Η προέλευση, οι έννοιες και η σημασία του όρου «Γραικύλος»
Γράφει ο δημοσιογράφος – ερευνητής Ευθύμιος Χατζηϊωάννου.
Η προέλευση, οι έννοιες και η σημασία του όρου «Γραικύλος» στην Δύση και στην Ελλάδα, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Η αρχική προέλευση της λέξης «Γραικύλος» στην Δύση.
Για να κατανοήσουμε τον ελληνικό χαρακτηρισμό «Γραικύλος», πρέπει κατ’ αρχάς να γνωρίζουμε την προέλευσή του.
Για να εξηγήσουμε την σημασία και την ετυμολογία της λέξης αυτής, αναφέρουμε, ότι ο όρος αυτός είναι απόδοση του λατινικού χαρακτηρισμού Graeculus, ο οποίος με την σειρά του είναι υποκοριστικό του εθνικού ονόματος Γραικός / Graecus (το οποίο προέρχεται από το πανάρχαιο ελληνικό φύλο των Γραικών).
Την ονομασία Γραικός χρησιμοποιούσαν οι Ρωμαίοι για όλους τους Έλληνες και την ίδια ονομασία χρησιμοποιούσαν και χρησιμοποιούν μέχρι και σήμερα για τους Έλληνες όλοι σχεδόν οι λαοί της Ευρώπης και της Δύσης.
Το λατινικό υποκοριστικό Graeculus μαρτυρείται σε πενήντα περίπου χωρία Λατίνων συγγραφέων, από τα χρόνια του Κικέρωνα μέχρι σχεδόν τον 4ο αιώνα μ. Χ..
Το ελληνικό υποκοριστικό με εξαίρεση μια μαρτυρία του Δίωνος Κασσίου, δεν εντοπίζεται στην αρχαία ελληνική και στην βυζαντινή γραμματεία ως τον 10ο αιώνα.
Για να εμβαθύνουμε περισσότερο στο ζήτημα αυτό, πρέπει να ανατρέξουμε στην Ρωμαϊκή περίοδο. Στην αρχή της Ρωμαϊκής κατάκτησης, η Ρωμαϊκή κατοχή, παρά την μετρημένη επιβολή εξουσίας και την αυτοσυγκράτηση, που αρχικά εφάρμοζαν οι Ρωμαίοι στην συμπεριφορά τους απέναντι στους Έλληνες, δεν έπαυε να είναι σκλαβιά.
Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα η Ρώμη, ως πρωτεύουσα της νέας μεγάλης και κραταιής αυτοκρατορίας του τότε γνωστού κόσμου, έγινε το επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλων των κατακτημένων λαών και πολλοί Έλληνες σκλάβοι, όμηροι και μετανάστες άρχισαν να εγκαταλείπουν τις καθημαγμένες και παρηκμασμένες από τους συνεχείς πολέμους ελληνικές πατρίδες τους και να κατακλύζουν την «αιώνια Πόλη».
Κινημένοι από τις στερήσεις, αναζητούσαν εναγωνίως οποιοδήποτε επάγγελμα για να επιβιώσουν, συμπεριφερόμενοι συχνά απρεπώς, δείχνοντας πονηριά, απληστία και δολιότητα, με αποτέλεσμα να τους περιφρονούν οι Ρωμαίοι, να τους αντιμετωπίζουν καχύποπτα και αλαζονικά και να τους ονομάζουν υποτιμητικά Graeculos, δηλαδή μικρούς Έλληνες, κατηγορώντας τους, ότι παριστάνουν, πως γνωρίζουν τα πάντα.
Παρ’ όλα αυτά, όμως, πολλοί από τους Έλληνες, που κατέφθαναν στην Ρώμη, διαθέτοντας ανώτερη μόρφωση και πείρα στα Γράμματα, τις Επιστήμες και τις Τέχνες σε σχέση με τους άξεστους και πολιτισμικά κατώτερους από αυτούς Ρωμαίους κατακτητές τους, απέκτησαν μεγάλη φήμη σαν παιδαγωγοί, δάσκαλοι, ιατροί, γραμματείς, μουσικοί, αστρονόμοι, μαθηματικοί, φυσικοί, καλλιτέχνες κλπ. και κατελάμβαναν σημαντικές θέσεις στην κρατική διοίκηση, σε ιδρύματα και σε οίκους επιφανών Ρωμαίων της άρχουσας τάξης.
