Εδώ που οδηγηθήκαμε, δεν πρέπει να υπογραφεί ένα τρίτο μνημόνιο, εάν δεν εμπεριέχεται ρητά η ονομαστική διαγραφή μέρους του χρέους – ε...
Εδώ που οδηγηθήκαμε, δεν πρέπει να υπογραφεί ένα τρίτο μνημόνιο, εάν δεν εμπεριέχεται ρητά η ονομαστική διαγραφή μέρους του χρέους – ενώ η μοναδική μας εναλλακτική λύση είναι η χρεοκοπία εντός της Ευρωζώνης, χωρίς να επικρατήσει η διχόνοια.
“Η κατάσταση είναι σοβαρή. Ο χρόνος του παιχνιδιού έχει λήξει. Το βιοτικό μας επίπεδο θα μειωθεί πάρα πολύ, αλλά τα παιδιά μας θα ζήσουν καλύτερες ημέρες. Πρέπει να πολεμήσουμε. Όλοι μαζί, χωρίς καμία εξαίρεση. Θα υπάρξουν θύματα. Θα κάνουμε λάθη. Είναι όμως απαραίτητο” (W. Churchill).
.
Άρθρο
Τι μπορεί να περιμένει κανείς από μία χώρα, η οποία έχει χάσει όλους τους συμμάχους της εντός της ΕΕ – αφούστη σύσκεψη κορυφής τοποθετήθηκαν συλλογικά και οι 27 ηγέτες εναντίον μας, συμφωνώντας για πρώτη φορά ομόφωνα μεταξύ τους; Όταν ένας ευρωπαίος υπουργός οικονομικών παρομοιάζει τις συναντήσεις που αφορούν την Ελλάδα με «χαμένα αεροπορικά μίλια» ή μία πρωθυπουργός κατηγορεί την κυβέρνηση μας πως θέλει να γιορτάζει με δανεικά χρήματα και εις βάρος όλων των άλλων;
Περαιτέρω, όταν εκτός από την πλήρη έλλειψη συμμάχων, η Ελλάδα δέχεται την επίθεση των ισχυρότερων δυνάμεων της Δύσης, όπως οι Η.Π.Α. και η Γερμανία, σε τι μπορεί να ελπίζει; Εάν δε στο έντονα εχθρικό εξωτερικό περιβάλλον προσθέσει κανείς την πλήρη αδυναμία λήψης σταθερών αποφάσεων από το κυβερνών κόμμα, σε συνδυασμό με την απειρία και την ανεπάρκεια του, κυρίως όμως την απίστευτη διχόνοια που επικρατεί μεταξύ των πολιτικών παρατάξεων, ακόμη και τη στιγμή που η χώρα βρίσκεται στην άκρη του γκρεμού, είναι δυνατόν οι προβλέψεις του για το μέλλον να είναι αισιόδοξες;
Από την άλλη πλευρά, όταν ο νέος στόχος των δανειστών της χώρας μας είναι η καταστροφή των βασικών πυλώνων της οικονομίας της, μέσω της αύξησης των συντελεστών φορολόγησης για τα ξενοδοχεία, για τη ναυτιλία και για τη γεωργία, προς όφελος κυρίως της Γερμανίας (σε αυτήν ανήκουν τα περισσότερα πολυτελή ξενοδοχεία στην Τουρκία, ενώ οι εφοπλιστές μας αγοράζουν τα πλοία των χρεοκοπημένων γερμανικών ναυτιλιακών εταιριών), πως μπορεί κανείς να αποδεχθεί τη συμφωνία που θέλουν να επιβάλλουν, για να μη βυθιστεί σε μία επώδυνη χρεοκοπία η πατρίδα μας; Πως είναι δυνατόν να υποταχθούμε στην αύξηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, η οποία θα «αποδεκατίσει» τα ήδη εξαθλιωμένα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα της Ελλάδας;
Πώς είναι δυνατόν να δεχθούμε τα υπόλοιπα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων δυστυχώς αυτών που η ίδια η κυβέρνηση μας πρότεινε (ανάλυση), τα οποία θα βυθίσουν ξανά στην ύφεση και στο χάος την οικονομία μας ή τις αποκρατικοποιήσεις των πάντων στις σημερινές εξευτελιστικές τιμές; Με απλά λόγια, γιατί να θεωρήσουμε πως ο αργός θάνατος, τον οποίο επιλέγει η Τρόικα για την Ελλάδα, σε κάποιο βαθμό και η κυβέρνηση μας, είναι προτιμότερος από τον ακαριαίο, ως αποτέλεσμα της πτώχευσης μας;
Συνεχίζοντας να εκφράζουμε τις απορίες μας, στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποίησης, μπορεί να επιβιώσει μία μικρή χώρα, όπως η Ελλάδα, απομονωμένη από όλους τους μέχρι σήμερα συμμάχους και εταίρους της - όταν πολύ μεγαλύτερες, όπως η Βραζιλία και η Ρωσία, αγωνίζονται για να τα καταφέρουν;
Προφανώς όχι, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως μπορεί να αποδεχθεί την γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη – να σκύψει δηλαδή υποτακτικά το κεφάλι απέναντι σε μία ένωση που μετατρέπεται σταδιακά στην αποικία ενός κράτους που προκάλεσε δύο παγκοσμίους πολέμους, το Ολοκαύτωμα, τη γενοκτονία μίας ολόκληρης φυλής (άρθρο), καθώς επίσης πλήθος άλλα τρομακτικά, απάνθρωπα εγκλήματα.
