Στην εργασία αυτή, προτείνεται ένα μοντέλο, συνεπές με τη θεωρία χορδών , για τα λεγόμενα παραφυσικά φαινόμενα, όπως είναι η αντίληψη ...
Στην εργασία αυτή, προτείνεται ένα μοντέλο, συνεπές με τη θεωρία χορδών, για τα λεγόμενα παραφυσικά φαινόμενα, όπως είναι η αντίληψη πέρα από τις αισθήσεις μας (ESP).
Yποτίθεται ότι οι μαθηματικές ικανότητες απορρέουν από μια ειδική "διανοητική κατάσταση κενού", η οποία εξηγείται στη βάση βιολογικών και ανθρωπικών επιχειρημάτων.
Η ESP τότε εξηγείται με τη χρήση "φυσαλίδων σκέψης", οι οποίες ξεπηδούν από την διανοητική κατάσταση κενού και διαμοιράζονται στους συμμετέχοντες στο φαινόμενο ESP.
Στο τέλος του άρθρου παρατίθεται μια κριτική στα επιχειρήματα εκείνα που διατυπώνονται για να αποκλείσουν την ύπαρξη των παραφυσικών φαινομένων.
1. Εισαγωγή
Η Κριτική που έχει διατυπωθεί για τα παραφυσικά φαινόμενα, π.χ. Deutsch (2001), δηλώνει δογματικά ότι η παρ'' αίσθησιν αντίληψη (ESP) είναι ανοησίες.
Τέτοιες ισοπεδωτικές θέσεις δεν λαμβάνουν καθόλου υπ'' όψιν τους την πειραματική πρόοδο που έχει σημειωθεί σ'' αυτά τα φαινόμενα, όπως π.χ. (Radin 1997) και η οποία υποστηρίζει την πραγματική ύπαρξή τους.
Τελευταία το είδος αυτό της πραγματικότητας, αρχίζει να λαμβάνεται σοβαρά υπ'' όψιν από συμβατικούς φυσικούς.
Μια σημαντική πρόοδος που έχει συντελεστεί είναι το ξεπέρασμα του καθιερωμένου προτύπου, ως θεμελιώδους θεωρίας του Σύμπαντος, από την θεωρία χορδών (http://superstringtheory.com), στην οποία τα χαρακτηριστικά του Καθιερωμένου προτύπου αποτελούν απλά ένα υποσύνολο των δυνατών περιπτώσεων.
Όπως υποδεικνύει ο Carr (2001, 2003) μια τέτοια αλλαγή σε θεμελιώδες επίπεδο, ανοίγει νέες δυνατότητες στην επιστήμη, όπου μπορούν να περιλαμβάνονται και παραφυσικά φαινόμενα στους κόλπους της φυσικής.
Στα παρακάτω, συνδυάζεται ένας αριθμός εννοιών, -συνεπων με τις παραδεκτές ιδέες - οι οποίες οδηγούν σε μια ποιοτική εξήγηση της ESP.
Υπόσχονται δε οι ιδέες αυτές μια ξεκάθαρη βάση για την κατανόηση των παραφυσικών φαινομένων, γενικά.
2. Μια ξεχωριστή διανοητική πραγματικότητα
Μια υπόθεση κλειδί που κάνουμε, ενώ δεν έχει ξεκάθαρους δεσμούς με την πειραματική φυσική, άπτεται εν τούτοις με μια θέση που υποστηρίχτηκε από μαθηματικούς όπως ο Gödel (Davis and Hersh 1981, Penrose 1994).
Πρόκειται για την ιδέα ότι, μερικές όψεις της διανόησης περιλαμβάνουν ένα πυρήνα πραγματικότητας, ο οποίος είναι αρκετά αλλά όχι τελείως αποκομμένος από τα φαινόμενα που εμφανίζονται στη συμβατική φυσική.
Η ιδέα μιας τέτοιας αποκοπής έχει προηγούμενα, π.χ. στον τρόπο που 2 από τις θεμελιώδεις δυνάμεις (η ισχυρή και η ασθενής) δεν παίζουν ρόλο σε μεγάλους τομείς της φυσικής και της χημείας, ενώ σε άλλους τομείς αντίθετα, έχουν πολύ σπουδαίο ρόλο.