Όμως, αργότερα, όταν οι αδικίες και οι καταχρήσεις των Ρωμαίων σε βάρος των κατακτημένων έγιναν πλέον σύνηθες φαινόμενο, πήρε την τελική της μορφή η έννοια του Γραικύλου. Οι Ρωμαίοι συγγραφείς καταλογίζουν στον Γραικύλο γενικά, ότι είναι αργόσχολος και κόλακας της εξουσίας και ακόμη ότι είναι νωθρός, ράθυμος, φλύαρος και απρεπής.
Τα επίθετα που χαρακτηρίζουν τον Γραικύλο, βέβαια, δεν περιορίζονται εδώ.
Για παράδειγμα ο διαπρεπής Ρωμαίος φιλόσοφος, πολιτικός και ρήτορας Κικέρων, που υπήρξε θαυμαστής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, σε γράμμα του προς τον αδερφό του Κόϊντο (επαρχιακό διοικητή), αποδίδει στους Έλληνες δολιότητα, μηχανορραφίες, εχθρότητα, αστασία και επιτηδειότητα στην κολακεία. Εξηγεί μάλιστα τα ελαττώματα αυτά, αποδίδοντάς τα στην μακροχρόνια δουλεία των Ελλήνων.
Παρόλα αυτά, η αίγλη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, έλκυε την εκτίμηση των Ρωμαίων δυναστών.
Του αναγνώριζαν την πνευματική υπεροχή, γεγονός που καταρχάς συντελούσε στην ευμενή συμπεριφορά απέναντι στους Έλληνες. Τελικά όμως οδήγησε στο να γίνουν οι Έλληνες «παλίνδρομοι πνευματικοί επιδρομείς στη Ρώμη και οι ανεπαίσθητοι κατακτητές της». (Graecia capta, ferum victorem cepit, et artes intulit agresti Latio – Οράτιος).
Οι Graeculi κατά τον Κικέρωνα και τους αρχαίους Ρωμαίους συγγραφείςΟ «πατέρας» αυτού του επιθέτου (Graeculus) φαίνεται ότι ήταν ο Κικέρων. Αυτό αληθεύει, υπό την έννοια, ότι ο διάσημος αυτός Ρωμαίος πολιτικός και ρήτορας πρέπει να θωρηθεί πιθανότατα αυτός, που επινόησε και καθιέρωσε πρώτος το υποκοριστικό αυτό, το οποίο επανέρχεται στο έργο του επανειλημμένα (16 φορές!).
Με τον Κικέρωνα, τον «ευρετή» και κεντρικό χρήστη του υποκοριστικού Graeculus ο χαρακτηρισμός αυτός πολιτογραφήθηκε από τους Ρωμαίους ως δόκιμος όρος της πολιτικής τους ορολογίας με αρνητικές συνειρμούς για τον σύγχρονό τους ελληνικό κόσμο, ενώπιον του οποίου οι Ρωμαίοι ένιωθαν συμπλέγματα πολιτισμικής κατωτερότητας και ταυτόχρονα στρατιωτικής και διοικητικής ανωτερότητας.
Τον όρο αυτόν και την έννοιά του χρησιμοποίησε αργότερα και η ανθελληνική προπαγάνδα της ρωμαϊκής πολιτικής, στρατιωτικής και πνευματικής ελίτ, όχι μόνο για να χαρακτηρίζει τους πραγματικούς Γραικύλους, αλλά όλους τους Έλληνες, επειδή η τακτική αυτή εξυπηρετούσε καλύτερα τα συμφέροντά της και έτσι τον ξεχώρισε για να αποφεύγεται η σύγχυση.
Ο Κικέρων, αποκαλώντας κάποιους Έλληνες της εποχής του, που γνώριζε ο ίδιος ή μάθαινε για αυτούς Graeculi(Γραικύλους), προσπαθεί πιθανότατα να τους ξεχωρίσει από τους μεγάλους Έλληνες, αυτούς που αιώνες πριν από αυτόν δημιούργησαν τον ανεπανάληπτο μεγαλειώδη ελληνικό κλασσικό πολιτισμό, τους οποίους θαύμαζε ως ινδάλματά του και προσπαθούσε να μιμηθεί.
