Tου Θεόδωρου Δίζελου Μ έσα στην πληθώρα των προβλημάτων που απασχολούν τα κράτη της Μ. Ανατολής, πολιτικών και οικονομικών προβλ...
Tου Θεόδωρου Δίζελου
Μέσα στην πληθώρα των προβλημάτων που απασχολούν τα κράτη της Μ. Ανατολής, πολιτικών και οικονομικών προβλημάτων, πρόσφατα κατέστη προβληματική και η Τουρκία. Και βέβαια δεν πρόκειται για μια τυχαία χώρα, καθώς διαθέτει πλούτο αλλά και τρομερή γεωπολιτική θέση.
Και για τους λόγους αυτούς είχε συμπεριληφθεί στο πρόσφατο παρελθόν στο λόμπι του G-20. Δηλαδή στον όμιλο των 20 ισχυρότερων χωρών. Τώρα, όμως, και κυρίως από τις αρχές του φετινού καλοκαιριού, άρχισε να παρουσιάζει σοβαρά οικονομικά προβλήματα, αλλά και πολιτικά. Και τα πολιτικά της προβλήματα έχουν προκαλέσει ισχυρό πονοκέφαλο στην κυβέρνηση του Ερντογάν. Οι διαδηλώσεις του τουρκικού λαού στην πλατεία Taxim είναι απόδειξη των σοβαρών αυτών προβλημάτων. Βέβαια, με αντιδημοκρατικά μέσα, η τουρκική κυβέρνηση κατάφερε να κατευνάσει τη λαϊκή αυτή αντίδραση, όμως τα προβλήματα παραμένουν και απλά ετεροχρονίστηκαν.
Το σοβαρότερο πολιτικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο Ερντογάν είναι η διαγραφόμενη ένταση του κουρδικού προβλήματος. Με ευκαιρία την κρίση στη Συρία οι Κούρδοι επιδιώκουν την ανασύσταση του διαλυθέντος κράτους τους, δηλαδή του παλαιού Κουρδιστάν, το οποίο, ως γνωστόν, διανεμήθηκε μεταξύ Τουρκίας - Συρίας - Ιράκ. Στην Τουρκία διαβιούν σήμερα περίπου 15 εκατ. πολιτών (Κούρδων) που είναι αποφασισμένοι να αγωνιστούν για την επανασύνδεση του Κουρδιστάν. Πέραν αυτού υπάρχει και η αντίδραση των παλαιών Κεμαλικών που καπηλεύονται την εθνικοφροσύνη και έχουν δημιουργήσει παρακρατικές οργανώσεις, με μεγάλη επίδοση στην παραβατικότητα. Ο Ερντογάν κατάφερε, βέβαια, να εξουδετερώσει και να διαλύσει το κεμαλικό κατεστημένο (στρατιωτικοί-αστυνομικοί-δικαστές-τραπεζίτες κ.λπ.) δεν κατάφερε όμως παρά ταύτα να εξοντώσει εντελώς το παρακράτος της εθνικοφροσύνης. Αυτά καθ’ όσον αφορά τον πολιτικό πονοκέφαλο.
Ας ρίξουμε όμως μια ματιά και στον οικονομικό τομέα, που ήταν το κλέος και καύχημα της εποχής Ερντογάν. Εκεί τα προβλήματα είναι συσσωρευμένα. Και πρόσφατα ο τούρκος πρωθυπουργός εξέφρασε τις ανησυχίες του για τα οικονομικά προβλήματα της Τουρκίας, δηλώνοντας ότι το «λόμπι των επιτοκίων φταίει για όλα». Θέλοντας να υπογραμμίσει την αντίθεσή του στα μέτρα που έλαβε η Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας, για να σταματήσει την εκροή κεφαλαίων από τη χώρα αυτή. Ήδη από την αρχή της φετινής χρονιάς υπολογίζεται ότι έφυγαν στο εξωτερικό 200 δισ. δολάρια. Και τα κεφάλαια αυτά έφυγαν από τα τουρκικά ομόλογα και από το χρηματιστήριο. Αυτό είναι βαρόμετρο μιας σοβαρής επιδείνωσης της οικονομίας, της χώρας αυτής. Συνήθως οι κρίσεις εμφανίζονται πρώτα στον χρηματοπιστωτικό τομέα και στη συνέχεια επεκτείνονται και στην πραγματική οικονομία. Τα δημοσιονομικά έσοδα έχουν μειωθεί και το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού έχει φτάσει στο ύψος του 10% του ΑΕΠ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα ότι οι ετήσιες δανειακές ανάγκες του τουρκικού Δημοσίου έφτασαν στα 60 δισ. δολάρια, μόνο για την κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος. Για μια οικονομία