Ποιος δρόμος για την ανάκαμψη;
Του Άγη Βερούτη
Η ρευστότητα αποτελεί κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας μας, και η έλλειψή της είναι πλέον ολοφάνερη τόσο στις αυξανόμενες καθυστερημένες οφειλές φορολογούμενων προς το κράτος, όσο και στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων “κόκκινων” δανείων από τις τράπεζες, καθώς επίσης και στις καθυστερήσεις πληρωμών ανάμεσα στις επιχειρήσεις της παραγωγικής οικονομίας.
Η ρευστότητα αποτελεί κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας μας, και η έλλειψή της είναι πλέον ολοφάνερη τόσο στις αυξανόμενες καθυστερημένες οφειλές φορολογούμενων προς το κράτος, όσο και στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων “κόκκινων” δανείων από τις τράπεζες, καθώς επίσης και στις καθυστερήσεις πληρωμών ανάμεσα στις επιχειρήσεις της παραγωγικής οικονομίας.
Οι φόροι που καλείται να πληρώσει ο τίμιος μικρομεσαίος σήμερα, είναι ίσως οι υψηλότεροι και πολυπλοκότεροι που είχε ποτέ να πληρώσει, ενώ το κίνητρο για τους φοροδιαφεύγοντες ανταγωνιστές του είναι τόσο μεγαλύτερο όσο αυξάνεται η φορολόγηση.
Ταυτόχρονα το κανονιστικό πλαίσιο της οικονομίας, για την συνεχιζόμενη πολυπλοκότητα του οποίου ευθύνονται οι σημερινοί νομοθέτες που αρνούνται να το απλοποιήσουν, αποτελεί εμπόδιο στην ανάκαμψη της παραγωγικής οικονομίας.
Σύμφωνα με την Ετήσια Έκθεση Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας που εκδίδει το World Economic Forum, στην ειδική αναφορά για την Ελλάδα [σελ. 7, δεξιά στήλη], βρισκόμαστε ως προς την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας στην 91η θέση από τις 148 χώρες που συμμετείχαν στην μελέτη, και στην τελευταία θέση κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάτω από την αφρικανική Ναμίμπια και πάνω από το Τρίνιντατ Τομπάγκο της Καραϊβικής.
Σύμφωνα με την παραπάνω έκθεση, από τις 148 χώρες καταλαμβάνουμε την προτελευταία 147η θέση παγκοσμίως, ως προς το μακρο-οικονομικό περιβάλλον.
Κατέχουμε την 102η θέση ως προς τους Δημόσιους Θεσμούς (αποδοτικότητα δημοσίου, διαφθορά, υπερβάλλουσα παρεμβατικότητα), ενώ η κεφαλαιαγορά μας κατέχει την 138η θέση.
Η αγορά εργασίας μας δεν είναι αποδοτική, με αποτέλεσμα να έχουμε την 127η θέση παγκοσμίως, εμποδίζοντας την έξοδό μας από την κρίση, ενώ στην παροχή κινήτρων για εργασία βρισκόμαστε στην 137η θέση.
Για την σπάταλη χρήση κρατικών δαπανών κατέχουμε την 140η θέση, ενώ για το βάρος που επιρρίπτουν στην οικονομία οι κρατικές ρυθμίσεις έχουμε την 144η θέση παγκοσμίως.
Για την αποτελεσματικότητα του δικαστικού μας συστήματος καταλαμβάνουμε την 138η θέση, για το επενδυτικό περιβάλλον της χώρας την 142η θέση,
Τη σημερινή κατάσταση της παραγωγικής οικονομίας θα μπορούσε να την παρομοιάσει κάποιος με ένα δύτη που του έχουν αδειάσει οι δεξαμενές οξυγόνου (ρευστότητα), και προσπαθεί να κολυμπήσει προς την επιφάνεια, κολυμπώντας σε θολά νερά χωρίς να μπορεί να δει πέρα από 1-2 μέτρα μπροστά του (αβεβαιότητα λόγω συνεχών αρνητικών οικονομικών εξελίξεων), έχοντας ένα τσιμεντόλιθο δεμένο στα πόδια του (υπερφορολόγηση), ενώ τα χέρια του είναι δεμένα με χειροπέδες (νομοκανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας).
Ίσως το χειρότερο όλων είναι η ατολμία της σημερινής κυβέρνησης να προχωρήσει σε ριζικές αλλαγές της ισχύουσας νομοθεσίας. Από τις 555 προτεινόμενες αλλαγές στο κανονιστικό πλαίσιο που πρότεινε στη μελέτη του ο ΟΟΣΑ στο Υπουργείο Ανάπτυξης, προτίθεται ο Υπουργός κ. Χατζηδάκης να υλοποιήσει 80 αλλαγές.
