Περικλής Κοροβέσης: «Θέλω να κάνω μια εισαγωγή λίγο παράξενη. Μια σύζευξη λαϊκού λόγου και λόγιου λόγου. Εγώ έχω μεγαλώσει στον Πειρα...
Περικλής Κοροβέσης: «Θέλω να κάνω μια εισαγωγή λίγο παράξενη. Μια σύζευξη λαϊκού λόγου και λόγιου λόγου. Εγώ έχω μεγαλώσει στον Πειραιά και είχα έναν θείο ναυτεργάτη, οι ιστορίες που σου αρέσουν εσένα.
Και σε αυτόν τον θείο, είχαμε ελευθερία εμείς οι πιτσιρικάδες να μιλάμε και μας πήγαινε στο καφενείο των κυνηγών.
Το καφενείο των κυνηγών είχε 50 μεζέδες διαφορετικούς για το ούζο. Όσο ανέβαινε… Και εκεί πέρα, μια από τις κουβέντες που μου έχουν μείνει είναι, μου λέει, μιλάγανε λίγο μάγκικα αυτοί, μου λέει «Περικλή, τον κωλομπαρά πρέπει να τον δεις από τα 100 μέτρα και θα στρίψεις. Γιατί αν σε γαμήσει και μετά διαμαρτυρηθείς είναι αργά». Και αυτό το συνδυάζω με το ποίημα του Καβάφη «Σοφοί δε προσιόντων», που είναι το ίδιο νόημα. Είναι ακριβώς το ίδιο νόημα.
[…] Αν θέλουμε να κάνουμε κάτι, πρέπει να δούμε αυτά που έρχονται. Αν δεν μπορούμε να δούμε αυτά που έρχονται, είμαστε χαμένοι από χέρι.
Κι αυτό που πρέπει να δούμε είναι ότι μπήκαμε σ’ ένα λούκι που δεν έχει έξοδο, ούτε σε πέντε ούτε σε δέκα, ούτε σε είκοσι χρόνια.
Κι αυτό που πρέπει να δούμε είναι ότι μπήκαμε σ’ ένα λούκι που δεν έχει έξοδο, ούτε σε πέντε ούτε σε δέκα, ούτε σε είκοσι χρόνια.
Δηλαδή, ό,τι είμαστε μέχρι τώρα, ξεχάστε το, αν δε βρούμε αυτό που είμαστε, και που είναι η βάση. Και η μόνη σίγουρη βάση είναι αυτό που ζήσαμε ως βίωμα, όχι ως έθνος, αλλά ως λαϊκή κουλτούρα!
Το έθνος… Τι είναι το έθνος; Ξέρει κανείς από εσάς να μου δώσει μια διεύθυνση, κανά τηλέφωνο, κανένα ιμέιλ; Που δεν ξέρω και απ’ τα ιμέιλ, έχω μεσάνυχτα… αλλά και με ένα ιμέηλ ακόμα, να γνωρίσω αυτό το έθνος!
Αλλά ξέρω τι σημαίνει «φιλέτο» στην Κω ή στη Ρόδο, που το έχουν ετοιμάσει προς πώληση στους δανειστές. Αυτή δεν είναι πατρίδα μου; Ή στην Κρήτη; Ή οπουδήποτε αλλού; Δεν είναι αυτή πατρίδα μου;
Όταν το έθνος γίνεται μια ιδεολογία τραμπουκισμού και επιτρέπει, π.χ. να χτυπάμε τους μετανάστες, αυτό το έθνος γίνεται εχθρικό και για μας που ζούμε σ’ αυτή τη χώρα.
Για να τα δούμε όλα αυτά…
Λοιπόν, νομίζω ότι σε μια στέρεη βάση, μας έχει φέρει η λαϊκή κουλτούρα, κι αυτοί που καλλιεργήσανε τη λαϊκή κουλτούρα, και την κάνανε λόγια.