ισχυρή οι δανειακές ανάγκες των 60 δισ. ετήσια δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι είναι δυνατόν να προξενήσουν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Αλλά όταν η οικονομία είναι σε επιβράδυνση, τότε το ποσό αυτό του δανεισμού έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις. Και ως πρώτη αρνητική επίπτωση αναφέρουμε τη μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων κατά 13% από την αρχή της φετινής χρονιάς. Αυτή η μείωση της συναλλαγματικής θέσης είχε αποτέλεσμα και την αύξηση του επιτοκίου δανεισμού της Τουρκίας, το οποίο από 5,4% που ήταν στην αρχή του 2013, έφτασε στο 9,5%. Οι χρηματοπιστωτικές αγορές, από τις οποίες δανείζεται η Τουρκία, δεν συγχωρούν σφάλματα στην οικονομία. Τουναντίον κοιτάζουν να επωφεληθούν από τα σφάλματα των διαφόρων κυβερνήσεων. Αυτά ας τα έχουν υπόψη τους και οι δικοί μας «εθνοσωτήρες» που φιλοδοξούν να βγουν στις αγορές για δανεισμό μέσα στο 2014, χωρίς ακόμη η οικονομία μας να έχει ισχυροποιηθεί και να μπορεί να κρατήσει χαμηλά τα επιτόκια δανεισμού. Το αποτέλεσμα όλων αυτών των εξελίξεων είναι η πτώση που παρουσιάζει η τουρκική λίρα στην ισοτιμία της με το δολάριο. Αυτή η εξέλιξη είναι που μας δείχνει το οικονομικό βαρόμετρο που επικρατεί στην Τουρκία. Βέβαια η μείωση της ισοτιμίας του νομίσματος, όταν είναι προγραμματισμένη ευεργετεί τις εξαγωγές, καθώς βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα των εξαγομένων προϊόντων. Ενώ αντίθετα όταν είναι προϊόν κακής πορείας της οικονομίας, τότε ασφαλώς δεν έχει θετικά αποτελέσματα. Οι ηγέτες της Τουρκίας και κυρίως ο Ερντογάν, κατάφεραν να κρατήσουν τη χώρα τους μακριά από δεσμεύσεις της νομισματικής τους πολιτικής. Επομένως μπορούν να παίζουν νομισματικά παιχνίδια και να προσαρμόζουν τη νομισματική τους πολιτική στις ανάγκες της οικονομίας τους. Ένα προνόμιο το οποίο δυστυχώς δεν έχει η Ελλάδα και που το παρέδωσε στην Ευρωζώνη. Όμως μετά τα στοιχεία που παραθέσαμε παραπάνω, η μείωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων και η πτώση της ισοτιμίας της τουρκικής λίρας είναι πάρα πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν με επιτυχείς χειρισμούς της νομισματικής της πολιτικής.
Και αυτό που συμβαίνει με την Τουρκία δεν είναι ένα μεμονωμένο γεγονός. Όλες οι αναπτυγμένες χώρες και αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ασίας παρουσιάζουν τα ίδια φαινόμενα επιβράδυνσης των οικονομιών τους. Επομένως η νόσος είναι γενικευμένη τόσο στην Ασία όσο και στην Ευρώπη. Φως στο τούνελ βλέπουν μόνο οι ΗΠΑ. Και δεν αποκλείεται αυτός ο ζήλος της κυβέρνησης των ΗΠΑ για επέμβαση στη Συρία να οφείλεται στην επιθυμία της ηγεσίας τους να προκαλέσει μια γενικότερη ανάφλεξη στην περιοχή, για να δουλέψουν εντονότερα οι πολεμικές τους βιομηχανίες, για να μειωθεί η υψηλή ανεργία και για να πετύχουν τους γεωοικονομικούς και γεωπολιτικούς στόχους που έχουν θέσει. Μια γενικότερη ανάφλεξη στην Ασία θα είναι καταστροφική για την παγκόσμια οικονομία. Και είναι απορίας άξιον, πώς αυτό δεν το αντιλαμβάνεται ο Πρόεδρος Ομπάμα με τη μεγάλη ομάδα συμβούλων που διαθέτει. Όλα τα άλλα κράτη και οι λαοί τους έχουν ταχθεί ενάντια σε μια στρατιωτική επέμβαση της Δύσης στη Μ. Ανατολή.
