Ασφαλώς υπάρχει δρόμος εκτός των μνημονίων και εντός του ευρώ, για μία χώρα που διαθέτει ικανή κυβέρνηση – επίσης συνειδητοποιημένου...
Ασφαλώς υπάρχει δρόμος εκτός των μνημονίων και εντός του ευρώ, για μία χώρα που διαθέτει ικανή κυβέρνηση – επίσης συνειδητοποιημένους Πολίτες, πρόθυμους να υπηρετήσουν το συλλογικό συμφέρον, επί πλέον στο ατομικό δικό τους.
«Ο παραιτηθείς πρωθυπουργός προσέφερε μία πραγματικά ανεκτίμητη υπηρεσία στη Γερμανία: έπεισε την πλειοψηφία των Ελλήνων, όπως και την αριστερή του πλατφόρμα, πως είναι αδύνατη η παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη χωρίς μνημόνια, ότι δεν είναι τόσο άσχημο το ξεπούλημα της δημόσιας περιουσίας, καθώς επίσης πως η σκλαβιά του χρέους είναι υποφερτή.Σωστά λοιπόν η καγκελάριος είχε δηλώσει ευχαριστημένη ότι, «οι εκλογές στην Ελλάδα δεν είναι μέρος του προβλήματος, αλλά της λύσης του» – αν και ελάχιστοι κατάλαβαν τι ακριβώς εννοούσε ή ποιός ήταν ο στόχος που έκλεισαν οι τράπεζες, επιβάλλοντας αμέσως μετά ελέγχους στη διακίνηση των κεφαλαίων.Προφανώς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει κανείς, ισχυριζόμενος πως επρόκειτο για έναστημένο παιχνίδι – όπως επίσης όχι για την κλοπή του κόμματος του από το κόμμα του, αφού το επέτρεψαν οι, με τη θέληση τους, διωγμένοι «σύντροφοι» του. Οι δύστυχοι, χωρίς καν να το συνειδητοποιήσουν» (ΒΒ).
.
Άρθρο
Ο πρώην πρωθυπουργός κέρδισε τις εκλογές, με την υπόσχεση πως θα έθετε τέλος στην αποτυχημένη πολιτική της λιτότητας και των μνημονίων – πως θα κατάφερνε να διαγράψει ένα μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους (ανάλυση), μη επιτρέποντας τη λεηλασία της ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας των Ελλήνων, ενώ ήταν ο καθαρός νικητής του δημοψηφίσματος που επιβεβαίωσε τις ανάλογες επιθυμίες των Ελλήνων.
Αμέσως μετά όμως, σε μία αμφιλεγόμενη ως προς τη σκοπιμότητα της 17ωρη συνάντηση με τους υπόλοιπους ηγέτες της Ευρωζώνης, υποχώρησε – συμβιβάσθηκε άνευ όρων και μεταλλάχθηκε από έναν αριστερό ιδεολόγο αγωνιστή σε έναν «κατεστημένο» κεντρώο, ο οποίος υπέγραψε ένα σκληρότερο μνημόνιο από όλα τα προηγούμενα, δίνοντας γη και ύδωρ, καθώς επίσης τα κλειδιά της πατρίδας του στους δανειστές της.
Ως εκ τούτου, είναι ολοφάνερο πλέον για τους Πολίτες πως αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η διατήρηση του στην εξουσία – ενώ, όσον αφορά το περιεχόμενο της νέας του πολιτικής, δεν διαφέρει καθόλου από το αντίστοιχο του βασικού ανταγωνιστή του. Δεν είναι λοιπόν παράδοξη η απογοήτευση αρκετών στελεχών του κόμματος του – καθώς επίσης πολλών εκλογέων, οι οποίοι τον εγκαταλείπουν καθημερινά.
Περαιτέρω, η ριζική αλλαγή της στάσης του οφείλεται κυρίως στο ότι, διέπραξε το τεράστιο πολιτικό λάθος των σοσιαλδημοκρατικών και αριστερών κινημάτων στην Ευρώπη – αποδέχθηκε δηλαδή το νεοφιλελεύθερο οικονομικό δόγμα, το οποίο οδήγησε στην ήττα των εργαζομένων, καθώς επίσης των αδύναμων κρατών, προς όφελος των τραπεζών και των ισχυρότερων μελών της Ευρωζώνης.
Ειδικά τα σοσιαλιστικά κινήματα ήταν αυτά που αφενός μεν ανέχθηκαν τη συγκεκριμένη πολιτική, αφετέρου τη στήριξαν στις κυβερνήσεις συνεργασίας – όπως τεκμηριώνεται επίσης από το παράδειγμα της Ελλάδας ή της Γερμανίας.
