπωνύμιαΗ μελέτη των τοπωνυμίων από μόνη της πείθει, πως τα ιλλυρικά είχαν πλέον εξαφανιστεί αιώνες πριν και πως οι αλβανοί αντικατέστησαν ή αναμίχθηκαν με τους σλαβικούς, λατινικούς και βλαχικούς πληθυσμούς της Βόρειας και Νότιας Αλβανίας. Για τα ελληνικά τοπωνύμια της παράλιας και Νοτίου Αλβανίας δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσουμε. Οι τοπωνυμιακές αποδείξεις βρίθουν. Έτσι έχουμε τις πόλεις: Fier ή Fieri από το ιταλικό fiera, που σημαίνει χώρος εμπορικής έκθεσης, παζαριού, εμποροπανήγυρης (στην περιοχή της αρχαίας ελληνικής Απολλωνίας). Gjirokastër – Αργυρόκαστρο. Vlora ή Vlorë – Αυλώνα, αλλά στην γκέκικη διάλεκτο Vlonë. Himarë – Χειμάρα, η αρχαιοελληνική Χίμαιρα. Επισκοπή / Δρόπολη, η κατεστραμμένη Voskopoja – Μοσχόπολη κ.λπ.. Από τα σλάβικα θα αναφέρουμε το Βεράτι – Berati κτισμένο από τον Κάσσανδρο σαν μακεδονική αποικία, την Αντιπάτρεια, που μετονομάστηκε από τους βυζαντινούς ως Πουλχεριόπολις και με την κατάληψή της από τους βούλγαρους ονομάστηκε στη σλαβική Бѣлградъ – Βελιγράδι – Beligrad (=Λευκούπολη), που οι ρωμιοί το απέδωσαν ως Βελλέγραδα. Η αλβανική παραφθορά του είναι το Berati. Σλάβικα τοπωνύμια είναι και η Korçë – Горица – Κορυτσά, το Pogradec ήPogradeci – Подградец – Πόγραδετς (κάτω πόλη). Στην περίπτωση του Ελμπασάν γνωρίζουμε, πως επανιδρύθηκε πάνω στο προϋπάρχον ελληνικό Νιόκαστρο από τον Μωάμεθ τον Β΄ και ονομάστηκε Il-basan, το οποίο στα τούρκικα σημαίνει: «το κάστρο». Οι αλβανοί ήρθαν στην Αλβανία μετά τους σλάβουςΗ γλωσσολογία μας δίνει ενδείξεις για το πότε ήρθαν οι αλβανοί στη σημερινή Αλβανία. Η αλβανική απόδοση του Δυρραχίου –Dùrrës– μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες. Δυρράχιον είναι το κτισμένο σε δύο ράχες – η αρχαία ελληνική πόλη Επίδαμνος), στα λατινικά Dyrrachium, ιταλικά Durazzo (λόγω της βενετικής παρουσίας). Αν το όνομα του Δυρραχίου είχε εισέλθει στην αλβανική απευθείας από την ελληνική ή κλασική λατινική γλώσσα τότε οι αλβανοί θα έλεγαν την πόλη Durrëq, μιας και το σύμπλεγμα -kj- των λατινικών δανείων έδωσε το ουρανωμένο υπερωικό q (= kʲ). Γιατί όμως οι αλβανοί λένε την πόλη Durres; To αλβανικό /s/ στη λέξη Durrës προέρχεται από την τροπή tš [= č]>s, που συνέβη μετά την εισαγωγή των πρώιμων σλαβικών δανείων (~ 630 μ.Χ.) μιας και σε αυτά το σλαβικό /tš/ = /č/ κατέληξε s (λ.