Σε «σούπερ μάρκετ» μετατρέπονται τα ιδιωτικά σχολεία Τέλος εποχής
Την άρση της εποπτείας του κράτους από τη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων προωθεί η κυβέρνηση μέσω του πολυνομοσχεδίου που αναμένεται να ψηφιστεί την Κυριακή.
Οι εκπαιδευτικοί εντάσσονται πλέον στο υπουργείο Εργασίας και με αυτόν τον τρόπο, όπως υπογραμμίζουν οι εκπαιδευτικοί, «απελευθερώνονται οι απολύσεις στα ιδιωτικά σχολεία και παραδίδεται η εκπαίδευση στην αγοραία λογική του «εκπαιδευτικού προϊόντος».
«Μετατρέπουν τα ιδιωτικά σχολεία σε Σούπερ Μάρκετ και τους εκπαιδευτικούς σε ιδιωτικούς υπάλληλους», αναφέρει η Ομοσπονδία Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδας (ΟΙΕΛΕ). Για την Κυριακή οι εκπαιδευτικοί έχουν προγραμματίσει συγκέντρωση στα γραφεία της ΟΙΕΛΕ (Χαλκοκονδύλη και Πατησίων) στις 18:00 και πορεία στη Βουλή.
Μέσω του νομοσχεδίου, που εντάσσεται στο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης, επιχειρείται ουσιαστικά η κατάργηση του άρθρου 16, θεμελιώδους άρθρου του Συντάγματός, με το οποίο ορίζεται ότι η εκπαίδευση είναι δημόσιο κοινωνικό αγαθό και η λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων καθώς και των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών διέπονται από ειδικούς νόμους.
Σημειώνεται πως αναμένεται και η οριστική απόφαση του ΣτΕ (τα ασφαλιστικά μέτρα ήδη είχαν αναστείλει την εφαρμογή της) για τη νομιμότητα της εγκυκλίου Αρβανιτόπουλου που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 2013 και προβλέπει απελευθέρωση απολύσεων χωρίς υπηρεσιακά συμβούλια. Ουσιαστικά μέσα από το νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση επιχειρεί να υλοποιήσει ό,τι δεν μπόρεσε ο υπουργός Παιδείας το καλοκαίρι του 2013.
Το εν λόγω νομοσχέδιο προβλέπει την κατάργηση του άρθρου 30 και 33 του ν. 682/1977 «Περί Ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων» και της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 1351/1983 «Εισαγωγή σπουδαστών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και άλλες διατάξεις».
Όπως επισημαίνουν σε ανακοίνωσή τους οι εκπαιδευτικοί του Συλλόγου Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Βόρειας Ελλάδας «με βάση την τροπολογία αυτή οι απολύσεις πλέον θα μπορούν να γίνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, οποτεδήποτε, και χωρίς την προηγούμενη κρίση Υπηρεσιακού Συμβουλίου που εξετάζει τη νομιμότητα της καταγγελίας. Μόνο όριο θα αποτελεί το μηνιαίο ποσοστό που προβλέπεται από την εργατική νομοθεσία για τις επιχειρήσεις».
«Μέσω αυτής της ρύθμισης ένα ιδιωτικό σχολείο θα μπορέσει να αντικαταστήσει πλήρως το προσωπικό του μέσα σε λιγότερο από 1,5 χρόνο. Ακόμη, προβλέπεται ελαχιστοποίηση του ποσού της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης», αναφέρουν και καταλήγουν: «Ουσιαστικά, δηλαδή, μέσω της ολικής αποδόμησης του εργασιακού καθεστώτος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, επιχειρείται η άρση της εποπτείας της Πολιτείας στα ιδιωτικά σχολεία και η παράδοση της εκπαίδευσης στην αγοραία λογική του «εκπαιδευτικού προϊόντος»: Όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα θα αγοράζει εύκολα απολυτήρια από τα ανεξέλεγκτα ιδιωτικά σχολεία, ενώ όποιος δεν έχει θα μένει μπαίνει στην ουρά του κόπου και της εντιμότητας. Αυτή την κοινωνία οραματίζεται το Υπουργείο Παιδείας».