Στη συνέχεια, σημειώστε ότι η θεωρία χορδών, καθώς περιλαμβάνει περισσότερες των τριών χωρικές διαστάσεις, καθώς επίσης και μια κατάσταση κενού η οποία δεν είναι μοναδική, αλλά αντίθετα σύμφωνα και με τον Susskind (2003a, b), υπάρχει ένας πολύ μεγάλος αριθμός τέτοιων καταστάσεων, είναι συνεπής με την ύπαρξη εντός αυτής ενός "ξεχωριστού τομέα", πράγμα που δεν ισχύει στην θεωρία του Καθιερωμένου Προτύπου, με τις περιορισμένες διαστάσεις.
Το σημείο που σχετίζεται με τη μαθηματική σκέψη και τροφοδοτεί το μοντέλο μας είναι το εξής.
Θεωρείστε πρώτα τι ακριβώς κάνει το μυαλό μας κατά την οπτική μας αντίληψη.
Εδώ η κύρια πληροφορία μέσα από τους οπτικούς αποδέκτες, περνάει από πολλές επεξεργασίες ώσπου να καταλήξει σε μια υψηλού επιπέδου αναπαράσταση του περιεχομένου του οπτικού πεδίου. αφαίρεσης
Δεν είναι παράλογο λοιπόν να δούμε και τα μαθηματικά σαν μια παρόμοια επεξεργασία, εκτός από το ότι εδώ έχουμε αφαίρεση υψηλοτέρου επιπέδου.
Στην οπτική περίπτωση η μηχανισμοί είναι πιο άμεσοι: το οπτικό πεδίο περιέχει τυπικά πλευρές.
Για την αφαίρεση αυτή έχει αναπτυχθεί ένα ειδικό νευρικό σύστημα, συσχετισμένο με την ικανότητά μας να αντιλαμβανόμαστε άκρα.
Είναι δύσκολο να εντοπίσουμε παρόμοια έτοιμη πρόσβαση σε υψηλότερες μαθηματικές αφαιρέσεις, οι οποίες μικρή μόνο σύνδεση έχουν με την εμπειρία. (Penrose 1994).
Μια λύση του προβλήματος για τις μαθηματικές συλλήψεις θα την αναζητούσαμε κατά κάποιο τρόπο "στη φυσική", παρά σε ιδιότητες του εγκεφάλου μας.
Σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι μια τέτοια δραστική λύση δεν είναι αναγκαία για να εξηγήσει πως πετυχαίνουμε πρόσβαση στις μαθηματικές ιδέες, και ότι τα νευρικά δίκτυα μπορούν να μας δώσουν μια επαρκή εξήγηση, ένα πιο ισχυρό επιχείρημα για την ύπαρξη μιας Πλατωνικής σφαίρας μπορεί να στηριχθεί στη βάση της αισθητικής πλευράς της μουσικής (Josephson και Carpenter 1996).
Μέχρις εδώ, με το να μετατοπίσουμε την περιοχή της μαθηματικής σκέψης (και της μουσικής) σε μια άλλη σφαίρα, έχουμε αντικαταστήσει το ένα μυστήριο με ένα άλλο.
Αλλά γιατί τελικά μια τέτοια σφαίρα θα πρέπει να υπάρχει;
Η εξήγηση που δίνουμε έχει βιολογικό χαρακτήρα, λαμβάνοντας υπ'' όψιν το γεγονός ότι η επεξεργασία της πληροφορίας είναι μια ουσιώδης συνιστώσα της βιολογικής λειτουργίας.
Μόνο όμως κάποιες πολύ ειδικές διαδικασίες επεξεργασίας πληροφορίας έχουν χαρακτήρα αυτοπροστασίας της ζωής.