χ. σλαβ. porǫčiti > αλβ. porosit). Το πρώιμο αλβανικό όνομα της πόλης ήταν Durrëtš και το /tš/ αυτό δεν μπορεί να προήλθε κατευθείαν από το ελληνικό Δυρράχιον ή το λατινικό Durràchium, διότι τότε το αλβανικό όνομα θα ήταν Durrëq. Άρα η αλβανική γλώσσα χρειάζεται έναν γλωσσικό διαμεσολαβητή, που μπορεί να πάρει το ελληνο-λατινικό /kj/ και να το προστριβοποιήσει σε /tš/ = /č/. Σύμφωνα με τον αλβανιστή γλωσσολόγο Joachim Matzinger, αυτή η διαμεσολαβητική γλώσσα ήταν η σλάβικη. Στο στόμα των σλάβων τοΔυρράχιον/Durrachium έγινε κανονικότατα Dŭràčŭ. To σλαβικό Dŭràčŭ[=Dŭràtšŭ] εξελίσσεται κανονικότατα σε Duràtš > Dùrrëtš > Dùrrës στην αλβανική γλώσσα. Επομένως, η σλαβική γλώσσα είναι άριστη πηγή για το αλβανικό Dùrrës, κάτι που σημαίνει, ότι οι αλβανοί έμαθαν το Δυρράχιο από τους σλάβους ή, με άλλα λόγια, ότι έφτασαν στην Αλβανία ύστερα από τους σλάβους.
Τι λέει η σύγχρονη επιστήμη για την καταγωγή των ιλλυριών Οι περισσότεροι ξένοι επιστήμονες, γλωσσολόγοι, αρχαιολόγοι, ιστορικοί και εθνολόγοι απορρίπτουν την ιλλυρική καταγωγή των αλβανών. Ο ακαδημαϊκός και καθηγητής του πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου, Th. Capidan, στο τέταρτο διεθνές συνέδριο γλωσσολόγων, που συγκλήθηκε τον Αύγουστο του 1936 στην Κοπεγχάγη, αρνείται την εντοπιότητα των αλβανών στο έδαφος του τωρινού αλβανικού κράτους. Αναφέρει συγκεκριμένα: «Η απουσία τοπωνυμιών ιλλυρικής καταγωγής στην περιοχή της Αλβανίας απαιτεί οι επιστήμονες να αναζητήσουν τη χώρα των αλβανών μέσα σε μια περιοχή από το εσωτερικό της χερσονήσου της Βαλκανικής ή οι πρόγονοι των αλβανών θα μπορούσαν να είχαν σχέση με τους ρουμάνους». Ο ρουμάνος ακαδημαϊκός και καθηγητής του πανεπιστημίου του Βουκουρεστίου επίσης, Al. Rosetti, σε άρθρο του δημοσιευμένο το 1969 σε αλβανικό περιοδικό μάλιστα, με γλωσσολογικά δεδομένα εξηγεί, ότι οι αλβανοί έχουν έρθει αργά στην περιοχή, που σήμερα κατοικούν: «Ως μια πρωτόγονη κατοικία των προγόνων των αλβανών, η ορολογία πλοήγησης και αλιείας, που είναι δανεισμένη, αποδεικνύει πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι οι αλβανοί έχουν φτάσει αργά σε παραθαλάσσιες περιοχές». Οι αλβανοί δανείστηκαν από άλλες γλώσσες τους όρους ναυσιπλοΐας και αλιείας, όπως προαναφέραμε. Αν είναι απόγονοι των ιλλυριών, οι οποίοι ήταν ναυτικός λαός, γιατί δεν έχουν λέξεις ναυσιπλοΐας στη γλώσσα τους; Ο ρουμάνος ακαδημαϊκός και καθηγητής του ίδιου πανεπιστημίου, Radu Vulpe, έγραψε, ότι στον βορειοηπειρωτικό χώρο δεν συναντά ανθρωπωνύμια ιλλυρικά, αλλά μόνο ρωμαϊκά και ελληνικά. Εκτός από τα ανθρωπωνύμια, την προέλευση των αλβανών από την ενδοχώρα της χερσονήσου του Αίμου αποδεικνύει και η ανάλυση της αλβανικής γλώσσας. Ο Rosseti