Για τον Κικέρωνα η λέξη Graecus είχε ιδιαίτερη σημασία, επειδή έκρυβε μέσα της το μεγαλείο του ελληνικού κλασσικού πολιτισμού. Γι’ αυτό και ο Κικέρων δεν μπορούσε να χαρακτηρίσει ως Graecus τον Έλληνα εκείνο, που με την ανάρμοστη συμπεριφορά και τα ελαττώματά του, προσέβαλε την λαμπρή εικόνα και την ιστορική μνήμη των μεγάλων Ελλήνων προγόνων του. Τον χαρακτήρισε, λοιπόν, κατ’ αντιδιαστολή με το Graecusως Graeculus.
Στα κείμενά του ο Κικέρων χαρακτηρίζει τους Γραικύλους κατ’ αρχήν ως «παραμυθάδες». Συγκεκριμένα γράφει: Οι Γραικύλοι πλάθουν πολλές ιστορίες· σε μια από αυτές παρουσιάζουν κάποιον πως αυτοκτόνησε από ένα υψηλό τείχος, όχι γιατί του συνέβη κάτι δυσάρεστο, αλλά γιατί είχε διαβάσει ένα σοβαρό και μεγαλόπρεπο βιβλίο του Πλάτωνα με θέμα τον θάνατο (Pro Scauro 3-4). Ταυτόχρονα για τον Κικέρωνα είναι ανόητοι: «Ο σοφός δεν θέλει να αντιμετωπίζεται από τους ανόητους με τρόπο ώστε όσοι τον ακούν, είτε να τον θεωρούν βλάκα και Γραικύλο, είτε (…) να φέρουν βαρέως, που είναι οι ίδιοι βλάκες» (De oratore 1, 221). Πιστεύει, ότι είναι ένα μείγμα τεμπελιάς, φλυαρίας και πολυμάθειας: «Με βάζετε να απαντήσω σε μια ερωτησούλα, σαν να είμαι κανένας Γραικύλος, τεμπέλης και πολυλογάς» (De oratore 1, 162). Πιστεύει επίσης, ότι είναι ακατάλληλοι ως δικαστές (5, Philipp. 12), απαράδεκτοι στις συνελεύσεις τους (Pro Sestio 126), παρατρεχάμενοι και κόλακες των ισχυρών (Pro Milone 55). Ο Κικέρων διευκρινίζει, ότι δύο από αυτούς, που χάρη στο φίλο τους Καίσαρα έγιναν ρωμαίοι πολίτες, είναι «τιποτένιοι Γραικύλοι» (13. Philipp. 33).
Το αρνητικό φορτίο του χαρακτηρισμού Graeculus στον Κικέρωνα επιβεβαιώνεται και υπογραμμίζεται από το γεγονός, ότι χρησιμοποιείται επίσης και εναντίον ενός γνήσιου Ρωμαίου, του Βέρρη, ο οποίος είχε αρπάξει από τις Συρακούσες ένα άγαλμα της Σαπφούς. Ταυτόχρονα αποδεικνύεται, ότι για τον Κικέρωνα είναι διαφορετικό πράγμα οι «πολύξεροι Γραικύλοι» και διαφορετικό η ελληνική τέχνη και παιδεία: «(Το άγαλμα της Σαπφούς) είχε έξοχη κατασκευή και στη βάση του έφερε χαραγμένο ένα καταπληκτικό επίγραμμα.
Στα κείμενά του ο Κικέρων χαρακτηρίζει τους Γραικύλους κατ’ αρχήν ως «παραμυθάδες». Συγκεκριμένα γράφει: Οι Γραικύλοι πλάθουν πολλές ιστορίες· σε μια από αυτές παρουσιάζουν κάποιον πως αυτοκτόνησε από ένα υψηλό τείχος, όχι γιατί του συνέβη κάτι δυσάρεστο, αλλά γιατί είχε διαβάσει ένα σοβαρό και μεγαλόπρεπο βιβλίο του Πλάτωνα με θέμα τον θάνατο (Pro Scauro 3-4). Ταυτόχρονα για τον Κικέρωνα είναι ανόητοι: «Ο σοφός δεν θέλει να αντιμετωπίζεται από τους ανόητους με τρόπο ώστε όσοι τον ακούν, είτε να τον θεωρούν βλάκα και Γραικύλο, είτε (…) να φέρουν βαρέως, που είναι οι ίδιοι βλάκες» (De oratore 1, 221). Πιστεύει, ότι είναι ένα μείγμα τεμπελιάς, φλυαρίας και πολυμάθειας: «Με βάζετε να απαντήσω σε μια ερωτησούλα, σαν να είμαι κανένας Γραικύλος, τεμπέλης και πολυλογάς» (De oratore 1, 162). Πιστεύει επίσης, ότι είναι ακατάλληλοι ως δικαστές (5, Philipp. 12), απαράδεκτοι στις συνελεύσεις τους (Pro Sestio 126), παρατρεχάμενοι και κόλακες των ισχυρών (Pro Milone 55). Ο Κικέρων διευκρινίζει, ότι δύο από αυτούς, που χάρη στο φίλο τους Καίσαρα έγιναν ρωμαίοι πολίτες, είναι «τιποτένιοι Γραικύλοι» (13. Philipp. 33).