Ενώ είναι γενικά αποδεκτό ότι η επεξεργασία της πληροφορίας που περιλαμβάνεται γίνεται με τη χρήση συνήθων φυσικών μέσων, δεν είναι λογική αναγκαιότητα ότι αυτή είναι και η μοναδική περίπτωση. Κάποιες επεξεργασίες πληροφορίας σ'' ένα οργανισμό είναι εξειδικευμένες στη φύση και στο περιβάλλον του οργανισμού, αλλά μερικές έχουν πιο αφηρημένο και παγκόσμιο χαρακτήρα, και θα μπορούσαν να γίνονται με τη χρήση ενός τελείως διαφορετικού συστήματος με το οποίο οι μεμονωμένοι οργανισμοί θα αλληλεπιδρούσαν.
Στη συνέχεια παρατηρούμε ότι στην κλίμακα του Planck, μπορεί να υποτεθεί ότι υπάρχει μια μορφή πρωτο-ζωής, η οποία ορίζεται ως σχηματισμοί διακυμάνσεων, και επιζεί περισσότερο απ'' όσο κάποιοι τυπικοί σχηματισμοί.
Η εξέλιξη μιας τέτοιας ζωής αναμένεται να συνοδεύεται και από την εξέλιξη των συστημάτων πληροφορίας που την συνοδεύουν.
Φτάνουμε στο προτεινόμενο μοντέλο, υποθέτοντας ότι το συνηθισμένο φυσικό μέρος και το μέρος της πληροφορίας εξελίσσονται ανεξάρτητα, και ότι το μέρος της πληροφορίας μπορεί να επιζήσει ακόμα και από την δημιουργία και καταστροφή ανεξάρτητων Συμπάντων, και να παραμένει σαν ένα παντοτινό υπόβαθρο με το οποίο νέα Σύμπαντα, νέες διαταραχές της κλίμακας Planck, αλλά και πιο ανεπτυγμένες μορφές ζωής μπορούν να αλληλεπιδρούν μαζί του.
Υποθέτοντας μια απεριόριστη κλίμακα χρόνου, το πιο ανθεκτικό αυτό μέρος του πληροφοριακού υπόβαθρου μπορεί να επιζεί και να εξελίσσεται απεριόριστα, έτσι ώστε οι δυναμικές του θα μπορούσαν να φτάσουν να περιλαμβάνουν χαρακτηριστικά που αντιστοιχούν σε μαθηματικές έννοιες και παραστάσεις.
Η ιδέα αυτή μπορεί να συνδεθεί επιτυχώς με ανθρωπικές ιδέες, ιδιαίτερα μάλιστα σύμφωνα με τις απόψεις του Susskind (2003a, b), ο οποίος εξηγεί γιατί το σύμπαν μας μοιάζει να είναι μυστηριωδώς τέλεια συντονισμένο ώστε να εξελιχθεί μόνο αυτό που μπορεί να αναπτύξει μια μορφή ζωής, ενώ υπάρχει ένας τεράστιος αριθμός άλλων δυνατών παράλληλων συμπάντων.
Την αντιμετώπιση αυτή μπορούμε να τη δούμε ως εφαρμογή μιας όμοιας ιδέας για το πληροφοριακό μέρος της ζωής. Ενώ ο Susskind μεταχειρίζεται τη ζωή ως παθητικό ένοικο του σύμπαντος εκείνου που έχει τη δυνατότητα να την αναπτύξει, η δική μας πρόταση βλέπει τη ζωή με πιο γενικό τρόπο.
Ότι έχει δηλαδή τη δυνατότητα να διαμορφώνει το περιβάλλον της συνεταιρικά με αυτό, κατά τρόπο ανάλογο με τις προτάσεις του Lovelock (1995).
(Πρόκειται για την υπόθεση της Γαίας, η οποία σήμερα βρίσκει αρκετές υποστηρικτικές ενδείξεις).
Υιοθετούμε δηλαδή την πρόταση ότι η ζωή είναι ικανή να αλληλεπιδρά συνεργατικά με το περιβάλλον της, ανακαλύπτοντας τρόπους που μεγιστοποιούν την κοινή τους ωφέλεια.
3. Ένα μοντέλο για την ESP
Χρειάζεται να προσθέσουμε ακόμα μερικές λεπτομέρειες στο μοντέλο μας.