Δεν θα υπήρχε ούτε Θεοδωράκης, ούτε Χατζιδάκις, ούτε τίποτα, αν δεν υπήρχε αυτό τό από κάτω της λαϊκής κουλτούρας…
Ούτε ο Μουζόφσκι… Ούτε καν ο Σοπέν δεν θα υπήρχε. Όταν ο Σοπέν γράφει για παράδειγμα τις Πολωνέζες, δεν είναι μπαλαρίνες, αλλά ωδές για την απελευθέρωση της Πολωνίας.
Λοιπόν, αν δεν μπούμε σε μια βαθειά κουλτούρα, διαμορφωμένη σ’ αυτό το χώρο της παραδοσιακής λαϊκής κουλτούρας, δεν μπορούμε να κάνουμε απολύτως τίποτα.
Διότι διαμορφώνονται γραφειοκρατίες, οι γραφειοκρατίες μπαίνουμε στην εκλογοκρατία, γίνονται εξουσία, και λειτουργούν για πάρτη τους. Δε πα΄ να είπαν τα δικά μας τα λόγια, τα δικά μας συνθήματα; Λειτουργούν για πάρτη τους! Είναι καλά αυτοί!
Και να πω κάτι, δημοσίως:
Πολύ φοβάμαι, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, θα καταλήξει σε αυταρχικό καθεστώς. Και πολύ φοβάμαι, ότι ο Τσίπρας, θα πάρει την πορεία των δικτατόρων, γιατί δεν έχει κανένα λαϊκό έρεισμα πια΄ φαίνεται από τώρα… Κι αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς οι τίμιοι αριστεροί, είναι τουλάχιστον τα δακρυγόνα μας να έχουνε μια άλλη ποιότητα, δηλαδή να ξέρουμε ποιά είναι τα αριστερά δακρυγόνα και ποιά είναι τα δεξιά; […]
Πολλοί άνθρωποι που μπήκανε στην επανάσταση, δεν είχαν επαναστατήσει καθόλου! Δεν τους ενδιέφερε η επανάσταση αλλά η εξουσία.
[…] Το αριστερίστικο κίνημα στην Ελλάδα, είναι μια πτυχή που δεν προσέχτηκε ιδιαίτερα. Κατά την άποψή μου, το αριστερίστικο κίνημα υποβαθμίστηκε τόσο πολύ, ενώ είχε δημιουργήσει σκέψη. Πολλά παιδιά είχαν δημιουργήσει πολιτική σκέψη, που δεν πέρασε καν το κατώφλι της ελληνικής κοινωνίας.
Μείναμε μεταξύ μας, να κατεβαίνουμε στους δρόμους και να φωνάζουμε, σα να ‘μαστε οι λεπροί της αριστερής ιδέας.
[…] Φανταστείτε μια ριζοσπαστική αριστερά που βγαίνει από τον γαλλικό Μάη. Εγώ προέρχομαι από την ΕΔΑ. Με το Μάη του ’68 πήγα στην άκρα αριστερά. Εκεί πέρα, λοιπόν, ειδικά αυτόν τον καιρό που τακτοποιώ το αρχείο μου, βλέπω ότι υπάρχει ένας όγκος κειμένων, παρεμβάσεων, π.χ. για τη Χιλή, κείμενα, κείμενα, κείμενα… Κι αυτό που βγαίνει σαν συμπέρασμα, είναι πως αντί να διαμορφώσουμε μια αντίληψη για δράση, διαμορφώσαμε μια αντίληψη για ουτοπία, που ήταν αδύνατον να περάσει στην κοινωνία.