φέρει τους αλβανούς πλησιέστερα προς τους θράκες. Ο βούλγαρος γλωσσολόγος Vladimir Georgiev εμβαθύνει περισσότερο στη σύνθεση της αλβανικής γλώσσας και στη διερεύνηση της καταγωγής των αλβανών, τους οποίους τοποθετεί βορειότερα, στην περιοχή, που ζούσαν οι δάκες. Ο δρ. βαλκανολόγος–ρουμανιστής Αχιλλεύς Λαζάρου, αρνείται την ιλλυρική καταγωγή των αλβανών και τους θεωρεί ως δαρδάνους και την πρωταρχική κοιτίδα τους τη Δαρδανία, δηλαδή το Κόσοβο. Γράφει στο βιβλίο του «Ελληνισμός και λαοί νοτιοανατολικής Ευρώπης» (εκδ. 2010, 4ος τόμος, σελ. 620): «Οι Skok, Tagliavini, Georgiev ορίζουν ως αρχική κοιτίδα των αλβανών τη Δαρδανία. Οι δάρδανοι λοιπόν και μετέπειτα –κατά Skok– σκυπιτάροι προσεγγίζοντας βαθμιαία τα βόρεια παραμεθόρια της Βορείου Ηπείρου, όπου κείνται και τα Άρβανα, προσκτώνται νέο εθνικό όνομα, αρβανίτης, αρβανός–αλβανός, αλλά ταυτόχρονα εμβολιάζουν τους αυτόχθονες με το γλωσσικό όργανό τους, τους εκδαρδανίζουν». Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, που συμμερίζεται και ο Λαζάρου, η γλώσσα των δαρδάνων ήταν η αλβανική. Οι δάρδανοι–αλβανοί κατέβηκαν πολύ μεταγενέστερα στη σημερινή περιοχή, που κατοικούν σήμερα, εξαλβάνισαν γλωσσικά τους κατοίκους της Βορείας Ηπείρου κι έτσι δημιουργήθηκαν αυτό, που αποκαλούμε αρβανίτες. Όταν ήρθαν εδώ οι δάρδανοι πήραν το όνομα αρβανοί–αλβανοί από τους εδώ ηπειρώτες της περιοχής. Από πού όμως, προήλθε το εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ; Κατά τους Skok και Λαζάρου οι δάρδανοι φεύγοντας από την αρχική τους κοιτίδα, τη Δαρδανία, εγκατεστάθηκαν για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην πόλη Σκόπια (τη γνωστή νυν πρωτεύουσα της ΠΓΔΜ, διαβάστε στην «Ελεύθερη Έρευνα»:«Απόγονοι» και «απόγονοι») και από την πόλη αυτή πήραν το όνομά τους. Παρέφθειραν το θέμα Σκοπ- σε Σκιπ, και πρόσθεσαν την χαρακτηριστική κατάληξη της αλβανικής ταρ κι έτσι σχηματίστηκε το εθνικό τους όνομα Σκιπτάρ.
Ερχόμενοι στη σημερινή περιοχή της Αλβανίας δανείστηκαν το όνομα αρβανοί–αλβανοί, αλλά ποτέ τους δεν χρησιμοποιούν αυτό το όνομα μεταξύ τους, αλλά μόνο το Σκιπτάρ. Εντελώς διαφορετική άποψη έχει ο τούρκος καθηγητής του πανεπιστημίου της Άγκυρας, Ahmet Ayudinli, ο οποίος γράφει: «Οι σημερινοί τούρκοι δεν έχουν καμιά σχέση με τους ιλλυριούς, αλλά από πάσης πλευράς εξεταζόμενοι αποδεικνύονται πλήρως τούρκοι. Κοιτίδα τους υπήρξε το σημερινό Αζερμπαϊτζάν». («Βαλκανική Βιβλιογραφία», 1, ΙΧΜΑ, Θεσσαλονίκη 1973, 349). Πρόκειται για τη γνωστή θεωρία, ότι οι αλβανοί ήρθαν τον μεσαίωνα