Για να μπορέσουμε να μοντελοποιήσουμε την ατομική σκέψη, υποθέτουμε ότι οι μορφές της κάθε ξεχωριστής ζωής μπορούν να διαταράσσουν την κατάσταση υποβάθρου έτσι ώστε να δημιουργείται μια εντοπισμένη "φυσαλίδα νόησης", προσκολλημένη στο άτομο που την δημιούργησε.
Αυτό προϋποθέτει ότι η κατάσταση κενού που εμπλέκεται βρίσκεται κοντά σε μια μεταβολή φάσης, έτσι ώστε μια κατάλληλη διαταραχή να μπορεί να δημιουργήσει μια περιοχή με διαφορετικό είδος τάξης από το συγκεκριμένο κενό.
Αν υποτεθεί ότι ισχύει το σενάριο που περιγράφτηκε, η εικόνα που προτείνεται μπορεί να προσαρμοστεί ώστε να εξηγεί φαινόμενα όπως η τηλεπάθεια και η ESP.
Στην πρώτη περίπτωση, η ύπαρξη της τηλεπάθειας μπορεί να αιτιολογηθεί με την κοινή κατοχή διανοητικών καταστάσεων από 2 ανεξάρτητες μορφές ζωής.
(Το πλεονέκτημα αυτό μπορεί να συνοδεύεται και από μειονεκτήματα όπως θα φανεί αργότερα).
Είναι φυσικό στην περίπτωση αυτή, να θέσουμε το αξίωμα ότι κατά την τηλεπάθεια, τα περιεχόμενα μιας "κοινής διανοητικής φυσαλίδας" είναι προσιτά και στις 2 ανεξάρτητες μορφές ζωής, Υποθέτουμε γενικά στο μοντέλο μας ότι η κατάσταση αυτής της φυσαλίδας, παίζει το ρόλο της πληροφορίας η οποία αποκτά σημασία κατά την τηλεπαθητική επαφή, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από τα δύο συνδεδεμένα συστήματα.
Η φυσική που εμπλέκεται κατά την κοινή πρόσβαση στη φυσαλίδα, μπορεί να γίνει κατανοητή με μια αναλογία βασισμένη στο φαινόμενο Mössbauer, το οποίο είναι ένα φαινόμενο που περιλαμβάνει τη αυθόρμητη διάσπαση ενός ραδιενεργού πυρήνα που βρίσκεται σε κάποια πλεγματική θέση ενός κρυστάλλου. (Mössbauer 1961).
Σε κάποιες περιπτώσεις που εξαρτώνται από παραμέτρους, όπως η ενέργεια διάσπασης και η θερμοκρασία, η ανάκρουση του πυρήνα από μια τέτοια διάσπαση, μεταβιβάζεται στον κρύσταλλο ως σύνολο, αντί να επηρεάσει μόνο την περιοχή του πυρήνα που διασπάται.
Αυτές οι διαδικασίες χωρίς τοπική ανάκρουση, καταλήγουν σ'' ένα συγκεκριμένο υποσύνολο όλων των δυνατών τελικών καταστάσεων του συστήματος, για τις οποίες η κατάσταση ταλάντωσης του πλέγματος (αρθ. φωνονίων), παραμένει αμετάβλητη κατά τη διάσπαση.
Αυτή, η κάπως εσωτερική δυνατότητα, μας δείχνει ένα μηχανισμό, ο οποίος εξαρτάται από ανάλογους περιορισμούς για τις τελικές καταστάσεις της "νοητικής φυσαλίδας", ο οποίος θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις μας για μια κατάσταση του συστήματος που την μοιράζονται και τα δύο άτομα στην παρ'' αίσθηση αντίληψη.
4. Αντιμετωπίζοντας την κριτική
Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει μια τέτοια ανάλυση, είναι να εξηγήσει πως ένας τέτοιος μηχανισμός για την ESP και τα άλλα παραφυσικά φαινόμενα, αν υπάρχει, εκδηλώνεται μόνο με πολύ ειδικούς τρόπους και υπό συνθήκες που δεν είναι ελέγξιμες.