Τι τον ένοιαζε τον άλλον, για παράδειγμα, τι γινόταν στη Χιλή; Ή αν είχε γίνει μια σφαγή στην Ινδοκίνα, ή τι έγινε στο Κονγκό, ή οτιδήποτε άλλο… Όλα αυτά τους φαινόντουσαν φούσκες, που δεν του δίνανε μια απάντηση στο δικό τους πρόβλημα. Κι αυτό δεν μπορέσαμε να το δώσουμε, γιατί θα ‘πρεπε… καλώς τα διαβάσαμε, καλώς τα ψάξαμε, καλώς τα επεξεργαστήκαμε, αλλά αυτό έπρεπε να μας δώσει ένα βήμα χορού, να χορέψουμε μαζί του. Και δεν είχαμε τον ίδιο λόγο… Δεν είχαμε τον ίδιο λόγο, συν, επιπλέον, πιστεύω, έπαιξε σημαντικό ρόλο ότι πολλοί άνθρωποι που μπήκανε στην επανάσταση, δεν είχαν επαναστατήσει καθόλου! Απλά θέλανε να ‘ναι κάτι. Γινήκανε κάτι μετά…
Ο Τατούλης λόγου χάριν, από το ΕΚΚΕ ξεκίνησε, περιφερειάρχης τώρα, και πολλοί άλλοι. Δηλαδή, αυτό που τους ενδιέφερε δεν ήταν η επανάσταση, αλλά η εξουσία. Έστω και η μικρή εξουσία των 5 ατόμων που είμαστε.
Άρα λοιπόν, η επόμενη επανάσταση που εγώ προσδοκώ, θα ξεκινάει από τους ίδιους ανθρώπους που τους αφορά η ζωή τους. Και μεις, ας πούμε, κάποια τραγούδια που ξέρουμε, κάποιο χορό να προτείνουμε να ‘ναι κυκλικός, να χωράει όλους… Ενδεχόμενα μια γνώση ιστορική που σαν κίνημα είχαμε και νίκες, είχαμε και θριάμβους. Έχουν γίνει πολλά πράγματα στην ιστορία της ανθρωπότητας, αυτά θα τα δώσουμε. Αλλά στο σημείο που πάμε, ως θεωρία, δηλαδή ένα άδειο πουκάμισο και όχι ως πράξη, πρέπει να το πάμε ως πράξη, να είμαστε μέσα. Μέσα στους μετανάστες, μέσα στους εργάτες, μέσα στην κοινωνία, να μιλήσουμε την δικιά τους την γλώσσα, την γλώσσα του μπάρμπα μου του λιμενεργάτη, και εκεί πέρα να βάλουμε τις μεγάλες μας ιδέες. Αλλιώτικα δεν γίνεται! […]
Εμείς ξεβρακώνουμε την κουλτούρα μας
Εγώ πιστεύω ότι η παράδοση είναι το αλέτρι της κουλτούρας που σηκώνει από κάτω χιλιάδες χρόνια. Να μην κάνω τώρα το φιλόλογο, κλπ. κλπ., αλλά ξέρουμε με σιγουριά ότι υπάρχουνε παραμύθια πριν από τον Όμηρο που έχουνε διασωθεί στην ελληνική παράδοση. Δεν έχει καμιά θέση με τον εθνικισμό, έχει αντίθετα σχέση με μας! Με τη δικιά μας επαναστατική κουλτούρα, μια κουλτούρα του λαού!
Ότι έχει να κάνει με την κουλτούρα του λαού, το έχουν εκφράσει π.χ. αυτοί οι διάφοροι μεγαλόσχημοι: Μαρξ, Μπουχάριν, Μπακούνιν, Κροπότκιν, κλπ, που στην ουσία, πήγανε να εφαρμόσουν την επανάσταση που ήδη προϋπήρχε! Που ήδη προϋπήρχε από τα λαϊκά στρώματα! Άρα η επανάσταση είναι κόπι ράιτ του λαού! Οι άλλοι είπανε πέντε λέξεις ωραίες. «Είσαι μάγκας… και φίνος μερακλής»… […]
Και μεις ανήκουμε σ’ αυτούς. Δεν ήρθαμε από το Χάρβαρντ να ανακαλύψουμε το Κερατσίνι. Μπορεί από το Κερατσίνι να πήγαμε στο Χάρβαρντ. Αλλά το Κερατσίνι είναι Κερατσίνι. […]
Οπότε, πάνω σ’ αυτό, αν θέλουμε να κάνουμε κάτι, εγώ έχω μια μικρή θεωρία, το να αποκτήσουμε συνείδηση, ότι η Γαλλική Επανάσταση, έγινε από τους αβράκωτους, και μεις είμαστε στους ξεβράκωτους!