Βέβαια, τυχόν χρεοκοπία της Ελλάδας εντός της Ευρωζώνης, δεν θα ήταν συνώνυμη με το τέλος του κόσμου – ενώ, αντίθετα, η πτώχευση, σε συνδυασμό με την έξοδο από το ευρώ, θα την οδηγούσε στο χάος, ενδεχομένως δε στην απόλυτη καταστροφή. Η αιτία είναι κυρίως το ότι, ολόκληρη η πολιτική της ηγεσία, πόσο μάλλον μόνη της η κυβέρνηση, δεν έχει την παραμικρή δυνατότητα να διαχειρισθεί μία τέτοια κρίση ή/και τη μετάβαση σε ένα εθνικό νόμισμα – ειδικά κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες, εν μέσω μίας συνεχιζόμενης ύφεσης, με καταστραμμένο τον παραγωγικό της ιστό, καθώς επίσης χωρίς καμία απολύτως ιστορική εμπειρία.
Εάν δε το επιχειρούσε η κυβέρνηση, καταφέρνοντας υποθετικά να υιοθετήσει τη δραχμή χωρίς να βυθιστεί η χώρα στο χάος, η αρχική υποτίμηση της θα ήταν τέτοιου μεγέθους που θα οδηγούσε ακαριαία τους Έλληνες στους δρόμους – με αποτέλεσμα να ανατραπεί το κυβερνών κόμμα σε χρόνο μηδέν. Κάτι ανάλογο δεν μπορεί να αποκλεισθεί βέβαια στην περίπτωση της μη συμφωνίας με την Τρόικα, έως τα τέλη του μήνα – λόγω κυρίως των τραπεζικών προβλημάτων που θα δημιουργηθούν, την ανάγκη να πληρώνονται στο εξής οι δημόσιοι υπάλληλοι με υποσχετικές κοκ.
Περαιτέρω, η αντιμετώπιση της σημερινής κυβέρνησης από την Τρόικα, η οποία εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τα συμφέροντα της Γερμανίας (ανάλυση), ενώ ο απώτερος στόχος είναι η ίδρυση του οικονομικού ΝΑΤΟ (άρθρο), κρίνοντας μεταξύ άλλων από τη θανατηφόρο διάγνωση της (ανάλυση), δεν είναι διαφορετική από αυτήν της προηγούμενης – από την οποία απαιτούσαν συνεχώς οδυνηρότερα μέτρα, της «τραβούσαν το χαλί κάτω από τα πόδια» κοκ.
Δυστυχώς, οι αντίθετοι ισχυρισμοί της κυβέρνησης, η οποία θεωρεί πως δέχεται μόνο αυτή επίθεση λόγω του ότι είναι αριστερή, δεν είναι τίποτα άλλο από μία έωλη δικαιολογία της αδυναμίας της να εφαρμόσει την πολιτική που ανεύθυνα εξήγγειλε προεκλογικά – γεγονός που τεκμηριώνεται από το ότι, τα επί πλέον μέτρα που απαιτούνται είναι ακριβώς ανάλογα των επί πλέον ζημιών που προκλήθηκαν στην ελληνική οικονομία, μετά τον εκβιασμό των πρόωρων εκλογών εκ μέρους της (γράφημα της εξέλιξης του προϋπολογισμού, από πλεονασματικό ξανά σε ελλειμματικό, επί πλέον της ύφεσης που επανήλθε).
.
.