Αυτό το εμπόδιο δεν φαίνεται να είναι ανυπέρβλητο, αφού και άλλα φαινόμενα (όπως π.χ. αυτά που σχετίζονται με τον καιρό, ) έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά.
Το σημείο που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι στην βιολογική σφαίρα, τα φαινόμενα που εκδηλώνονται διέπονται όχι μόνο από ότι είναι φυσικώς δυνατό, αλλά και από τις φυσικώς επιτρεπτές διαδικασίες που οδηγούν σε συνολικό όφελος για τον οργανισμό.
Σε σχέση τώρα με την ESP, μια αδιαφοροποίητη ευαισθησία προς τη σκέψη όλων των άλλων ανθρώπων, που προκύπτει από την ανεξέλεγκτη πρόσβαση προς τις νοητικές φυσαλίδες,
θα έτεινε να έχει μειονεκτήματα μάλλον παρά πλεονεκτήματα, καθώς θα κατακλυζόταν κάθε άτομο από τις σκέψεις των άλλων.
Οι πιο πολλές από αυτές θα συνέβαλλαν αποικοδομητικά με τις άλλες μας εποικοδομητικές δραστηριότητες.
Ο σωστός τρόπος λοιπόν να σκεφτούμε για την ESP είναι να την δούμε σαν ένα αργό αναπτυσσόμενο φαινόμενο, για ένα συγκεκριμένο άτομο, και ως ένα φαινόμενο που δεν εμφανίζεται καθόλου αν οι συνθήκες δεν το ευνοούν.
Από αυτή την ανάλυση βλέπουμε ότι το επιχείρημα που συναντάμε συχνά ενάντια στην ύπαρξη της ESP, ότι δηλαδή αν πράγματι υπήρχε, θα είχε μια τόσο μεγάλη σημασία για την επιβίωσή μας, ώστε με την πάροδο της εξέλιξης θα την είχαν όλοι οι άνθρωποι σε όλες τις καταστάσεις, βασίζεται σε λανθασμένη εκτίμηση για τα αποτελέσματα που θα έφερνε.
Ένα σχετικό πρόβλημα τέθηκε από τον Weinberg (1993), ο οποίος ρωτάει τι είδους δυνατό φυσικό σήμα θα μπορούσε να μετακινήσει μακρινά αντικείμενα και ωστόσο να μην γίνεται αντιληπτό από τα επιστημονικά όργανα;
Μια τέτοια ερώτηση αγνοεί τη δυνατότητα ότι μπορεί να υπάρχει ένα κατώφλι για τα ψυχοκινητικά φαινόμενα.
Ένα παρόμοιο επιχείρημα θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον σε σκεπτικισμό για τον ισχυρισμό ότι η θερμότητα του ήλιου μπορεί να προκαλέσει χημικές αντιδράσεις (κάψιμο), σ'' ένα κομμάτι χαρτί, αν αγνοήσει ότι αυτό συμβαίνει μόνο από ένα όριο και πάνω της συγκέντρωσης του φωτός (όπως πραγματοποιείται λ.χ. με τη βοήθεια ενός μεγεθυντικού φακού). Υπό συνήθεις συνθήκες το κάψιμο είναι αμελητέο.
Δεν πρέπει να απορρίπτουμε τόσο βιαστικά τα παραφυσικά φαινόμενα, στη βάση φαινομενικά εύλογων επιχειρημάτων, όπως κάνει π.χ ο ’t Hooft (2001).
Τα εύλογα επιχειρήματα συχνά στηρίζονται σε υποθέσεις που φαίνονται λογικές σ'' αυτούς που τα διατυπώνουν, αλλά μπορεί να παραβιάζονται στον πραγματικό κόσμο.
5. Συμπερασματικά σχόλια
Η παραπάνω εργασία, κυρίως είχε ως κίνητρο να δείξει ότι τα επιχειρήματα που διατυπώνονται συχνά εναντίον των παραφυσικών φαινομένων, δεν είναι σωστά θεμελιωμένα.
Σκοπό έχει επίσης να δείξει την ανάγκη να ανακαλύψουμε πως τα φαινόμενα αυτά μπορούν να περιληφθούν μέσα στη συμβατική επιστήμη.