στη Βαλκανική από τον Καύκασο Ο καθηγητής γλωσσολογίας Γεώργιος Μπαμπινιώτης, γράφει: «Η παλιότερη άποψη, ότι η αλβανική γλώσσα συνεχίζει πιθανώς την αρχαία ιλλυρική, σήμερα δεν γίνεται ευρύτερα αποδεκτή. Ο γλωσσολόγος Krahe απέδειξε, ότι η αλβανική δεν συνδέεται με την ιλλυρική. Την ιλλυρική συνεχίζει στην Κάτω Ιταλία η Μεσσαπική γλώσσα». («Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας», σελ. 41, 1986). Ο John Wilkes, καθηγητής αρχαιολογίας στο πανεπιστήμιο του Yates και ειδικός μελετητής του ιλλυρικού πολιτισμού, αμφισβητεί τη σχέση των αλβανών με τους ιλλυριούς και θεωρεί, ότι αυτή η θεωρία έχει αναπτυχθεί για καθαρά πολιτικούς λόγους. Γράφει συγκεκριμένα: «Οι ισχυρισμοί, που έχουν διατυπώσει εδώ και πολλά χρόνια περί άμεσης καταγωγής τους από τους αρχαίους ιλλυριούς συνοδεύονται στις μέρες μας από επιχειρήματα, τα οποία αποσκοπούν να αποδείξουν, ότι το Κοσσυφοπέδιο και τα Μετόχια αποτελούν μέρος της αρχαίας πατρίδας των ιλλυριών και πως, επομένως, είναι φυσική η ένωσή τους με το σύγχρονο αλβανικό κράτος». («Ιλλυριοί», σελ. 55, 1992). Η πραγματικότητα είναι, ότι οι σλάβοι προϋπήρχαν των αλβανών στην περιοχή του Κοσόβου και των Μετοχίων, όπου είχαν αναπτύξει έναν σημαντικό πολιτισμό, και οι αλβανοί εγκαταστάθηκαν και κατέλαβαν τις περιοχές αυτές. Ο John Wilkes ανατρέπει ορισμένα επιχειρήματα αλβανών αρχαιολόγων περί συνέχειας ιλλυρικού και αλβανικού πολιτισμού βάσει ορισμένων νεκροταφείων, που έχουν βρεθεί στην περιοχή Κόμανι–Κρούγια. Γράφει ο Wilkes: «Σύμφωνα με την άποψη πολλών αλβανών μελετητών, τα νεκροταφεία αυτά αποδεικνύουν τη συνέχεια μεταξύ των ιλλυριών της ύστερης ρωμαϊκής περιόδου και των αλβανών του μεσαίωνα… Είναι εμφανές πόσο περιορισμένη πειστικότητα διαθέτουν τέτοιου είδους επιχειρηματολογίες, όταν αφορούν μια περιοχή, για την οποία δεν υπάρχουν ιστορικές μαρτυρίες. Αναμφίβολα, τα νεκροταφεία Κόμανι–Κρούγια αποτελούν ένδειξη της επιβίωσης ενός μη σλαβικού πληθυσμού μεταξύ του 6ου και 9ου αιώνα, όμως ο πληθυσμός αυτός κατά πάσα πιθανότητα ταυτίζεται με τους ιλλυρικής καταγωγής εκρωμαϊσμένους (λατινόφωνους) ρωμάνους, όπως τους ονομάζει ο Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, που εκδιώχτηκαν από την περιοχή λόγω της εγκατάστασης των σλάβων» («Ιλλυριοί», σελ. 357, 1992). Άρα δεν υπάρχει καμιά πολιτιστική συνέχεια μεταξύ ιλλυριών και αλβανών, αφού τα νεκροταφεία αυτά ανήκαν σε εκλατινισμένους ιλλυριούς και στη συνέχεια έφτασαν εκεί οι σλάβοι. Αυτό αποδεικνύει, ότι οι αλβανοί ήρθαν από κάποια