Το αρνητικό φορτίο του χαρακτηρισμού Graeculus στον Κικέρωνα επιβεβαιώνεται και υπογραμμίζεται από το γεγονός, ότι χρησιμοποιείται επίσης και εναντίον ενός γνήσιου Ρωμαίου, του Βέρρη, ο οποίος είχε αρπάξει από τις Συρακούσες ένα άγαλμα της Σαπφούς. Ταυτόχρονα αποδεικνύεται, ότι για τον Κικέρωνα είναι διαφορετικό πράγμα οι «πολύξεροι Γραικύλοι» και διαφορετικό η ελληνική τέχνη και παιδεία: «(Το άγαλμα της Σαπφούς) είχε έξοχη κατασκευή και στη βάση του έφερε χαραγμένο ένα καταπληκτικό επίγραμμα.
Εκείνος ο πολύξερος και Γραικύλος (ο Βέρρης), που τάχα τα γνωρίζει αυτά σε βάθος και μόνος αυτός τα καταλαβαίνει δεν θα είχε αρπάξει το άγαλμα αυτό, αν γνώριζε έστω κι ένα γράμμα ελληνικό» (2. In Verrem 4, 127).
Η άποψη του Κικέρωνα στην παραπάνω περίπτωση θυμίζει την ανάλογη στάση κάποιων παλαιότερων αλλά και σύγχρονων Ευρωπαίων. Ενώ ο ίδιος του είναι θερμός θαυμαστής της αρχαίας ελληνικής σκέψης και λογοτεχνίας, περιφρονεί τους συγχρόνους του Έλληνες και σ’ αυτό ασφαλώς είχαν και οι τελευταίοι με την συμπεριφορά τους αρκετή ευθύνη. Τελικά, όμως, η όλη υπόθεση κατέληξε «μπούμερανγκ» για τον ίδιο, αφού ανάμεσα στα άλλα παρατσούκλια, που είχε αποκτήσει από τους επικριτές και πολιτικούς του αντιπάλους (π.χ. Κικέρκουλος, δηλαδή «Κικερούλης», Κικεράκιος και Κικερίσκος), μαρτυρείται και ο χαρακτηρισμός του ως Γραίκουλος ή Γραίκος (Δίων Κάσσιος 46, 18, 1 και Πλούταρχος, Κικέρων 5), προφανώς εξαιτίας της ελληνομάθειάς του. Το ίδιο παρατσούκλι έμελλε να χρησιμοποιηθεί, λίγο αργότερα, και για τον κατ’ εξοχήν ελληνομαθή Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Αδριανό (Script. Hist. Aug., Spartians, Hadr. 1,5).
Περίπου έναν αιώνα μετά τον Κικέρωνα η λέξη Graeculus γίνεται στην γραφίδα του καυστικού Ρωμαίου σατιρικού Ιουβενάλη πικρόχολο δηλητήριο, που εκτοξεύεται εναντίον τόσο των Ελλήνων, όσο και των ομοεθνών του.
Στην τρίτη του «Σάτιρα» (στ. 58 εξξ.) ο Ιουβενάλης στρέφεται με ασυγκράτητο μένος εναντίον των Ελλήνων, που έχουν συρρεύσει από παντού και έχουν διαφθείρει, όπως πιστεύει ακράδαντα, την αιώνια Πόλη. Αυτό το «έθνος των κωμωδών» (στ. 100) γέμισε τα ρωμαϊκά σπίτια και κοντεύουν να γίνουν και αφεντικά των κυρίων τους. Είναι δαιμόνιοι, θρασείς, ετοιμόλογοι και πολυτεχνίτες: δάσκαλοι, ρήτορες, γεωμέτρες, ζωγράφοι, οιωνοσκόποι, γιατροί, σχοινοβάτες, μάγοι. «Τα πάντα γνωρίζει ο πειναλέος Γραικύλος: και στα ουράνια να τον στείλεις, πηγαίνει» (στ. 78).