Στο παρελθόν έχουν γίνει προτάσεις με αυτό το στόχο, οι οποίες στηρίζονται στην αιτιακή ερμηνεία της κβαντομηχανικής από τον Bohm (Josephson and Pallikari-Viras 1991, Valentini 1991), αλλά το γεγονός ότι η αιτιακή αντιμετώπιση της κβαντομηχανικής δεν απολαμβάνει σήμερα μιας γενικότερης αποδοχής, μας οδηγεί να ψάξουμε αλλού για γόνιμες ιδέες.
Η παρούσα εργασία είναι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας έρευνας.
Το περισσότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι πρόκειται μάλλον για σκιαγράφηση μιας θεωρίας, αφού τα επιχειρήματά μας είναι ποιοτικού χαρακτήρα, αλλά αυτή η ποιοτική σκιαγράφηση, φέρνει στο φως έναν αριθμό ειδικών θεμάτων, των οποίων το ξεκαθάρισμα μπορεί να μας δώσει τη βάση για μια πιο πλήρη αντιμετώπιση των φαινομένων.
6. Συμπληρωματικές παρατηρήσεις
Τα επιχειρήματα του Susskind υποδεικνύουν ότι η πραγματικότητα μπορεί να είναι πολύ πιο πολύπλοκη απ'' ότι υποθέτουμε.
Περαιτέρω αλλαγές στη θεμελιώδη επιστήμη,(οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τη θεώρηση της επίδρασης της ζωής), μπορεί να απαιτούνται για να βρούμε διέξοδο σ'' αυτή την πολυπλοκότητα.
Επειδή οι προτάσεις μας (όπως οι "φυσαλίδες νόησης" που γεννιούνται από κάποιο υπόβαθρο) δεν περιλαμβάνουν τις ακριβείς λεπτομέρειες της θεωρίας χορδών, μπορούν να επιζήσουν και μετά από πιθανές θεμελιώδεις μεταβολές των φυσικών θεωριών.
Ο συγγραφέας:
Ο Brian D. Josephson είναι βραβευμένος με το Βραβείο Νόμπελ της φυσικής, και είναι καθηγητής στο τμήμα φυσικής του πανεπιστημίου του Cambridge.
Αν υποτεθεί ότι ισχύει το σενάριο που περιγράφτηκε, η εικόνα που προτείνεται μπορεί να προσαρμοστεί ώστε να εξηγεί φαινόμενα όπως η τηλεπάθεια και η ESP.
Στην πρώτη περίπτωση, η ύπαρξη της τηλεπάθειας μπορεί να αιτιολογηθεί με την κοινή κατοχή διανοητικών καταστάσεων από 2 ανεξάρτητες μορφές ζωής.
(Το πλεονέκτημα αυτό μπορεί να συνοδεύεται και από μειονεκτήματα όπως θα φανεί αργότερα).
Είναι φυσικό στην περίπτωση αυτή, να θέσουμε το αξίωμα ότι κατά την τηλεπάθεια, τα περιεχόμενα μιας "κοινής διανοητικής φυσαλίδας" είναι προσιτά και στις 2 ανεξάρτητες μορφές ζωής, Υποθέτουμε γενικά στο μοντέλο μας ότι η κατάσταση αυτής της φυσαλίδας, παίζει το ρόλο της πληροφορίας η οποία αποκτά σημασία κατά την τηλεπαθητική επαφή, και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και από τα δύο συνδεδεμένα συστήματα.
Η φυσική που εμπλέκεται κατά την κοινή πρόσβαση στη φυσαλίδα, μπορεί να γίνει κατανοητή με μια αναλογία βασισμένη στο φαινόμενο Mössbauer, το οποίο είναι ένα φαινόμενο που περιλαμβάνει τη αυθόρμητη διάσπαση ενός ραδιενεργού πυρήνα που βρίσκεται σε κάποια πλεγματική θέση ενός κρυστάλλου. (Mössbauer 1961).