Οι αβράκωτοι από τους ξεβράκωτους έχει διαφορά σαν έννοια, γιατί εμείς ξεβρακώνουμε την κουλτούρα μας! Δηλαδή, είναι πλούσιο το ποτάμι που έχει έρθει, υπέροχοι άνθρωποι, φανταστικοί!
[…] Να μην αρχίσω να λέω τώρα ονόματα, περιπτώσεις, κείμενα, ή οτιδήποτε άλλο, αλλά αυτός ο λαός, είναι επαναστατικός, μ’ αυτούς που έχουν εκφράσει την επανάσταση, και όχι με τους γερμανοτσολιάδες!
[…] Και έχει πιο δύναμη το δικό μας το βόλι, από το δικό τους το βόλι, έστω κι αν είμαστε λίγοι. Το θαύμα του Μαραθώνα, το οποίο το μελετούν ακόμα πολεμικές σχολές, από δω από κει, ποιο ήτανε; Είχανε αδύναμο κέντρο, και ισχυρές πτέρυγες!
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό, ήταν ότι υπερασπιζόντουσαν κάτι! Οι άλλοι ήτανε μισθοφόροι. Δεν ξέρανε γιατί πολεμάγανε, εκτός από ένα μισθό. Αλλά οι άλλοι ξέρανε γιατί πολεμάγανε. Για έναν κόσμο υπέροχο, την Αθηναϊκή Δημοκρατία! Την υπέροχη Αθηναϊκή Δημοκρατία! […]
Αυτούς βλέπετε, αυτά φάτε!
[…] Στη χούντα ήταν σκληρά τα πράγματα. Ήταν η ξεφτίλα του νέου ανθρώπου […] Όταν έρχεται η στιγμή υπερασπίζομαι. Κι αυτό που υπερασπίζομαι; Σκεφτόμουνα. Το μόνο μου παράπτωμα ήταν ότι σκεφτόμουνα […] Εν τούτοις αυτό που δεν ήξερα και που θεωρούσα δίκαιο, είναι αυτό που με κράτησε, και δεν είπα λέξη. Χωρίς να έχω Θεό, χωρίς καμία αναφορά, χωρίς τίποτα. Και είναι ακόμα αυτός ο κόσμος που υπηρετώ.
[…] Τέλος, πρέπει να πω ότι το βιβλίο της Πατούλη, μπορεί να διαβαστεί και με έναν άλλο τρόπο: Ότι 180 άνθρωποι που είχανε κάτι να πούνε, γιατί οι περισσότεροι αποκλείονται; Γιατί δεν εντάχθηκε αυτό που λένε στον πολιτικό λόγο; Δηλαδή, ακόμα και μεγάλα ονόματα, όλοι αυτοί οι άνθρωποι αποκλείστηκαν από τη διαμόρφωση της πολιτικής σκέψης στην Ελλάδα. Και έχουμε τώρα π.χ. την Τρέμη και οποιαδήποτε άλλη Τρέμη και μπορώ να πω και δεκάδες ανάλογα ονόματα που διαμορφώνουν την πολιτική σκέψη. Οπότε, μην λέμε για προβλήματα… Αυτούς βλέπετε, αυτά φάτε!»
Απόσπασμα από τη συζήτηση* με τίτλο «Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία» στην κρίση, και θέμα τα αιτήματα του Πολυτεχνείου σε σχέση με τα αποτελέσματα της ακτιβιστικής «Έρευνας για την κρίση (2010-2014)», της Κρυσταλίας Πατούλη, Εκδόσεις Κέδρος:
COMMENTS