Στην έκτη «Σάτιρα» ο Ιουβενάλης τα βάζει με κάποιες «σνομπ» Ρωμαίες, που παριστάνουν τις Ελληνίδες και, ενώ δεν ξέρουν την προγονική τους γλώσσα, επιδιώκουν να μιλούν ελληνικά. Και μάλιστα αυτό το κάνουν, όχι μόνο νέες, αλλά και γριές ογδόντα έξι ετών! «Καμιά δεν περνιέται για όμορφη εκτός κι αν, από Τούσκα, έγινε Γραικύλη και, από Σουλμονήσια, Κεκρόπια! Όλα τα λένε Ελληνιστί.
Kαι φόβο και θυμό και χαρά και έγνοια και της καρδιάς τα μυστικά. Ακόμη και τα ερωτόλογα στα ελληνικά τα λένε» (στ. 185-191).
Οι αρνητικές διαστάσεις της λέξης Graeculus διαπιστώνονται και σε άλλους συγγραφείς αυτών των χρόνων. Έτσι ο Σουητώνιος (Claud. 15,4) αναφέρει έναν αυθάδη «Γραικύλο υπόδικο», που είπε κατά πρόσωπο και κατά λέξη στον Ρωμαίο αυτοκράτορα: «Είσαι και γέρος και μωρός», ενώ ο Πλίνιος (Panegyr. 13,5) μιλά για μαλθακούς Γραικύλους στρατιωτικούς.
Ταυτόχρονα εμφανίζονται και οι πρώτες μη αρνητικά φορτισμένες διαστάσεις του όρου, σε περιπτώσεις όμως, που δεν αφορούν ανθρώπους. Ο Πετρώνιος π.χ. κάνει λόγο (Satyr. 38, 4) για «Γραικύλες μελισσούλες», ο Κολουμέλας για «Γραικύλα αμπέλια της Θάσου» (De re rustica 3,2,24), ο εγκυκλοπαιδιστής Πλίνιος αναφέρει την «Γραικύλη Θάσο» (Natur. Hist. 14,25) και ένα άνθος που λέγεται «Γραικύλη» (Natur. Hist. 15,20).
Η σκοπιμότητα και η κατάληξη της Ρωμαϊκής ανθελληνικής προπαγάνδας
Βέβαια η ανθελληνική προπαγάνδα των Ρωμαίων ήθελε να προβάλει την μία μόνο πλευρά του νομίσματος, το οποίο, όμως, έχει πάντοτε δύο όψεις. Ας μην ξεχνούμε, ότι το όνομα Graeculus είναι, μαζί με το όνομα Poenulus (= «Καρχηδονίσκος»), τα μόνα υποκοριστικά εθνικών χαρακτηρισμών, που περιέχει η λατινική γλώσσα. Δεν είναι φυσικά τυχαίο το γεγονός, ότι τα δύο αυτά υποκοριστικά αφορούν τους δύο μεγαλύτερους αντιπάλους της Ρώμης, τους οποίους υπέταξε η ρωμαϊκή λόγχη με πολύ μόχθο και αίμα.
Η συχνά υπερβολική υποτίμηση με λεκτικούς χαρακτηρισμούς, η εν πολλοίς άδικη μεταχείριση και η συκοφάντηση όλων των προγόνων μας από τους Ρωμαίους κατακτητές τους, αποτελεί ουσιαστικά την αντίδραση και την προσπάθεια των Ρωμαίων να υποβιβάσουν την σημασία και την ανωτερότητα του ελληνικού πολιτισμού σε σχέση με τον δικό τους. Είναι η μέθοδος, που επέλεξαν για να κρύψουν την ζηλοφθονία αλλά και το δέος τους απέναντι στο ελληνικό πνεύμα. Όμως, αυτό που επιχείρησαν να αποφύγουν οι Ρωμαίοι, δηλαδή να υποταχθούν πολιτισμικά σε αυτούς που κατέκτησαν, αποδείχθηκε μοιραίο και αναπόφευκτο για αυτούς.