Με την εποπτεία της ιδιωτικής εκπαίδευσης στο Υπουργείο Εργασίας, οι εκπαιδευτικοί μετατρέπονται σε ιδιωτικοί υπάλληλοι:
Επιπλέον ως ιδιωτικοί υπάλληλοι είναι πιθανό οι εκπαιδευτικοί να βρεθούν αντιμέτωποι στο μέλλον με τα ακόλουθα:
Κατρούγκαλος: Ένα διπλό θεσμικό ατόπημα
«Η υπό συζήτηση νομοθετική πρόταση για την πλήρη εμπορευματοποίηση της ιδιωτικής παιδείας δεν καταργεί απλώς τους νόμους του Γεωργίου Ράλλη και του Απόστολου Κακλαμάνη που ρυθμίζουν έως σήμερα την εποπτεία του κράτους επί των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Αντιστρατεύεται και υπονομεύει ευθέως τη ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 8 του Συντάγματος, που επιβάλλει στο κράτος με ειδικό νόμο να ρυθμίζει την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους», αναφέρει ο Συνταγματολόγος και Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Γιώργος Κατρούγκαλος και προσθέτει:
«Κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι διατάξεις αυτές δεν προορίζονται να εξυπηρετήσουν τα συντεχνιακά συμφέροντα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Αντιθέτως, «αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εκπαίδευσης για το λόγο ότι εξασφαλίζουν στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λειτουργούς σταθερές, κατά το δυνατόν, συνθήκες εργασίας, ώστε να μπορούν απερίσπαστοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της παιδείας, ο οποίος έχει αναχθεί σε συνταγματικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος.» (ΣτΕ, 622/2010 επταμ., βλ. και ΣτΕ 1998-9/2001 επταμ., 2495/2002, 2376/1988 Ολομ., 1671/1980, πρβλ. ΑΠ 864/76).
Την κρίση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου επιχειρεί να προκαταλάβει η απαράδεκτη νομοθετική πρόταση, δεδομένου ότι εκκρεμεί ενώπιον του αίτηση ακύρωσης της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών κατά εγκυκλίου του Υπουργείου Παιδείας που για πρώτη φορά προσπάθησε, λάθρα, το καλοκαίρι να καταργήσει τους νόμους Ράλλη και Κακλαμάνη. (Η εφαρμογή της εγκυκλίου έχει ήδη αποκλειστεί με απόφαση αναστολής του δικαστηρίου). Πρόκειται, συνεπώς, για διπλό θεσμικό ατόπημα: η αντισυνταγματικότητα της διάταξης συνοδεύεται από χλευασμό στη δικαιοσύνη, ενώπιον της οποίας εκκρεμοδικεί η υπόθεση.
Πάνω από όλα, όμως, η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει την παιδεία όχι ως κοινωνικό, δημόσιο αγαθό αλλά ως απλό εμπόρευμα. Αναιρεί τους ίδιους τους νόμους που τα ίδια τα κόμματα που την αποτελούν είχαν ψηφίσει, υποκύπτοντας στα κελεύσματα των πλέον αντιδραστικών κύκλων των σχολαρχών, μεταξύ των οποίων πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει ο αδελφός του πρωθυπουργού, ως διευθυντής του Κολλεγίου. Μόνο και μόνο το γεγονός αυτό θα αρκούσε σε οποιαδήποτε άλλη κοινοβουλευτική δημοκρατία ώστε να υπάρχει αυτοσυγκράτηση της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης και αναμονή της απόφασης της δικαιοσύνης. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει, βεβαίως, στο σύστημα διαπλοκής των συμφερόντων που εκπροσωπεί ο μνημονιακός παλαιοκομματισμός.
Και η ρύθμιση αυτή, όμως, θα έχει σύντομα το ίδιο άδοξο τέλος με αυτό των συντακτών της. Το μόνο ερώτημα είναι με ποιο τρόπο έρθει αυτό: θα προλάβει η δικαιοσύνη ή η θεραπεία του νομοθετικού άγους θα αποτελέσει ένα από τα πρώτα μέτρα της νέας δημοκρατικής πλειοψηφίας;»
Μέσω του νομοσχεδίου, που εντάσσεται στο πολυνομοσχέδιο της κυβέρνησης, επιχειρείται ουσιαστικά η κατάργηση του άρθρου 16, θεμελιώδους άρθρου του Συντάγματός, με το οποίο ορίζεται ότι η εκπαίδευση είναι δημόσιο κοινωνικό αγαθό και η λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων καθώς και των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών διέπονται από ειδικούς νόμους.
Σημειώνεται πως αναμένεται και η οριστική απόφαση του ΣτΕ (τα ασφαλιστικά μέτρα ήδη είχαν αναστείλει την εφαρμογή της) για τη νομιμότητα της εγκυκλίου Αρβανιτόπουλου που εκδόθηκε το καλοκαίρι του 2013 και προβλέπει απελευθέρωση απολύσεων χωρίς υπηρεσιακά συμβούλια. Ουσιαστικά μέσα από το νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση επιχειρεί να υλοποιήσει ό,τι δεν μπόρεσε ο υπουργός Παιδείας το καλοκαίρι του 2013.
