γράφει ο Γιώργος Ανεστόπουλος Και αναρωτιέται ο «άσχετος» στο ξεκούδουνο: - Καλά ρε φίλε, γιατί δεν πήγαινε το παιδί να αναφέρ...
γράφει ο Γιώργος Ανεστόπουλος
Και αναρωτιέται ο «άσχετος» στο ξεκούδουνο:
- Και που να τα αναφέρει; Απαντάει με ανοιχτό το στόμα ο άλλος.
- Ξέρω γω; Στη σχολή του, ας πούμε, στην Διεύθυνση.
- Δεν το έκανε λες εσύ; Κι αν δεν πήγε στη Διεύθυνση, δεν μίλησε λες με καθηγητές;
- Και γιατί να μην πήγε στη Διεύθυνση;
- Άντε, να παίξουμε την κολοκυθιά. Μπορεί και να πήγε...αλλά, εσύ πιστεύεις πως κάθονται να δώσουν σημασία οι καθηγητές, οι δάσκαλοι και οι διευθύνσεις των σχολείων σε κάτι τέτοιες «αόριστες καταγγελίες ευαίσθητων παιδιών»;
- Κάτσε ρε φίλε, εδώ πήγαν να το πνίξουν το παιδί...αυτό δεν είναι αόριστη καταγγελία. Είναι σοβαρότατη κατηγορία.
- Πρώτον, δεν θα έφτασαν σ’ αυτό κατ’ ευθείαν. Μια κακοποίηση έχει «βάθος». Αρχίζει από τα «μικρά» και φτάνει στα «μεγάλα». Μέχρι να φτάσει στα μεγάλα, έχουν εξοικειωθεί οι πάντες με τα μικρά που όλο και κλιμακώνονται και πλέον ουδείς δίνει σημασία.
Όταν πάει το παιδί ή ο γονιός, σε οποιαδήποτε σχολική φάση να κάνει παράπονα επειδή το παιδί του δέχεται μια κάποια «παρενόχληση», το πολύ να συναντήσει – στην αρχή - «συμπάθεια» από διδάσκοντες και διευθυντές. Τίποτε παραπάνω. Ουδείς ασχολείται. Κι όσο βλέπουν οι νταήδες πως δεν έχει συνέπειες το «έργο» τους, τόσο το «κλιμακώνουν» προς το χειρότερο.
Αν συνεχίσει τα παράπονα ο παρενοχλούμενος ή/και οι γονείς του θα αρχίσουν να συναντούν όλο και μειούμενο ενδιαφέρον, ακόμη και απόσταση ή/και ενόχληση στην πορεία. Του τύπου «ώχου, πάλι αυτός ο μυγιάγγιχτος εδώ; Πάλι θα μας τα πρήξει με τα παράπονα»...
Άγονται και φέρονται από σκέψεις του στύλ «άσε τα παιδιά να τα βρουν μεταξύ τους» (κάποιος δηλαδή να πάρει το ρόλο του "επικυρίαρχου" και κάποιος του "θύματος").
Αρνούνται όλοι να δουν πως το πρόβλημα ξεκινάει από τις πολύ μικρές τάξεις, εκεί που τα "μαθησιακά προβλήματα" ενίοτε εκδηλώνονται και με "ολίγην από βία" εκ μέρους παιδιών που χρήζουν ειδικής διαπαιδαγώγησης, αντικειμενικά μη ικανών να την προσφέρουν ούτε οι εκπαιδευτικοί, ούτε το εκπαιδευτικό σύστημα σαν δομή.
Κι όταν κάτι που εμπεριέχει τόσο "άφθονη ενέργεια" μέσα του (όπως ένα τέτοιο παιδί - αγριμάκι - στην αρχή του εκπαιδευτικού του βίου) αφεθεί ανεξέλεγκτο, τότε μέρα τη μέρα θα "κλιμακώνει τις αντιδράσεις του" προς το βιαιότερο.
Κι όσο διαπιστώνει - με τις διαρκείς δοκιμές του - πως αδυνατούν να του επιβληθούν και να του ελέγξουν τις "δυναμικές εκτονώσεις" του, τόσο και γίνεται πιο βίαιο, πιο παραβατικό.
Κι αυτή η στάση - της εθελοτυφλίας - του εκπαιδευτικού συστήματος συνολικά δεν είναι χαρακτηριστικό μόνον Ελληνικό. Διαπιστώθηκε εξίσου και πρωτίστως εκεί που πρωτοαναδείχτηκε και μελετήθηκε το φαινόμενο, στις ΗΠΑ.