Δεν έμειναν χωρίς τιμωρία και επιπτώσεις, αφού οι κατακτημένοι Έλληνες τελικά, όχι μόνο κατέκτησαν αλλά και σταδιακά απορρόφησαν πολιτισμικά τους κατακτητές τους. Άλλωστε και η Ιστορία πήρε την εκδίκησή της, αφού σήμερα «Ρωμιοί» ονομαζόμαστε εμείς και όχι οι Ιταλοί ή οι άλλοι φυλετικοί απόγονοι των αρχαίων Ρωμαίων.
Με την πάροδο των χρόνων και με την καθιέρωση στην Δύση του χαρακτηρισμού «Γραικύλος» για όλους σχεδόν τους Έλληνες, στην οποία προχώρησαν οι δυτικοί από τα χρόνια του Μεσαίωνα και μετά με σκοπό να τους μειώσουν και να τους τιμωρήσουν επειδή αντιστάθηκαν στον θρησκευτικό εκλατινισμό και την πολιτισμική φραγκοποίηση, στον όρο αυτόν άρχισαν να συμπυκνώνονται όλα σχεδόν τα χαρακτηριστικά του Έλληνα, όπως απαράλλαχτα διαπιστώνονται συνεχώς στο διάβα των αιώνων. Για τους ξένους ο όρος αυτός σήμαινε αμάλγαμα αρνητικών αλλά και θετικών ιδιοτήτων, που διαμορφώνουν το ιδιαίτερο εθνικό του προφίλ από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ο Έλληνας είναι ευφάνταστος αλλά και παραμυθάς, ευφραδής αλλά και πολυλογάς, πολυμαθής αλλά και «ξερόλας», σοβαρός αλλά και ανευθυνοϋπεύθυνος, έξυπνος αλλά και εξυπνάκιας, πολυτεχνίτης αλλά και ερημοσπίτης, πολυμήχανος αλλά και πονηρός, εύθυμος αλλά και «σαχλαμάρας», εργατικός αλλά άοκνος και ράθυμος. Το έθνος μας είναι με δύο λόγια ένα «έθνος ανάδελφον».
Η έννοια και η σημασία που προσδίδουν οι Έλληνες στον όρο «Γραικύλος»
Μέχρι τώρα έχουμε αναφερθεί αναλυτικά στην έννοια του Γραικύλου, όπως την προσδιόρισαν πρώτοι και την διέδωσαν οι Ρωμαίοι και όπως αργότερα χρησιμοποιήθηκε και από τους άλλους λαούς, κυρίως της Δύσης, από την βυζαντινή και μεσαιωνική περίοδο μέχρι και την σημερινή εποχή.
Πέρα, όμως, από την έννοια αυτή, που παρέμεινε σε ολόκληρη την Δύση σχετικά αναλλοίωτη μέχρι και σήμερα, υπάρχει και η άλλη έννοια του Γραικύλου, δηλαδή αυτή που προσδώσαμε στην λέξη εμείς οι Έλληνες από την βυζαντινή εποχή, την περίοδο της Φραγκοκρατίας και Τουρκοκρατίας μέχρι και στα σημερινά χρόνια. Οι δύο αυτές έννοιες της ίδιας λέξης δεν συμπίπτουν απόλυτα και η ελληνική έννοια της λέξης αυτής δίνει μια άλλη διάσταση ερμηνείας και περιεχομένου στον Γραικύλο.
Οι Γραικύλοι είναι, ουσιαστικά, το όνειδος του νέου Ελληνισμού. Για εμάς τους Έλληνες Γραικύλοι χαρακτηρίζονται εκείνοι που, από την εποχή της Φραγκοκρατίας και της Τουρκοκρατίας ακόμη, έχοντας σπουδάσει στην Δύση και ενστερνιζόμενοι το δυτικό πνεύμα, επέστρεψαν στην πατρίδα μας με μοναδικό σκοπό να ανατρέψουν πίστη, φιλοπατρία, παραδόσεις, ήθη και έθιμα και να επιβάλουν στη θέση τους όλα όσα επικρατούσαν στις χώρες της Δύσης.
Οι ξενομανείς Γραικύλοι απετέλεσαν στην Ελλάδα την «πέμπτη φάλαγγα» των εκάστοτε ισχυρών της μετα-φεουδαρχικής αποικιοκρατικής Ευρώπης.