Στην πραγματικότητα η ελληνική οικονομία έχει πάνω από 4.000 στρεβλώσεις, που έχει επιφέρει η καταδιωκτική μανία του Ελληνικού κρατικού μηχανισμού, να ασκεί έλεγχο στα πάντα. Αυτό φυσικά είναι πηγή γραφειοκρατίας αλλά κυρίως είναι πεδίο κρατικής διαφθοράς που δίνει χιλιάδες ευκαιρίες για μίζες και εκβιασμούς, ενώ κατ’ουσίαν κανείς δεν μπορεί ποτέ να είναι τελείως νόμιμος για τίποτε.
Ο πολίτης καθίσταται όμηρος στις ορέξεις εκάστου ενός κρατικού υπαλλήλου που τσακώθηκε με τη γυναίκα του, ή έβαλε στο μάτι το τελευταίο μοντέλο Καγιέν της Πόρσε, ή εκείνη τη μεζονετούλα στη Μύκονο...
Σε νομοθετικά υπανάπτυκτες χώρες όπως η Ελλάδα, όπου το νομοθετικό πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας είναι γεμάτο ασυναρτησίες, νόμους με τροπολογίες σπαρμένες σε 5-10-15 άλλους άσχετους νόμους, ερμηνευτικές εγκυκλίους που αντίκεινται στο πνεύμα του νόμου, όπου η πολυνομία και η αντινομία αποτελούν τον κανόνα παρά την εξαίρεση, ακολουθούν μια συγκεκριμένη διαδικασία για να απλοποιήσουν το κανονιστικό πλαίσιο, και να μπορέσει η οικονομία και η κοινωνία να πάρει ανάσα. Η διαδικασία αυτή λέγεται “Guilliotine Process” (Διαδικασία Γκιλιοτίνας).
Σύμφωνα με αυτή τη διαδικασία, η Βουλή περνάει ένα νόμο με τον οποίο καταργεί όλους τους ισχύοντες νόμους μιας ενότητας νόμων σε προκαθορισμένη ημερομηνία 90 ημέρες μετά το νόμο Γκιλιοτίνα.
Στις 90 ημέρες που απομένουν, ουσιαστικά συζητείται και διαμορφώνεται μια πρόταση νόμου που θα ορίσει τα απολύτως απαραίτητα πλαίσια λειτουργίας και ελέγχου από το κράτος.
Όταν ψηφίζεται αυτός ο νέος αυτοτελής νόμος, ουσιαστικά καλύπτει όλη την ενότητα, κλείνει οποιαδήποτε εσκεμμένα ή από παράλειψη νομικά παραθυράκια, και οδηγεί σε κωδικοποιημένη και συγκεντρωμένη νομοθεσία για τα απολύτως απαραίτητα σημεία ελέγχου μιας οικονομικής ή κοινωνικής δραστηριότητας από το κράτος.
Συνήθως τα υπανάπτυκτα κράτη που καταφεύγουν σε αυτή την διαδικασία, όπως χρειάζεται να καταφύγει και η Ελλάδα σήμερα, ζητούν εκ των προτέρων τη βοήθεια άλλων ανεπτυγμένων κρατών την νομοθεσία των οποίων θέλουν να προσομοιάσουν, για να απελευθερώσουν τις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας και της οικονομίας τους.
Αυτό που είναι πραγματικά υπό αμφισβήτηση, είναι αν οι σημερινοί κυβερνώντες έχουν την πρόθεση να δράσουν νεωτεριστικά απελευθερώνοντας την κοινωνία και την οικονομία.
Μετά από 4 χρόνια σχεδόν μηδενικών καταργήσεων των γελοίων και ασφυκτικών κανόνων που επιβάλλει το κράτος προς την ιδιωτική παραγωγική οικονομία, είναι υπό ερώτημα αν όντως ενδιαφέρεται κανείς εκ των κυβερνώντων να μεταρρυθμίσει τίποτα σε αυτό τον τόπο.
Όταν κάποιος για παράδειγμα, ενοικιάζει ένα χώρο για να ανοίξει μια μικρή επιχείρηση, είναι αυτονόητο ότι θα πληρώνει ενοίκιο για 24 ώρες την ημέρα, και για 365 ημέρες το χρόνο.
Η λογική με την οποία θα έχει κρατικούς περιορισμούς ώστε να επιτρέπεται να εξυπηρετεί τους πελάτες του μόνο ορισμένες ημέρες και ώρες κάθε εβδομάδα, του επηρεάζει την αποδοτικότητα της επένδυσής του, όπως επίσης και τον αριθμό θέσεων εργασίας που θα μπορέσει να δημιουργήσει.