άλλη περιοχή και συνάντησαν εκεί εγκατεστημένους τους σλάβους. Ο αυστριακός γλωσσολόγος Joachim Matzinger μαζί με μια ομάδα επιστημόνων πραγματοποίησε διάλεξη σε μια από τις κύριες αίθουσες του τμήματος Ιστορίας και Φιλολογίας στα Τίρανα. Έκανε ανάλυση από την οπτική γωνία της ιστορικής γλωσσολογίας για την προέλευση της αλβανικής γλώσσας καταρρίπτοντας την «ιλλυρική θέση», που είχε στηριχθεί σε αυτά τα ίδια έδρανα για πάνω από μισό αιώνα. Σε άρθρο της εφημερίδας Shekulli επισημαίνονται τα ακόλουθα: «Ο Metzinger ανέλυσε σε μαθητές και καθηγητές της ιστορίας, ότι η αλβανική γλώσσα του σήμερα είναι η διάδοχος μιας παλιάς γλώσσας των βορείων Βαλκανίων, που ο ίδιος την αποκαλεί πρωτο–αλβανική ή αρχαία προ–αλβανική, μια γλώσσα, που υπήρχε κατά την ιλλυρική γλώσσα και τη θρακική, αλλά που δεν έχει καμιά σύνδεση μαζί τους. Το συμπέρασμα του γλωσσολόγου είναι το εξής: Μπορεί να θεωρηθεί, ότι η Ανατολική Ευρώπη στην προϊστορία και στην αρχαιότητα ήταν μια περιοχή, όπου ομιλούνταν πολλές σημαντικές γλώσσες, όχι μόνο η ελληνική, η ιλλυρική και η θρακική, αλλά και μια προκαταρκτική γλώσσα, από την οποία βήμα βήμα αναπτύσσεται η αλβανική, που ως προκαταρκτική γλώσσα μπορεί να την προσδιορίσουμε ως πρωτο–αλβανική. Ως μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα η πρωτο–αλβανική ήταν κοντά σε άλλες βαλκανικές γλώσσες με την ιλλυρική και τη θρακική, αλλά η αλβανική γλώσσα δεν είναι κόρη ούτε της ιλλυρικής ούτε της θρακικής. Έτσι ο Matzinger αντιτίθεται στη θεωρία του Cabej και στην ιλλυρική υπόθεση». Άρα και ένας άλλος γλωσσολόγος απορρίπτει τη σχέση της αλβανικής γλώσσας με την ιλλυρική, κάτι που δείχνει, ότι η ιλλυρική θεωρία είναι μια θεωρία για εσωτερική κατανάλωση εντός της Αλβανίας, ώστε να αναπτερώσει το εθνικό φρόνημα των αλβανών. Ο γερμανικός ιστορικός Gottfried Schramm στο βιβλίο του «Anfange des albanischen Chrisrentums: Die frruhe bekehrung der Bessen und ihre langen Folgen» («Οι απαρχές του χριστιανισμού ανάμεσα στους αλβανούς. Ο πρώιμος προσηλυτισμός των βησσών και οι μακροχρόνιες συνέπειές του»), που δημοσιεύθηκε το 1994, ήταν ο πρώτος, που συνέδεσε με σοβαρά στοιχεία τους προγόνους των σημερινών αλβανών με τους βησσούς της Θράκης. Η βασική παρατήρηση του Schramm είναι, ότι οι πρόγονοι των σημερινών αλβανών έγιναν χριστιανοί πολύ νωρίς, δηλαδή περίπου τον 4ο αιώνα, και γι’ αυτό απουσιάζουν ανάμεσά τους οποιαδήποτε ίχνη προ-χριστιανικής θρησκείας. Ο Schramm θεωρεί ως χρονικό πλαίσιο για τη μετακίνηση των βησσών από τη Θράκη στη σημερινή Αλβανία τον 9ο αιώνα. Ιστορικοί υποστηρίζουν την καταγωγή των αλβανών από τον Καύκασο Η καταγωγή των αλβανών από τον Καύκασο πρωτοδιατυπώθηκε στα νεότερα χρόνια τον 18ο αιώνα. Οι ευρωπαίοι ιστορικοί Le-Quien και Assemani υποστήριξαν, ότι οι αλβανοί είναι μιγάς λαός συγγενής με τους φινλανδούς και τους βούλγαρους, οι οποίοι τον 7ο μ.