Το εν λόγω νομοσχέδιο προβλέπει την κατάργηση του άρθρου 30 και 33 του ν. 682/1977 «Περί Ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων» και της παραγράφου 1 του άρθρου 11 του ν. 1351/1983 «Εισαγωγή σπουδαστών στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και άλλες διατάξεις».
Όπως επισημαίνουν σε ανακοίνωσή τους οι εκπαιδευτικοί του Συλλόγου Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Βόρειας Ελλάδας «με βάση την τροπολογία αυτή οι απολύσεις πλέον θα μπορούν να γίνονται καθ’ όλη τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς, οποτεδήποτε, και χωρίς την προηγούμενη κρίση Υπηρεσιακού Συμβουλίου που εξετάζει τη νομιμότητα της καταγγελίας. Μόνο όριο θα αποτελεί το μηνιαίο ποσοστό που προβλέπεται από την εργατική νομοθεσία για τις επιχειρήσεις».
«Μέσω αυτής της ρύθμισης ένα ιδιωτικό σχολείο θα μπορέσει να αντικαταστήσει πλήρως το προσωπικό του μέσα σε λιγότερο από 1,5 χρόνο. Ακόμη, προβλέπεται ελαχιστοποίηση του ποσού της αποζημίωσης σε περίπτωση απόλυσης», αναφέρουν και καταλήγουν: «Ουσιαστικά, δηλαδή, μέσω της ολικής αποδόμησης του εργασιακού καθεστώτος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, επιχειρείται η άρση της εποπτείας της Πολιτείας στα ιδιωτικά σχολεία και η παράδοση της εκπαίδευσης στην αγοραία λογική του «εκπαιδευτικού προϊόντος»: Όποιος έχει την οικονομική δυνατότητα θα αγοράζει εύκολα απολυτήρια από τα ανεξέλεγκτα ιδιωτικά σχολεία, ενώ όποιος δεν έχει θα μένει μπαίνει στην ουρά του κόπου και της εντιμότητας. Αυτή την κοινωνία οραματίζεται το Υπουργείο Παιδείας».
Με την εποπτεία της ιδιωτικής εκπαίδευσης στο Υπουργείο Εργασίας, οι εκπαιδευτικοί μετατρέπονται σε ιδιωτικοί υπάλληλοι:
- Πλέον οι καταγγελίες σύμβασης θα γίνονται αναιτιολόγητα και μαζικά και καθ’ όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους, με μόνο όριο τα όσα προβλέπονται για τον ευρύτερο ιδιωτικό τομέα (6 εργαζόμενοι το μήνα για επιχειρήσεις έως 150 απασχολούμενων, το 5% των εργαζόμενων για μεγαλύτερες επιχειρήσεις). Υπενθυμίζουμε ότι Τρόικα και Κυβέρνηση συζητούν την πλήρη απελευθέρωση του ορίου των απολύσεων στον ιδιωτικό τομέα. Υπολογίζεται ότι ένα ιδιωτικό σχολείο θα μπορέσει να ανανεώσει το σύνολο σχεδόν του προσωπικού του σε λιγότερο από 18 μήνες.
- Ελαχιστοποιείται το ποσό της αποζημίωσης
- Οι καταγγελίες σύμβασης δεν θα ελέγχονται, πλέον, από τα υπηρεσιακά συμβούλια (ΠΥΣΠΕ/ΠΥΣΔΕ/ΚΥΣΠΕ/ΚΥΣΔΕ).
- Όλες οι πτυχές της σχολικής ζωής και της εργασιακής κατάστασης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών παύουν ουσιαστικά να εποπτεύονται από το κράτος. Βαθμοί, εξετάσεις, μισθολογικές καταστάσεις των εκπαιδευτικών, καταγγελίες σύμβασης δεν θα ελέγχονται πια από κανέναν, παρά μόνο από το σχολάρχη, γεγονός που θα προκαλέσει γιγάντωση της ανομίας στα ιδιωτικά σχολεία.
- Καταργούνται όλες οι συμβάσεις εργασίας και αντικαθίστανται από ατομικές. Είναι εύκολα αντιληπτό ότι με την απειλή της απόλυσης οι εργοδότες θα μπορούν κάθε χρόνο να επιβάλουν νέες συμβάσεις με χειρότερους όρους εργασίας.
Επιπλέον ως ιδιωτικοί υπάλληλοι είναι πιθανό οι εκπαιδευτικοί να βρεθούν αντιμέτωποι στο μέλλον με τα ακόλουθα:
- Η προϋπηρεσία τους στα ιδιωτικά σχολεία να μην αναγνωρίζεται ως εκπαιδευτική προϋπηρεσία, επομένως δεν θα έχουν τη δυνατότητα να τη χρησιμοποιήσουμε για να αιτηθούμε διορισμό ως αναπληρωτές, ή για το διαγωνισμό του ΑΣΕΠ.