Σε κάποιες περιπτώσεις που εξαρτώνται από παραμέτρους, όπως η ενέργεια διάσπασης και η θερμοκρασία, η ανάκρουση του πυρήνα από μια τέτοια διάσπαση, μεταβιβάζεται στον κρύσταλλο ως σύνολο, αντί να επηρεάσει μόνο την περιοχή του πυρήνα που διασπάται.
Αυτές οι διαδικασίες χωρίς τοπική ανάκρουση, καταλήγουν σ'' ένα συγκεκριμένο υποσύνολο όλων των δυνατών τελικών καταστάσεων του συστήματος, για τις οποίες η κατάσταση ταλάντωσης του πλέγματος (αρθ. φωνονίων), παραμένει αμετάβλητη κατά τη διάσπαση.
Αυτή, η κάπως εσωτερική δυνατότητα, μας δείχνει ένα μηχανισμό, ο οποίος εξαρτάται από ανάλογους περιορισμούς για τις τελικές καταστάσεις της "νοητικής φυσαλίδας", ο οποίος θα μπορούσε να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις μας για μια κατάσταση του συστήματος που την μοιράζονται και τα δύο άτομα στην παρ'' αίσθηση αντίληψη.
4. Αντιμετωπίζοντας την κριτική
Το πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει μια τέτοια ανάλυση, είναι να εξηγήσει πως ένας τέτοιος μηχανισμός για την ESP και τα άλλα παραφυσικά φαινόμενα, αν υπάρχει, εκδηλώνεται μόνο με πολύ ειδικούς τρόπους και υπό συνθήκες που δεν είναι ελέγξιμες.
Αυτό το εμπόδιο δεν φαίνεται να είναι ανυπέρβλητο, αφού και άλλα φαινόμενα (όπως π.χ. αυτά που σχετίζονται με τον καιρό, ) έχουν παρόμοια χαρακτηριστικά.
Το σημείο που πρέπει να θυμόμαστε είναι ότι στην βιολογική σφαίρα, τα φαινόμενα που εκδηλώνονται διέπονται όχι μόνο από ότι είναι φυσικώς δυνατό, αλλά και από τις φυσικώς επιτρεπτές διαδικασίες που οδηγούν σε συνολικό όφελος για τον οργανισμό.
Σε σχέση τώρα με την ESP, μια αδιαφοροποίητη ευαισθησία προς τη σκέψη όλων των άλλων ανθρώπων, που προκύπτει από την ανεξέλεγκτη πρόσβαση προς τις νοητικές φυσαλίδες,
θα έτεινε να έχει μειονεκτήματα μάλλον παρά πλεονεκτήματα, καθώς θα κατακλυζόταν κάθε άτομο από τις σκέψεις των άλλων.
Οι πιο πολλές από αυτές θα συνέβαλλαν αποικοδομητικά με τις άλλες μας εποικοδομητικές δραστηριότητες.
Ο σωστός τρόπος λοιπόν να σκεφτούμε για την ESP είναι να την δούμε σαν ένα αργό αναπτυσσόμενο φαινόμενο, για ένα συγκεκριμένο άτομο, και ως ένα φαινόμενο που δεν εμφανίζεται καθόλου αν οι συνθήκες δεν το ευνοούν.
Από αυτή την ανάλυση βλέπουμε ότι το επιχείρημα που συναντάμε συχνά ενάντια στην ύπαρξη της ESP, ότι δηλαδή αν πράγματι υπήρχε, θα είχε μια τόσο μεγάλη σημασία για την επιβίωσή μας, ώστε με την πάροδο της εξέλιξης θα την είχαν όλοι οι άνθρωποι σε όλες τις καταστάσεις, βασίζεται σε λανθασμένη εκτίμηση για τα αποτελέσματα που θα έφερνε.
Ένα σχετικό πρόβλημα τέθηκε από τον Weinberg (1993), ο οποίος ρωτάει τι είδους δυνατό φυσικό σήμα θα μπορούσε να μετακινήσει μακρινά αντικείμενα και ωστόσο να μην γίνεται αντιληπτό από τα επιστημονικά όργανα;
Μια τέτοια ερώτηση αγνοεί τη δυνατότητα ότι μπορεί να υπάρχει ένα κατώφλι για τα ψυχοκινητικά φαινόμενα.