Χ. αιώνα από την Αλβανία του Καυκάσου μέσω της μεσημβρινής Ρωσίας και της Τουρκικής χερσονήσου μετανάστευσαν στα Βαλκάνια. Έγραψαν οι εν λόγω ιστορικοί: «Οι αρχαίοι ονόμαζαν Αλβανία μια ορεινή χώρα σχεδόν άγρια, αρδευόμενη υπό του Κουρ, ευρισκόμενη προς την άνω Ασία μεταξύ Ιβηρίας και της απέραντου εκείνης λίμνης της μέχρι των ορίων της Ευρώπης και της Ασίας εκτεινομένης, της Κασπίας θαλάσσης. Και αυτή αφού αλώθηκε από τους Τούρκους και στερήθηκε το όνομά της ονομασθείσα Κιρβάν, οι δε κάτοικοί ηττηθέντες κατέφυγαν στην Ελλάδα προς τον κόλπο της Ενετίας». Την άποψη αυτή υποστήριξε στα τέλη του 19ου αιώνα και ο γερμανός ιστορικός Adelung Band. Ο Pouqueville θεωρούσε τους αλβανούς σκύθες, που μετανάστευσαν από την Αλβανία του Καυκάσου. Οι απόψεις αυτές βασίζονται σε κάποια αποσπάσματα του Πτολεμαίου, ο οποίος μιλά για μια φυλή με το όνομα αλβανοί, που ζούσαν στον Καύκασο: «Η μεν ουν Μιθριδάτου δίωξις ενδεδυκότος εις τα περί Βόσπορον έθνη και την Μαιώτιν απορίας είχε μεγάλας. Αλβανοί δε αύθις αφεστώτες αυτώ προσηγγέλθησαν... Εν ταύτη τη μάχη λέγονται και Αμαζόνες συναγωνίσασθαι τοις βαρβάροις, από των περί τον Θερμώδοντα ποταμόν ορών καταβάσαι. Μετά γαρ την μάχην σκυλεύοντες οι ρωμαίοι τους βαρβάρους πέλταις Αμαζονικαίς καὶ κοθόρνοις ενετύγχανον, σώμα δε ουδέν ώφθη γυναικείον. Νέμονται δε του Καυκάσου τα καθήκοντα προς την Υρκανίαν θάλασσαν, ουχ ομορούσαι τοις αλβανοίς, αλλά Γέλαι και Λήγες οικούσι δια μέσου. Και τούτοις έτους εκάστου δύο μήνας εις ταυτό φοιτώσαι περί τον Θερμώδοντα ποταμόν ομιλούσιν, είτα καθ’ αυτάς απαλλαγείσαι βιοτεύουσιν». («Βίοι Παράλληλοι, Πομπήιος», 35).
Το πρόβλημα με αυτή τη θεωρία είναι, ότι η αλβανική γλώσσα είναι ινδοευρωπαϊκή, ενώ η γλώσσα των καυκάσιων αλβανών ανήκει σε άλλη γλωσσική οικογένεια, οπότε η ομοιότητα των ονομάτων ανάμεσα στους αλβανούς της Βαλκανικής και τους αλβανούς του Καυκάσου μπορεί να είναι συμπωματική. Εξάλλου, δεν υπάρχει κάποια μαρτυρία μεσαιωνικών συγγραφέων, που να αναφέρει, ότι ένας τόσος μεγάλος πληθυσμός ήρθε από τον Καύκασο στη σημερινή περιοχή της Αλβανίας. Εκτός αυτού, λαός με το όνομα αλβανοί υπήρχε και στο αρχαίο Λάτιο. Συνεπώς, τα