Κι όποιος διαφωνεί με τα περί «αδιαφορίας των εκπαιδευτικών» ας πάει σε ένα σχολείο – δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο – κι ας ψάξει να βρει τους εκπαιδευτικούς στο διάλειμμα. Δεν θα τους βρει.
Απολαμβάνουν το «κεκτημένο τους δικαίωμα», το 10λεπτο διάλειμμα – κάθε 45 λεπτά - στο γραφείο των καθηγητών. Κι έτσι, 300 μαθητές κάνουν ότι γουστάρουν στο διάλειμμα το πολύ με έναν ή δύο επιτηρητές. Πεδίον δόξης λαμπρό για τους υποψήφιους νταήδες.
Το bullying, σε ένα μακρύ στάδιο των πρώτων «φάσεων παρενόχλησης» είναι κάτι που «δεν αποδεικνύεται» με απτά στοιχεία.
Είναι ψυχολογικό, επικοινωνιακό. Είναι αδιόρατο. Ζει και υφίσταται στις σκιές. Ενίοτε, παίζει με την ντροπή του θύματος να παραδεχτεί το "τι του έκαναν" (πχ πως του κατέβασαν τα εσώρουχα στις τουαλέτες και παρίσταναν πως του έκαναν διάφορα για να του σπάσουν τον τσαμπουκά).
Άλλοτε παίζουν με το φόβο πως θα του κάνουν χειρότερα.
Κάποια στιγμή, στο απόγειο της κλιμάκωσης, έρχονται και τα εμφανή σημάδια.
Μόνο που όταν πλέον υπάρχουν αυτά τα «απτά στοιχεία» (πχ βιασμός, σπασμένα πλευρά, μελανιές, ξεσκισμένα ρούχα, πρησμένα μάτια, τρόμος θύματος, κλπ) είναι πλέον πολύ πολύ αργά. Το θύμα έχει υποστεί μια «σοβαρή κατάρρευση» που θα τον κυνηγάει μια ζωή.
Κι εκεί ευθύνονται πρωτίστως όλοι αυτοί που τους εμπιστεύτηκε ο γονιός το παιδί του και αυτοί αποδείχτηκαν ανίκανοι να το προστατέψουν.
Ωχαδερφιστές και ευθυνόφοβοι γραφειοκράτες εκπαιδευτικοί και διευθυντήρια.
Κι αν τα «απτά αποδεικτικά στοιχεία» είναι ανύπαρκτα μια φορά για τους εκπαιδευτικούς (στην πρώιμη φάση του "αδιόρατου bullying"), φαντάσου πόσο ανύπαρκτα θεωρούνται για τις Αρχές Ασφαλείας, την αστυνομία.
Η οποία λόγω έλλειψης πόρων και στελεχών βρίσκεται μονίμως σε μια φάση (αναγκαστικής) επιλογής του (πιο σοβαρού) περιστατικού όπου θα διαθέσουν τις λιγοστές δυνάμεις τους.
Τουτέστιν, όταν έχουν στο τοπικό γραφείο ασφαλείας ένα κάρο σοβαρές υποθέσεις πάνω στο γραφείο να τα βγάλουν πέρα κανα δυό νοματέοι, πόσο στα σοβαρά λέτε θα πάρουν την καταγγελία του τάδε πιτσιρικά ή του πατέρα του πως
«εκείνοι οι δύο – εξίσου πιτσιρικάδες – νταήδες του σχολείου του κάνουν πλάκα – η οποία, ναι, κλιμακώνεται (κάτι αόριστο) - κάθε μέρα»;
Κατ’ αρχήν η πάγια ερώτηση πχ του κέντρου της αμέσου δράσεως αν τους πάρεις και ζητήσεις βοήθεια είναι:
«κύριε, υπάρχει αυτή τη στιγμή περιστατικό σε εξέλιξη για να στείλω μονάδα»;
«Ε, όχι, αλλά αν δεν το προλάβουμε, θα υπάρξει».
«Λυπάμαι κύριε, αλλά δεν μπορώ να κάνω κάτι»...
Δηλαδή, ο κανόνας για να εμπλακούν δυνάμεις της αστυνομίας είναι να υπάρξει καταφανής παραβίαση της σωματικής ακεραιότητας του θύματος ή (ακόμη καλύτερα) φόνος.