- Ενδέχεται επίσης να καταργηθούν οι άδειες που ως εκπαιδευτικοί λαμβάνουμε (άδειες μητρότητας, εκπαιδευτικές άδειες κλπ) και περιοριζόμαστε σε όσα προβλέπει το ΙΚΑ.
- Μείωση του μισθολογικού καθεστώτος που ισχύει για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς και εξομοίωση του μισθού με τον κατώτατο μισθό του ιδιωτικού τομέα (586 μικτές αποδοχές).
Κατρούγκαλος: Ένα διπλό θεσμικό ατόπημα
«Η υπό συζήτηση νομοθετική πρόταση για την πλήρη εμπορευματοποίηση της ιδιωτικής παιδείας δεν καταργεί απλώς τους νόμους του Γεωργίου Ράλλη και του Απόστολου Κακλαμάνη που ρυθμίζουν έως σήμερα την εποπτεία του κράτους επί των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Αντιστρατεύεται και υπονομεύει ευθέως τη ρύθμιση του άρθρου 16 παρ. 8 του Συντάγματος, που επιβάλλει στο κράτος με ειδικό νόμο να ρυθμίζει την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους», αναφέρει ο Συνταγματολόγος και Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Γιώργος Κατρούγκαλος και προσθέτει:
«Κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι διατάξεις αυτές δεν προορίζονται να εξυπηρετήσουν τα συντεχνιακά συμφέροντα των ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Αντιθέτως, «αποσκοπούν στην εξυπηρέτηση του συμφέροντος της εκπαίδευσης για το λόγο ότι εξασφαλίζουν στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς λειτουργούς σταθερές, κατά το δυνατόν, συνθήκες εργασίας, ώστε να μπορούν απερίσπαστοι να εκτελούν τα καθήκοντά τους για την αποτελεσματικότερη εκπλήρωση του σκοπού της παιδείας, ο οποίος έχει αναχθεί σε συνταγματικό σκοπό δημοσίου συμφέροντος.» (ΣτΕ, 622/2010 επταμ., βλ. και ΣτΕ 1998-9/2001 επταμ., 2495/2002, 2376/1988 Ολομ., 1671/1980, πρβλ. ΑΠ 864/76).
Την κρίση του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου επιχειρεί να προκαταλάβει η απαράδεκτη νομοθετική πρόταση, δεδομένου ότι εκκρεμεί ενώπιον του αίτηση ακύρωσης της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών κατά εγκυκλίου του Υπουργείου Παιδείας που για πρώτη φορά προσπάθησε, λάθρα, το καλοκαίρι να καταργήσει τους νόμους Ράλλη και Κακλαμάνη. (Η εφαρμογή της εγκυκλίου έχει ήδη αποκλειστεί με απόφαση αναστολής του δικαστηρίου). Πρόκειται, συνεπώς, για διπλό θεσμικό ατόπημα: η αντισυνταγματικότητα της διάταξης συνοδεύεται από χλευασμό στη δικαιοσύνη, ενώπιον της οποίας εκκρεμοδικεί η υπόθεση.
Πάνω από όλα, όμως, η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει την παιδεία όχι ως κοινωνικό, δημόσιο αγαθό αλλά ως απλό εμπόρευμα. Αναιρεί τους ίδιους τους νόμους που τα ίδια τα κόμματα που την αποτελούν είχαν ψηφίσει, υποκύπτοντας στα κελεύσματα των πλέον αντιδραστικών κύκλων των σχολαρχών, μεταξύ των οποίων πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει ο αδελφός του πρωθυπουργού, ως διευθυντής του Κολλεγίου. Μόνο και μόνο το γεγονός αυτό θα αρκούσε σε οποιαδήποτε άλλη κοινοβουλευτική δημοκρατία ώστε να υπάρχει αυτοσυγκράτηση της νομοθετικής πρωτοβουλίας της κυβέρνησης και αναμονή της απόφασης της δικαιοσύνης. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει, βεβαίως, στο σύστημα διαπλοκής των συμφερόντων που εκπροσωπεί ο μνημονιακός παλαιοκομματισμός.
Και η ρύθμιση αυτή, όμως, θα έχει σύντομα το ίδιο άδοξο τέλος με αυτό των συντακτών της. Το μόνο ερώτημα είναι με ποιο τρόπο έρθει αυτό: θα προλάβει η δικαιοσύνη ή η θεραπεία του νομοθετικού άγους θα αποτελέσει ένα από τα πρώτα μέτρα της νέας δημοκρατικής πλειοψηφίας;»
COMMENTS