ονόματα αλβανοί του Λατίου, αλβανοί της Βαλκανικής και αλβανοί του Καυκάσου είναι κατά πάσα πιθανότητα συμπτωματικά. Η καυκάσια θεωρία για την καταγωγή των αλβανών δεν υποστηρίζεται από τη σύγχρονη ακαδημαϊκή κοινότητα. Η δακορουμάνικη προέλευση της αλβανικής γλώσσας Το κοινό δακικό γλωσσολογικό υπόβαθρο αλβανικής και ρουμανικής οδηγούν πολλούς γλωσσολόγους στο να μιλούν για τη ρουμάνικη σαν μία «πλήρως εκλατινισμένη δακική γλώσσα», ενώ την αλβανική σαν μια «μερικώς εκλατινισμένη δακική γλώσσα» («Rumanian and Albanian took shape in the Daco-Mysian region; Rumanian represents a completely Romanised Daco-Mysian and Albanian a semi-Romanised Daco-Mysian». V. Georgiev,«Albanisch, Dakisch-Mysisch und Rumanisch. Die Herkunft der Albaner»,Linguistique Balkanique, II, 1960, pp. 1 ff. and pp. 15 ff). Ο πιο γνωστός γλωσσολόγος, που υποστήριξε τη θεωρία αυτή, είναι ο Vladimir Georgiev.
Ο εθνολόγος Δημήτριος Ευαγγελίδης γράφει: «Υπάρχουν αρκετά δεδομένα πλέον και προσκομίζονται ολοένα και περισσότερα, που μας υποδεικνύουν μια θρακική ή δακική προέλευση των αλβανών… Στις απόψεις του σημαντικού βούλγαρου γλωσσολόγου Βλαδίμηρου Γκεοργκίεφ, ο οποίος κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι η αλβανική διαμορφώθηκε μεταξύ του 4ου και 6ου αι. μ.Χ. στην περιοχή, όπου είχε αρχίσει να δημιουργείται και η πρωτο-ρουμανική. Ο Γκεοργκίεφ υποστηρίζει, ότι οι αλβανοί κατάγονται από έναν δακικό πληθυσμό της Μοισίας… Κατά τον βούλγαρο γλωσσολόγο τα δάνεια της αλβανικής από τη λατινική διαθέτουν φωνολογία μιας ανατολικής βαλκανικής λατινικής δηλ. της πρωτο-ρουμανικής γλώσσας και όχι δυτικής βαλκανικής γλώσσας, όπως η δαλματική… Σε συνδυασμό με το γεγονός, ότι η ρουμανική γλώσσα περιέχει αρκετές εκατοντάδες λέξεις συγγενικές μόνον με αντίστοιχες λέξεις της αλβανικής, οδήγησαν τον Γκεοργκίεφ στο συμπέρασμα, ότι η αλβανική γλώσσα διαμορφώθηκε μεταξύ 4ου και 6ου αι. μ.Χ. σε περιοχή εντός ή κοντά στη σημερινή Ρουμανία, η οποία αποτελούσε δακικό έδαφος. Θεωρεί λοιπόν, την μεν ρουμανική ως μια πλήρως εκλατινισμένη δακική γλώσσα, ενώ αντίθετα την αλβανική ως μερικώς εκλατινισμένη δακική γλώσσα. Επιπλέον τονίζει, ότι η αλβανική και η ρουμανική μοιράζονται κοινές γραμματικές αρχές (το άρθρο επιτάσσεται και δεν προτάσσεται όπως π.χ. στην ελληνική), καθώς και κοινά φωνητικά χαρακτηριστικά, όπως φθόγγοι και ο ρωτακισμός των συμφώνων ν και λ (π.