Με τον ίδιο τρόπο, χωρίς «εμφανές περιστατικό που συνοδεύεται από σωματική κακοποίηση» και μάλιστα να υπάρχουν και «μάρτυρες», δεν μπορεί να περπατήσει ούτε καν προσφυγή στη δικαιοσύνη.
Κι ακόμη κι αν υπάρξουν αυτοί οι μάρτυρες (θα «αντέξουν μέχρι τέλους - δηλ. χρόνια»;) , το παιδί/θύμα θα χρειαστεί κι ένα σωρό «ιατρικές πιστοποιήσεις» που εάν και όταν βρεθεί στο νοσοκομείο ουδείς θα του χορηγήσει. Οι διαγνώσεις δεν θα είναι «ιατροδικαστικού τύπου»...Θα είναι απλά δυό τρεις βασικές, ασαφείς, γενικόλογες, κακογραμμένες οδηγίες εισαγωγής και περίθαλψης στα έκτακτα εξωτερικά ιατρεία. Δηλαδή, «ανεπαρκείς ποινικά».
Τουτέστιν, ακόμη κι αν ο κακομοίρης γονιός έχει τα τεράστια (για έναν φτωχό άνθρωπο – ο κονομημένος πάει σε ιδιωτικό) ποσά (200+ευρώ η κατάθεση της μήνυσης συν τα παράβολα/αμοιβές του δικηγόρου) θα κολλήσει κατόπιν.
Οι θύτες θα είναι κι αυτοί ανήλικοι, η διαδικασία θα τραβήξει σε μάκρος και ποιός ξέρει τι περιμένει το (ήδη ταλαιπωρημένο ψυχικά) παιδί στο σχολείο κατόπιν από «συγκεκαλυμμένα αντίποινα».
Ιδού λοιπόν η ανεπάρκεια του Πολιτειακού συστήματος (προληπτικού, εκπαιδευτικού, κατασταλτικού, ποινικού, κλπ) πως καλύπτεται «σιωπηλά» από τμήμα «οργισμένων πολιτών».
Ακούγεται, συζητιέται αλλά δεν υπάρχει τίποτε «απτό» στην επιφάνεια.
Αυτό λέγεται «προσαρμογή στην πραγματικότητα».
Όταν λοιπόν το παιδί/θύμα αρχίζει να «παρενοχλείται» και κανενός δεν ιδρώνει το αυτί, τότε κάποιος ή κάποιοι γονείς «παίρνουν την κατάσταση στα χέρια τους».
«Ανταποδίδουν με το ίδιο νόμισμα».
Η «νύχτα» άλλωστε παρέχει έτοιμη την «λύση», με το «αζημίωτο» φυσικά.
Απλώς, κάποιοι «έμπειροι μισθωμένοι τύποι» με «μεγαλύτερη ηλικία» από τους ανήλικους νταήδες αναλαμβάνουν την «διακριτική συμμόρφωσή» τους. Συνήθως όμως, η «εντολή» (δια σφοδρής και οδυνηρής βίας) είναι: εξαφανίσου απ’ αυτό το σχολείο»...
Αθόρυβα, επίπονα, αναπόδεικτα...όπως ακριβώς το bullying που αυτοί άσκησαν πριν στα αδύναμα παιδιά του σχολείου...
Και φυσικά, δεν υπάρχει περίπτωση να «μην υπακούσει» ο «νταΐσκος» στην οδυνηρή βίαιη εντολή του πολύ πολύ χειρότερου «πληρωμένου επαγγελματία νταή» που τον έχει βάλει στη γωνία και τον έχει κάνει μαύρο στο ξύλο...ενίοτε, μέσα στο ίδιο το προαύλιο, ώστε να εξευτελισθεί και μπροστά σε όλα τα υπόλοιπα παιδιά και να μην τον σηκώνει το κλίμα πλέον.
Ποιός δεν έχει δει το περιβόητο διαχρονικά «είδος των εξωσχολικών» πέριξ των σχολείων;
«Ακραία μέτρα» σαν κι αυτό είναι απ’ αυτά τα «σκοτεινά γεννήματα» που οδηγείται η κάθε κοινωνία όταν η πολιτικά ορθή αντιμετώπιση εκ μέρους της Πολιτείας «χωλαίνει»...
Έτρεξε αυτό το σενάριο και στις ΗΠΑ και στην υπόλοιπη Ευρώπη και βεβαίως η Ελλάδα δεν έμεινε πίσω.