Ο σχετικός νόμος που αποφασίζει και διατάσει ποιες θα είναι οι “νόμιμες” ώρες λειτουργίας βιομηχανιών και βιοτεχνιών αρτοσκευασμάτων, ορίζει ότι μια σχετική βιομηχανία απαγορεύεται να δουλεύει στην 3η νυχτερινή βάρδια.
Ένας επενδυτής δηλαδή που επιθυμεί να παράγει 20 τόνους προϊόντα ημερησίως, θα πρέπει να επενδύσει σε μηχανήματα που θα έχουν δυναμικότητα παραγωγής 30 τόνων προϊόντων ανά 24ωρο, ώστε αυτός να μπορέσει να παράγει 20 τόνους σε 2 βάρδιες που του επιτρέπει το κράτος.
Το κεφάλαιο που θα χρειαστεί για να αγοράσει μηχανήματα παραγωγής 30 τόνων αντί για 20 τόνων πιθανόν να είναι στην Ελλάδα 1,5 φορά μεγαλύτερο απ’ όσο αν άνοιγε την ίδια βιομηχανία στη γειτονική Αλβανία, Ρουμανία ή Βουλγαρία.
Επιπροσθέτως, θα δημιουργήσει λιγότερες θέσεις εργασίας, καθώς σε μια βάρδια την ημέρα δεν εργάζεται κανείς.
Αν επεκτείνουμε αυτή την λογική σε οτιδήποτε αναπνέει, παράγει, ή δημιουργεί στην Ελλάδα, μπορεί κάποιος εύκολα να καταλάβει γιατί η χώρα μας βρίσκεται τόσο χαμηλά στην παγκόσμια ανταγωνιστικότητα, και γιατί εκείνοι που παραμένουν χωρίς να έχουν κάνει καμία σημαντική διαρθρωτική αλλαγή στο πλαίσιο λειτουργίας της οικονομίας 1,5 χρόνο αφού έχουν αναλάβει τη διακυβέρνηση. Βέβαια τί θα μπορούσε να περιμένει κανείς από νομοθέτες που στον 21ο αιώνα δίνουν βάση σε απειλές αφορισμού ενός ρασοφόρου αντι-ομοφυλοφιλικού εξτρεμιστή.
Δύσκολα θα έλεγε κάποιος ότι οι παραπάνω είναι καλύτεροι από τους αντιπολιτευόμενους αναχρονιστές, που υπόσχονται να πισωγυρίσουν τα πράγματα στην σουρεαλιστική κατάσταση όπως ήταν λίγο πριν καταρρεύσει η Ελληνική οικονομία το 2010, και την ξεράσουν οι παγκόσμιες αγορές.
Από τα παράπονα περί μεταρρυθμιστικής κόπωσης που έχει επέλθει στους κυβερνώντες, χωρίς όμως να υλοποιήσουν καμία μεταρρύθμιση στην οικονομία, χωρίς όμως να κάνουν ούτε μισό βήμα βελτίωσης ενάντια στη γραφειοκρατία ή τη διαφθορά που μαστίζει τον κρατικό μηχανισμό, χωρίς όμως να απελευθερώσουν ούτε μια σταγόνα δημιουργικότητας της παραγωγικής οικονομίας, δυστυχώς είναι πλέον προφανές ότι για τη Διαδικασία Γκιλιοτίνας προορίζουν μέσω της υπερφορολόγησης την παραγωγική οικονομία και μόνον.
Οι κρατικοί μηχανισμοί της αργομισθίας, της γραφειοκρατίας, της σπατάλης, της εκβίασης και της διαφθοράς, είναι βέβαιο ότι θα προστατευθούν από το πολιτικό σύστημα. Η εμπειρία μας των τελευταίων 4 ετών το αποδεικνύει.
Αν δεν είχε σταματήσει να δίδεται το 1954 το βραβείο Στάλιν (Государтвенная Сталинская премия) είναι βέβαιο ότι φέτος θα το κέρδιζε με το σπαθί του το Ελληνικό πολιτικό σύστημα της Μεταπωλήστευσης, που μας έφερε εδώ που είμαστε σήμερα, και μάλιστα με την προοπτική να παραμείνουμε στην υπανάπτυξη και την εντεινόμενη εξαθλίωση για πολλά χρόνια ακόμη.