Είναι δικό της λάθος δε το ότι η ίδια αναίρεσε την απαίτηση διαγραφής χρέους, υπογράφοντας τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, με βάση την οποία υποσχέθηκε την πλήρη εξόφληση των υποχρεώσεων της χώρας – ενώ η σημερινή της θέση, περί μίας «αναδιάρθρωσης» του δημοσίου χρέους (επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής με χαμηλά επιτόκια), δεν πρόκειται να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση.
Η αιτία είναι το ότι, εάν δεν επιτευχθεί η ονομαστική διαγραφή μέρους του δημοσίου χρέους, χωρίς την οποία είναι αδύνατη η επίσης αναγκαία διαγραφή μέρους του ιδιωτικού, δεν πρόκειται να αποκατασταθεί η πιστοληπτική ικανότητα του κράτους και των ιδιωτών – οπότε η χώρα θα μείνει στον εξευτελιστικό ορό της Ευρωζώνης, ενώ η παγίδα ρευστότητας θα εμποδίζει τις επενδύσεις. Ως εκ τούτου, δεν θα υπάρχει ανάπτυξη, δεν θα καταπολεμάται η ανεργία, ενώ θα λεηλατείται σταδιακά τόσο η δημόσια, όσο και η ιδιωτική περιουσία των Ελλήνων – στις ακόμη πιο χαμηλές τιμές που θα επικρατήσουν (το γνωστό ως «στύψιμο της λεμονόκουπας»).
Η κυβέρνηση όμως δεν μπορεί πλέον να απαιτήσει τη διαγραφή μέρους του χρέους, έχοντας υποσχεθεί άλλα πράγματα στους εταίρους της. Ακόμη δε και να μπορούσε, δεν φαίνεται ότι θα τα κατάφερνε – εξαιρώντας μία ανάλογη έωλη υπόσχεση, όπως αυτή που δόθηκε στην προηγούμενη, χωρίς να τηρηθεί ποτέ. Τι απομένει λοιπόν στην Ελλάδα, μετά τα τρομακτικά αδιέξοδα, στα οποία οδηγήθηκε από την ενδοτική κυβέρνηση του 2010, καθώς επίσης από τις «ανεπαρκείς» επόμενες, συμπεριλαμβανομένης της παρούσας;
Κατά την άποψη μας, η μη υπογραφή μίας τρίτης συμφωνίας, εάν δεν εμπεριέχεται ρητά η ονομαστική διαγραφή μέρους του χρέους – με αντάλλαγμα οποιαδήποτε μέτρα μείωσης των δαπανών μας ζητηθούν (αλλά όχι αύξησης των φόρων τύπου ΦΠΑ), αφού είναι προφανώς παράλογο να ζητάμε την εφαρμογή μίας κοινωνικής πολιτικής, με δανεικά χρήματα των εταίρων μας.
Τη διαγραφή αυτή τη δικαιούμαστε περισσότερο από ότι τη δικαιούταν η Γερμανία το 1953, επειδή το μεγαλύτερο μέρος της καταστροφής προκλήθηκε από την πολιτική των μνημονίων που μας επιβλήθηκε – την έχουμε επίσης ανάγκη, όπως την είχε ανάγκη τότε η Γερμανία, ενώ η Ευρώπη έχει την οικονομική δυνατότητα να μας την προσφέρει. Διαφορετικά δεν πρέπει να κινηθούμε καθόλου, παραμένοντας ήρεμοι και ψύχραιμοι, ακόμη και αν υποχρεωθούμε να αντιμετωπίσουμε κατάματα τη χρεοκοπία – εντός της Ευρωζώνης φυσικά, αφού κανένας δεν μπορεί να μας «αποβάλλει», οχυρώνοντας τις τράπεζες.
Απαιτείται βέβαια η συναίνεση όλων των πολιτικών κομμάτων, φυσικά επίσης των εκλογέων τους, κυρίως όμως μία εθνική ομοψυχία – χωρίς την οποία θα καταστραφεί ολοσχερώς η χώρα μας, αφού η διχόνοια είναι πολύ πιο επικίνδυνη, σε σχέση με οποιαδήποτε οικονομική κρίση. Φυσικά μπορεί να κάνουμε λάθος στην εκτίμηση μας, ενώ ζητούμε συγνώμη που «εμπλακήκαμε» σε ένα πολιτικό κείμενο. Δυστυχώς όμως, η πολιτική έχει σήμερα τον πρώτο λόγο, ενώ η οικονομία μπορεί μεν να την βοηθήσει, όταν και εάν εισακούγεται έγκαιρα, αλλά όχι να αναλάβει το ρόλο και τις ευθύνες της.
COMMENTS