Περιστατικά σαν το καϋμένο το παιδί τον Βαγγέλη τον Γιακουμάκη συμβαίνουν γιατί, ακόμη και στις τελευταίες μαρτυρικές τους ημέρες (πριν τον θάνατό τους) δεν έτυχε να έχουν δίπλα τους έστω, ένα «ανορθόδοξο» back up σαν το παραπάνω που ακόμη και με έναν τέτοιο "μη πολιτικά ορθό τρόπο" θα ισορροπούσε τα πράγματα.
Κάποιον δικό του άνθρωπο να «νοιαστεί» να αντιμετωπίσει μια τέτοια «έκτακτη βίαιη» κατάσταση με έναν αντίστοιχο τρόπο – εφόσον ΟΥΔΕΙΣ από την έννομη Πολιτεία δεν νοιάστηκε να το αντιμετωπίσει «πολιτισμένα πλην δραστικά», όπως θα όφειλε.
Παρεμπιπτόντως, η «διακριτική αυτοκτονία» δεν είναι κάτι και τόσο σύνηθες.
Στην Ελλάδα, μόνον η περίπτωση Λιαντίνη υπάρχει.
Η συντριπτική πλειοψηφία των αυτοκτονιών είναι ταυτόχρονα και κάτι σαν «χαστούκι εκδίκησης», σαν "ηχηρή φωνή/κραυγή διαμαρτυρίας" στα μούτρα των υπολοίπων...μια αυτοκτονία θέλει να "μιλήσει"...να πει ΠΑΝΤΑ κάτι...
Εξ' ου και οι αυτοκτονίες είναι ΠΑΝΤΑ «δημόσιες»...κανείς δεν «κρύβεται» για ν’ αυτοκτονήσει...
Η συντριπτική πλειοψηφία των αυτοκτονιών είναι ταυτόχρονα και κάτι σαν «χαστούκι εκδίκησης», σαν "ηχηρή φωνή/κραυγή διαμαρτυρίας" στα μούτρα των υπολοίπων...μια αυτοκτονία θέλει να "μιλήσει"...να πει ΠΑΝΤΑ κάτι...
Εξ' ου και οι αυτοκτονίες είναι ΠΑΝΤΑ «δημόσιες»...κανείς δεν «κρύβεται» για ν’ αυτοκτονήσει...
Και παρεμπιπτόντως, όποιος έχει ζήσει επαρχία γνωρίζει ότι ακόμη και στις χειρότερες παρατεταμένες συνθήκες υγρασίας, ακόμη κι ένα κουφάρι ψόφιας γάτας ένα χιλιόμετρο μακριά βγάζει τόση δυσοσμία που γίνεται αντιληπτή απ’ τον καθένα. Πόσω μάλλον από τα διάφορα νεκροφάγα ζώα της περιοχής.
Πόσω μάλλον ένα ανθρώπινο πτώμα.
Τα σκυλιά - και όχι μόνον - της περιοχής θα ήταν αγέλες σε κείνο το σημείο.
Τα δε κοράκια επί μέρες θα ήταν σμήνη πάνω από το πτώμα δείχνοντας την θέση του ακόμη και σε τυφλούς.
Κι όμως, επί σαράντα μέρες κανένα σμήνος ή αγέλη πτωματοφάγων δεν πλησίασε εκεί.
Καμία δυσοσμία προχωρημένης σήψης δεν χτύπησε σε καμία μύτη.
Ποιός κοροϊδεύει ποιόν σ’ αυτήν την ιστορία;
Όταν η Πολιτεία δεν θέλει να δίνει αφορμές στους Πολίτες της να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους, τότε θα πρέπει να είναι «σοβαρή» στη δουλειά της και να μην «συγκαλύπτει»...ιδίως τομάρια και νταήδες....
Ας σκεφτεί μόνον αυτό η Πολιτεία (αν υπάρχει ακόμη):
Ας σκεφτεί μόνον αυτό η Πολιτεία (αν υπάρχει ακόμη):
Σαράντα μέρες τώρα έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο φορτίο κοινωνικής οργής για τα άτομα που – αόριστα ακόμη – θεωρήθηκαν υπεύθυνα γι’ αυτά τα αίσχη...
Πόσοι θα νοιαστούν (ή αντίστοιχα θα «ευφρανθούν» - ψυχολογία του λυντσαρίσματος) εάν μαθευτεί πως κάποιοι ανέλαβαν – εν είδη βεντέτας – να «αποδώσουν δικαιοσύνη» αφού η Πολιτεία κοιμόταν και συνεχίζει να κοιμάται;
COMMENTS