Η υπερφορολόγηση, τα δυσθεώρητα επιτόκια που χρεώνουν τις χορηγήσεις οι κρατικές πλέον τράπεζες, η αγχόνη ρευστότητας που διαλύει την αγορά ενώ ο τραπεζικός τομέας αρνείται να εκπληρώσει την λειτουργία του για την οποία τον διέσωσε ο Έλληνας φορολογούμενος, η σουρεαλιστική πολυνομία που δεν λέγει κανείς υπουργός ή σύμβουλος να απλοποιήσει, γιατί θα χαθεί η δυνατότητα της μίζας και της διαφθοράς, ο καλπάζων μεταστατικός καρκίνος της κοινωνίας που είναι η ανεργία, η ταχύτατη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης από τις πολιτικές των κυβερνήσεων από το 2010, η οργή του καθημερινού κόσμου που κοχλάζει και ξεχειλίζει, οι αντισυνταγματικοί νόμοι για προσωποκράτηση λόγω αυθαίρετα βεβαιωμένων οφειλών στο δημόσιο βάσει ψεύτικων αντικειμενικών και τεκμηρίων, και όλα αυτά δείχνουν προς μια κατεύθυνση: προχωρούμε προς αχαρτογράφητες περιοχές πολιτικής αστάθειας για την επόμενη χρονιά.
Ο Θεός ας μας βοηθήσει.
Δύσκολα θα έλεγε κάποιος ότι οι παραπάνω είναι καλύτεροι από τους αντιπολιτευόμενους αναχρονιστές, που υπόσχονται να πισωγυρίσουν τα πράγματα στην σουρεαλιστική κατάσταση όπως ήταν λίγο πριν καταρρεύσει η Ελληνική οικονομία το 2010, και την ξεράσουν οι παγκόσμιες αγορές.
Από τα παράπονα περί μεταρρυθμιστικής κόπωσης που έχει επέλθει στους κυβερνώντες, χωρίς όμως να υλοποιήσουν καμία μεταρρύθμιση στην οικονομία, χωρίς όμως να κάνουν ούτε μισό βήμα βελτίωσης ενάντια στη γραφειοκρατία ή τη διαφθορά που μαστίζει τον κρατικό μηχανισμό, χωρίς όμως να απελευθερώσουν ούτε μια σταγόνα δημιουργικότητας της παραγωγικής οικονομίας, δυστυχώς είναι πλέον προφανές ότι για τη Διαδικασία Γκιλιοτίνας προορίζουν μέσω της υπερφορολόγησης την παραγωγική οικονομία και μόνον.
Οι κρατικοί μηχανισμοί της αργομισθίας, της γραφειοκρατίας, της σπατάλης, της εκβίασης και της διαφθοράς, είναι βέβαιο ότι θα προστατευθούν από το πολιτικό σύστημα. Η εμπειρία μας των τελευταίων 4 ετών το αποδεικνύει.
Αν δεν είχε σταματήσει να δίδεται το 1954 το βραβείο Στάλιν (Государтвенная Сталинская премия) είναι βέβαιο ότι φέτος θα το κέρδιζε με το σπαθί του το Ελληνικό πολιτικό σύστημα της Μεταπωλήστευσης, που μας έφερε εδώ που είμαστε σήμερα, και μάλιστα με την προοπτική να παραμείνουμε στην υπανάπτυξη και την εντεινόμενη εξαθλίωση για πολλά χρόνια ακόμη.
Η υπερφορολόγηση, τα δυσθεώρητα επιτόκια που χρεώνουν τις χορηγήσεις οι κρατικές πλέον τράπεζες, η αγχόνη ρευστότητας που διαλύει την αγορά ενώ ο τραπεζικός τομέας αρνείται να εκπληρώσει την λειτουργία του για την οποία τον διέσωσε ο Έλληνας φορολογούμενος, η σουρεαλιστική πολυνομία που δεν λέγει κανείς υπουργός ή σύμβουλος να απλοποιήσει, γιατί θα χαθεί η δυνατότητα της μίζας και της διαφθοράς, ο καλπάζων μεταστατικός καρκίνος της κοινωνίας που είναι η ανεργία, η ταχύτατη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης από τις πολιτικές των κυβερνήσεων από το 2010, η οργή του καθημερινού κόσμου που κοχλάζει και ξεχειλίζει, οι αντισυνταγματικοί νόμοι για προσωποκράτηση λόγω αυθαίρετα βεβαιωμένων οφειλών στο δημόσιο βάσει ψεύτικων αντικειμενικών και τεκμηρίων, και όλα αυτά δείχνουν προς μια κατεύθυνση: προχωρούμε προς αχαρτογράφητες περιοχές πολιτικής αστάθειας για την επόμενη χρονιά.
Ο Θεός ας μας βοηθήσει.
Ακολουθήστε τον Άγη Βερούτη στο twitter: @Agissilaos
Πηγή:capital.gr
COMMENTS