Ένα παρόμοιο επιχείρημα θα μπορούσε να οδηγήσει κάποιον σε σκεπτικισμό για τον ισχυρισμό ότι η θερμότητα του ήλιου μπορεί να προκαλέσει χημικές αντιδράσεις (κάψιμο), σ'' ένα κομμάτι χαρτί, αν αγνοήσει ότι αυτό συμβαίνει μόνο από ένα όριο και πάνω της συγκέντρωσης του φωτός (όπως πραγματοποιείται λ.χ. με τη βοήθεια ενός μεγεθυντικού φακού). Υπό συνήθεις συνθήκες το κάψιμο είναι αμελητέο.
Δεν πρέπει να απορρίπτουμε τόσο βιαστικά τα παραφυσικά φαινόμενα, στη βάση φαινομενικά εύλογων επιχειρημάτων, όπως κάνει π.χ ο ’t Hooft (2001).
Τα εύλογα επιχειρήματα συχνά στηρίζονται σε υποθέσεις που φαίνονται λογικές σ'' αυτούς που τα διατυπώνουν, αλλά μπορεί να παραβιάζονται στον πραγματικό κόσμο.
5. Συμπερασματικά σχόλια
Η παραπάνω εργασία, κυρίως είχε ως κίνητρο να δείξει ότι τα επιχειρήματα που διατυπώνονται συχνά εναντίον των παραφυσικών φαινομένων, δεν είναι σωστά θεμελιωμένα.
Σκοπό έχει επίσης να δείξει την ανάγκη να ανακαλύψουμε πως τα φαινόμενα αυτά μπορούν να περιληφθούν μέσα στη συμβατική επιστήμη.
Στο παρελθόν έχουν γίνει προτάσεις με αυτό το στόχο, οι οποίες στηρίζονται στην αιτιακή ερμηνεία της κβαντομηχανικής από τον Bohm (Josephson and Pallikari-Viras 1991, Valentini 1991), αλλά το γεγονός ότι η αιτιακή αντιμετώπιση της κβαντομηχανικής δεν απολαμβάνει σήμερα μιας γενικότερης αποδοχής, μας οδηγεί να ψάξουμε αλλού για γόνιμες ιδέες.
Η παρούσα εργασία είναι το αποτέλεσμα μιας τέτοιας έρευνας.
Το περισσότερο που μπορούμε να πούμε είναι ότι πρόκειται μάλλον για σκιαγράφηση μιας θεωρίας, αφού τα επιχειρήματά μας είναι ποιοτικού χαρακτήρα, αλλά αυτή η ποιοτική σκιαγράφηση, φέρνει στο φως έναν αριθμό ειδικών θεμάτων, των οποίων το ξεκαθάρισμα μπορεί να μας δώσει τη βάση για μια πιο πλήρη αντιμετώπιση των φαινομένων.
6. Συμπληρωματικές παρατηρήσεις
Τα επιχειρήματα του Susskind υποδεικνύουν ότι η πραγματικότητα μπορεί να είναι πολύ πιο πολύπλοκη απ'' ότι υποθέτουμε.
Περαιτέρω αλλαγές στη θεμελιώδη επιστήμη,(οι οποίες μπορεί να περιλαμβάνουν τη θεώρηση της επίδρασης της ζωής), μπορεί να απαιτούνται για να βρούμε διέξοδο σ'' αυτή την πολυπλοκότητα.
Επειδή οι προτάσεις μας (όπως οι "φυσαλίδες νόησης" που γεννιούνται από κάποιο υπόβαθρο) δεν περιλαμβάνουν τις ακριβείς λεπτομέρειες της θεωρίας χορδών, μπορούν να επιζήσουν και μετά από πιθανές θεμελιώδεις μεταβολές των φυσικών θεωριών.
Ο συγγραφέας:
Ο Brian D. Josephson είναι βραβευμένος με το Βραβείο Νόμπελ της φυσικής, και είναι καθηγητής στο τμήμα φυσικής του πανεπιστημίου του Cambridge.
Πηγή: alitogr.blogspot.gr
Πηγή: awakengr.com
COMMENTS