χ λατιν. fenestra – παράθυρο, felicitas – ευτυχία – ρουμαν. Fereastra, fericire και στις αλβανικές διαλέκτους Γκεκ. Zan-i, Τοσκ. Zer-i, η φωνή). Τέλος, πέρα από τα γλωσσολογικά επιχειρήματα επισημαίνει τόσο την απουσία στην αλβανική λέξεων, που σχετίζονται με τη θάλασσα, όσο και την ανεξήγητη σπανιότητα λέξεων δανείων από την αρχαία ελληνική γλώσσα, καθώς και το γεγονός, ότι τα γνωστά ιλλυρικά τοπωνύμια δεν ακολουθούν τους φωνητικούς κανόνες της αλβανικής. Αποκλείεται επομένως οποιαδήποτε σύνδεση ιλλυρικής–αλβανικής». («Η καταγωγή των αλβανών και οι αρβανιτόφωνοι έλληνες», εκδ. 2014). Μια γλωσσολογική απόδειξη, του ότι οι αλβανοί επηρεάστηκαν από τη θρακική και μάλιστα τη δακική γλώσσα και ότι η γλώσσα τους δεν έχει σχέση με την ιλλυρική, είναι, ότι θέτουν τα άρθρα στο τέλος της λέξης, ενώ οι άλλες γλώσσες της Βαλκανικής το θέτουν στην αρχή. Για παράδειγμα, οι ρωμιοί λένε «ο μπαμπάς» (τουρκ.), ενώ οι αλβανοί λένε «baba-i», δηλαδή βάζουν το άρθρο i στο τέλος της λέξης κι όχι στην αρχή. Αυτό ήταν χαρακτηριστικό των θρακικών γλωσσών. Ίδιο χαρακτηριστικό έχει και η βουλγαρική γλώσσα και είναι φυσικό αυτό, αφού οι βούλγαροι πήραν αυτό το χαρακτηριστικό γνώρισμα από τους θράκες, που ζούσαν στην περιοχή, που σήμερα ζουν οι βούλγαροι. Δεν πρέπει όμως να επηρεάστηκαν οι αλβανοί από τους νότιους θράκες, αφού τότε ζούσαν βούλγαροι εκεί, αλλά από τους βόρειους θράκες, τους δάκες ή δακορουμάνους. Δείτε τον παρακάτω πίνακα σύγκρισης αλβανικών και ρουμάνικων λέξεων: ΣυμπεράσματαΟι αλβανοί δεν έχουν καμιά σχέση με τους ιλλυριούς, αλλά ήρθαν από κάποια άλλη περιοχή της Βαλκανικής και κατά πάσα πιθανότητα από την περιοχή της σημερινής Ρουμανίας. Εγκαταστάθηκαν στη σημερινή Αλβανία, όπου την εποχή εκείνη ζούσαν σλάβοι, κέλτες, εκλατινισμένοι ιλλυριοί, βλάχοι (ρουμάνοι) και ρωμιοί. Από την ανάμειξη όλων αυτών των λαών σχηματίστηκε η σημερινή αλβανική γλώσσα και η ανθρωπολογική σύσταση του σημερινού αλβανικού λαού. Με λίγα λόγια, η αλβανική γλώσσα δεν έχει την παραμικρή σχέση με την ιλλυρική, αλλά είναι μείγμα δακορουμάνικης, σλάβικης, κέλτικης, βλάχικης, ελληνικής, λατινικής και τούρκικης. Αρκεί να διαβάσει κανείς το ετυμολογικό λεξικό της αλβανικής γλώσσας του Gustav Meyer. Ούτε μια αλβανική λέξη είναι κατ’ ουσίαν αλβανική. Όλες σχεδόν οι αλβανικές λέξεις είναι δάνεια από άλλες γλώσσες. Φυλετικά οι αλβανοί δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τους ιλλυριούς, αλλά είναι διάφορα φύλα με πάρα πολλές γενετικές επιρροές από ρουμάνους, σλάβους, κέλτες, έλληνες και άλλους, που έζησαν ή πέρασαν από τη σημερινή περιοχή της Αλβανίας. www.freeinquiry.gr |
COMMENTS