Ακόμα και η πιστή σύμμαχος και συμπαραστάτης της πολιτικής των ΗΠΑ, η Βρετανία, έχει ταχθεί ενάντια στην επέμβαση σε βάρος του Άσαντ. Με μοναδική ίσως περίπτωση τον δικό μας υπουργό Εξωτερικών, τον κ. Βενιζέλο, ο οποίος πριν διαφανεί στον ορίζοντα η εξέλιξη του θέματος της επέμβασης έτρεξε να δηλώσει ότι η Ελλάδα, σαν πειθήνιο τέκνο του συστήματος, θα παράσχει κάθε διευκόλυνση στη στρατιωτική επέμβαση.
Με τέτοια αόμματη διπλωματία και με κυβέρνηση που επιδιώκει την «έξωθεν καλή μαρτυρία» μόνον, είναι ποτέ δυνατόν η χώρα μας να αξιοποιήσει προς όφελός της τις ευκαιρίες που θα δημιουργήσει αυτός ο αναστατωμένος κόσμος της Ασίας; Αναστατωμένος πολιτικά και οικονομικά. Ειδικά η χώρα μας θα πρέπει να προσέξει πάρα πολύ το θέμα της συμπεριφοράς της απέναντι στην Τουρκία που αντιμετωπίζει οξύτατα πολιτικά και οικονομικά προβλήματα. Είναι γεγονός ότι ο Ερντογάν χρειάζεται τώρα μια εμπόλεμη κατάσταση για να συσπειρώσει κοντά του τον τουρκικό λαό, αλλά και για να καθιερωθεί ως πρώτη προσωπικότητα στον ισλαμικό χώρο. Γι’ αυτό και έσπευσε να δηλώσει τη σύμφωνη γνώμη του για επέμβαση των ΗΠΑ στη Συρία, ενάντια στον Άσαντ. Και αν τελικά ο Ομπάμα υπαναχωρήσει, κάτι που το βλέπουμε πολύ δύσκολο, δεν αποκλείεται η Τουρκία να θελήσει να προκαλέσει ένταση στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Καθώς διαφορετικά δεν είναι δυνατόν να πορευτεί με τόσα προβλήματα. Η κυβέρνηση θα πρέπει από τώρα να αποκτήσει σχέδιο δράσης, για οποιαδήποτε περίπτωση στην εξέλιξη του μεσανατολικού προβλήματος. Και φυσικά και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Είμαστε βέβαιοι ότι στη σύσκεψη Σαμαρά - Βενιζέλου της προηγούμενης Δευτέρας που συζητήθηκε το θέμα της Συρίας, κάποια σωστή προσέγγιση στο θέμα θα είχαν οι δύο πολιτικοί αρχηγοί που στηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση. Θα ήταν μεγάλη επιτυχία για τη χώρα μας να καταφέρει να αντιμετωπίσει σωστά, όλο το φάσμα των προβλημάτων που θα προκύψουν στον χώρο της Μ. Ανατολής. Γιατί όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι ο γειτονικός μας αυτός χώρος αποκτά ισχυρή δυναμική γεωπολιτικών και γεωοικονομικών μεταβολών. Και τα συμφέροντα της Ελλάδος είναι συνδεδεμένα με τον αραβικό κόσμο, καθώς άρχισε η διείσδυση οικονομικών συμφερόντων των αραβικών χωρών στην Ελλάδα. Και αυτό αποτελεί κρίσιμη εξέλιξη για τη χώρα μας, δεδομένων των αναπτυξιακών προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε.
Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι ότι η περιοχή μας μπήκε σε μια δυναμική εξελίξεων, που η αξιοποίησή τους απαιτεί μια ισχυρή κυβέρνηση με ευρύ λαϊκό έρεισμα. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για τα κράτη της Μ. Ανατολής. Ισχύει και για την Ελλάδα που αυτή τη στιγμή δεν διαθέτει κυβέρνηση με ευρεία λαϊκή στήριξη.
Δυστυχώς η Ελλάδα εξουσιάζεται από την «τρόικα», η οποία φυσικό είναι να μην ενδιαφέρεται παρά μόνο για το πώς θα μπορέσει να εισπράξει τα δάνεια και τους τόκους και όχι για τη βιωσιμότητα του ελληνικού λαού και του ελληνικού κράτους. Και απόδειξη είναι το email που έστειλε η «τρόικα» στην κυβέρνηση την περασμένη Τρίτη και ζητούσε πάραυτα να κλείσουν οι αμυντικές βιομηχανίες και να απολυθούν οι εργαζόμενοι χωρίς καμία αποζημίωση. Πράγμα που σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν θα έχει ούτε σφαίρα πλέον για την αμυντική της κάλυψη. Οικτρό κατάντημα!
Πηγή: Το Παρόν
COMMENTS