Στελέχωσαν την πολιτική εξουσία και την διοίκηση, ανέλαβαν «διαφωτιστικό» ρόλο στην εκπαίδευση και στη διανόηση και προσπάθησαν να αλλάξουν ριζικά τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς των «αμαθών» και «καθυστερημένων» συμπατριωτών τους, εγκαθιδρύοντας και εφαρμόζοντας «μοντέρνες» και «προοδευτικές» αρχές και μεθόδους.. Άκρως αντιπαθής υπήρξε γι’ αυτούς ο όρος Ρωμιός, ο οποίος παρέπεμπε στην μισητή για τους δυτικούς αλλά και για τους Γραικύλους Ρωμαίικη αυτοκρατορία, την Ρωμανία, την οποία οι δυτικοί απεκάλεσαν αργότερα Βυζάντιο.
Οι Γραικύλοι, ως άλλοι Γενίτσαροι, διαχρονικά είχαν έκδηλη την αντιπάθεια προς την Ορθόδοξη Εκκλησία, την οποία συκοφάντησαν και συκοφαντούν ασύστολα. Κατά τον Παπαδιαμάντη ο «Γραικύλος της σήμερον είναι αυτός, όστις θέλει να κάμη δημοσία τον άθεον ή τον κοσμοπολίτην» και «ομοιάζει με νάνον ανορθούμενον επ’ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάση εις ύψος και φανή και αυτός γίγας».
Άθεος ο Ευρωπαίος, δηλαδή ο Δυτικοευρωπαίος, που είναι για τον Γραικύλο ο γνήσιος Ευρωπαίος; Άθεος και ο Γραικύλος! Άπατρις ο Ευρωπαίος; Άπατρις και ο Γραικύλος! Πουλάει χάντρες και καθρεφτάκια ο Ευρωπαίος στους ιθαγενείς με αντάλλαγμα χρυσάφι και πολύτιμες πέτρες; «Πουλάει» και ο Γραικύλος στους «καθυστερημένους» ομοεθνείς του ιδέες, οράματα, φρούδες ελπίδες και ιδανικά κάλπικα, με αντάλλαγμα την εξουσία, την αναγνώριση και την καταξίωση!
Οι δυτικότροποι «ελληνίζοντες» Γραικύλοι, είτε το έχουν συνειδητοποιήσει, είτε δρουν με άγνοια και ασυνειδησία, είναι στην πραγματικότητα ανθέλληνες, διότι είναι όργανα του κοσμοεξουσιασμού και εχθροί της πραγματικής Ελληνικότητας. Η Ελληνικότητα είναι για αυτούς απρόσιτη και αποτελεί το κύριο εμπόδιο στην πορεία προς την μετάλλαξη της ανθρωπότητας σε μια αδιαφοροποίητη ανθρώπινη μάζα.
Οι κίνδυνοι του Γραικυλισμού για την σύγχρονη Ελλάδα και το χρέος των Νεοελλήνων
Το έργο τους, πάντως, οι Γραικύλοι φαίνεται, ότι πλησιάζουν να το ολοκληρώσουν! Ο νέος Ελληνισμός, αποπροσανατολισμένος και ανερμάτιστος πλέον, καθοδηγούμενος κατά πλειοψηφία από αυτούς, που παριστάνουν τους δήθεν φωτισμένους ηγέτες και σωτήρες του, διατρέχει τον μεγαλύτερο κίνδυνο κατά την μακραίωνη ιστορία του. Μεγαλύτερο από εκείνον, που διέτρεξε κατά τις δύο προηγηθείσες περιόδους παρακμής, οι οποίες τον οδήγησαν σε υποταγή στους Ρωμαίους και στους Οθωμανούς Τούρκους. Οι Νεοέλληνες παρασύρθηκαν και πέταξαν σχεδόν τα πάντα από τους πολύτιμους θησαυρούς της πολιτιστικής τους κληρονομιάς και κράτησαν μόνο τα «καθρεφτάκια και τις χάντρες» των ψεύτικων ιδεωδών, τα οποία κατέρρευσαν και σβήνουν μαζί με τις ιδεολογίες κατά τα τέλη του 20ου αιώνα.
Περάσαμε, όπως υποστηρίζουν αρκετοί διανοητές, στην μετα-ιδεολογική εποχή. Στην εποχή, όπου η ελευθερία μας είναι η διάθεση χάρης του νέου παγκόσμιου Καίσαρα, που ακούει στο όνομα «Αγορά»! Είναι το προσωπείο όλων των αδίστακτων για κέρδη οικονομικά ισχυρών. Δημοκρατία μας έγινε πλέον η δυνατότητα εκλογής των ήδη προεπιλεγμένων από το παγκόσμιο εξουσιαστικό σύστημα ηγετών μας! Ειρήνη, κατάντησε η προετοιμασία για τον επόμενο πόλεμο, που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των ισχυρών, χωρίς να νοιάζεται κανένας από αυτούς για το τεράστιο κακό, που θα προκαλέσει.
Έχοντας απεμπολήσει την παράδοσή μας, αφανίσαμε τις διαπροσωπικές μας σχέσεις στο κυνήγι του ατομικού συμφέροντος, διαλύουμε την οικογένεια, όπως την είχαν διαλύσει από δεκαετίες τα πρότυπά μας, και ρέπουμε, δούλοι του ευδαιμονισμού, προς την αυτοκαταστροφή μέσω του υπερκαταναλωτισμού, της κατάχρησης ουσιών και της αντικοινωνικής συμπεριφοράς προς υπέρβαση του υπαρξιακού κενού, που μας συνοδεύει από τότε που «απελευθερωθήκαμε»! Όπου οι ισχυροί σπέρνουν τον πόλεμο και την καταστροφή, σπεύδουμε εκεί (αναγκαστικά;) και εμείς ως «σύμμαχοί» τους, «ισότιμοι» εταίροι στην «σταυροφορία» υπέρ της «ειρήνης».
Και καθώς το κυρίαρχο ιδεολόγημα των ισχυρών διαχρονικά είναι το «διαίρει και βασίλευε», κατάφεραν να κρατούν διχασμένο τον λαό μας, όπως άλλωστε και όλους γενικά τους αδύναμους λαούς, μετατρέποντάς τον σε θύμα και όμηρο, ώστε να μην είναι εφικτή η πραγματική εθνική μας συμφιλίωση και η από κοινού πορεία προς την προκοπή. Άλλωστε πως μπορεί να υπάρχει για εμάς η ποθητή εθνική συμφιλίωση, όταν το έθνος μας είναι απόβλητο από τη Νέα Τάξη πραγμάτων, την οποία κάποιοι από εμάς υποστηρίζουν και προωθούν ένθερμα και άλλοι αφελώς και εν αγνοία τους την στηρίζουν ή την ανέχονται; Οι κυρίαρχοι του παιχνιδιού φαίνεται να εξωθούν την Ευρώπη, την γηραιά ήπειρο, που δεν είναι μόνο δημογραφικά γερασμένη, αλλά και ηθικά σάπια, στα ιστορικά έσχατά της!
Οι σημερινοί Νεοέλληνες είμαστε Έλληνες, είμαστε Ρωμιοί, είμαστε Γραικοί, αλλά είμαστε, δυστυχώς, και Γραικύλοι. Στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε με την λεγόμενη οικονομική κρίση, που ουσιαστικά είναι για εμάς επάνω από όλα κρίση ηθών, αξιών και θεσμών, χρειαζόμαστε μια υπερήφανη αλλά ταυτόχρονα και ενδοσκοπική αυτοσυνειδησία και επιπλέον ένα πνεύμα γνήσιας συνεννόησης και συνεργασίας.
Συνειδητοποιώντας τα λάθη, τα πάθη και τα ελαττώματα της φυλής μας, όχι μόνο όπως οι άλλοι μας τα επισημαίνουν μέσα από τις δικαιολογημένες ή άδικες κατηγορίες σε βάρος μας, αλλά κυρίως, όπως εμείς οι ίδιοι τα γνωρίζουμε και τα βιώνουμε μέσα από τα δεινά και τις εθνικές συμφορές, που αυτά μας προκαλούν, έχουμε το ύψιστο χρέος ως Έλληνες απέναντι στην ιστορία μας, όχι μόνο να τα καταπολεμήσουμε, αλλά και να τα εξαλείψουμε! Και ένα από τα μεγαλύτερα ελαττώματα, από το οποίο πρέπει απαραιτήτως να απαλλαγούμε, είναι και το όνειδος του γραικυλισμού! Το μέλλον της φυλής μας πρέπει να είναι συνυφασμένο με έναν τέτοιον τιτάνιο αγώνα, που έχει παγκόσμια και πανανθρώπινη σημασία, επειδή δεν αφορά μόνον την ίδια μας την εθνική επιβίωση, αλλά και το μέλλον ολόκληρης της ανθρωπότητας.
πηγή:Elliniki Gnomi,
COMMENTS