Όσον αφορά τώρα τα προγράμματα (μνημόνια) που έχουν επιβληθεί στην Ελλάδα, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το νεοφιλελεύθερο χαρακτήρα τους – αφού προωθούν τις ιδιωτικοποιήσεις, στηρίζουν τις τράπεζες με χρήματα των φορολογουμένων, μειώνουν τους μισθούς και τις συντάξεις, απορρυθμίζουν όλα τα επαγγέλματα, επιτίθενται στις συλλογικές συμβάσεις, αποδυναμώνουν το κοινωνικό κράτος κοκ.
Είναι δε πολύ πιο αυστηρά από αυτά που θα μπορούσαν ποτέ να ανεχθούν άλλες χώρες, ακόμη και οι πιο συντηρητικές – χωρίς όμως αυτό να έχει εμποδίσει τον απερχόμενο πρωθυπουργό να τα υπογράψει με τη σειρά του. Η αιτιολογία βέβαια που αναφέρει είναι η ίδια, με αυτήν των προκατόχων του: το ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος από τα μνημόνια, εάν θέλει να παραμείνει η Ελλάδα μέλος της Ευρωζώνης – προφανώς όμως όχι ισότιμο, όπως ο ίδιος διακήρυσσε, αλλά μετατρεπόμενη σε ένα άβουλο, πειθήνιο, υποτακτικό προτεκτοράτο της Γερμανίας.
Την ίδια στιγμή προσπαθεί να «θολώσει τα νερά», ισχυριζόμενος πως διαφέρει από τα υπόλοιπα κόμματα επειδή θα μοιράσει καλύτερα τη φτώχεια της χώρας, αντί να παράγει τον πλούτο που έχει τη δυνατότητα πατρίδα μας – πως θα είναι ικανότερος όσον αφορά την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς, της ασυδοσίας της εγχώριας ελίτ κοκ., ενώ θα διαχειρισθεί καλύτερα το μνημόνιο.
Εν τούτοις, παρά το ότι η πατρίδα μας έχει χάσει πολλές ευκαιρίες στο παρελθόν για να ξεφύγει από την παγίδα του χρέους και των μνημονίων, ακόμη περισσότερες το απερχόμενο κόμμα (ανάλυση), συνεχίζουν να υπάρχουν δρόμοι εκτός των μνημονίων, ακόμη και αν επιλεγόταν ο ύστατος: η πτώχευση της Ελλάδας εντός της Ευρωζώνης, με την οποία θα ήταν πιθανότατα σύμφωνο το 62% των Ελλήνων που ψήφισε πρόσφατα «ΟΧΙ», χωρίς να επιθυμεί τη δραχμή υπό τις σημερινές συνθήκες και με τους συγκεκριμένους πολιτικούς.
Χρειάζονται όμως συμμαχίες, τις οποίες δεν φρόντισε να καλλιεργήσει ο παραιτηθείς πρωθυπουργός, εναλλακτικά σχέδια, σωστή προετοιμασία της κυβέρνησης και των Ελλήνων, οχύρωση του τραπεζικού συστήματος, βοηθητική ρευστότητα, ενδιάμεσες λύσεις εσωτερικής χρηματοδότησης της χώρας, στήριξη της από τους Πολίτες των άλλων κρατών κοκ. – επί πλέον η πίστη στο ότι, δικαιούται η Ελλάδα τη διαγραφή ενός μεγάλου μέρους του μη βιώσιμου χρέους της, καθώς επίσης αναπτυξιακά μέτρα από την πλευρά των εταίρων της, περισσότερο από τη Γερμανία το 1953.
Εκτός αυτού απαιτείται να συνειδητοποιήσει η Ευρώπη, αφού φυσικά το κατανοήσει προηγουμένως η όποια ελληνική κυβέρνηση ότι, το τρίτο μνημόνιο δεν είναι η λύση, επειδή θα οδηγήσει την Ελλάδα εκτός της Ευρωζώνης – ενδεχομένως δε σε πολύ επικίνδυνες περιπέτειες (άρθρο).
Βέβαια, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να υιοθετήσει εκείνες τις μεταρρυθμίσεις, τις οποίες όφειλε να είχε δρομολογήσει το αργότερο, όταν επέλεξε την είσοδο της στη νομισματική ένωση (άρθρο) – γεγονός που όμως απαιτεί μία ικανή πολιτική ηγεσία, ο στόχος της οποίας θα είναι η σωστή διακυβέρνηση της χώρας και όχι η νομή της εξουσίας.
Επίσης συνειδητοποιημένους Πολίτες που δεν θα ψηφίζουν τον πρώτο τυχόντα που τους υπόσχεται ατεκμηρίωτα τα πάντα ή κάποιον γραφικό, ακόμη και αν αυτό οφείλεται στη δικαιολογημένη αντίδραση τους απέναντι στους αμετανόητα ψεύτες πολιτικούς – ενώ θα είναι πρόθυμοι να εργασθούν έντιμα, δημιουργικά και παραγωγικά, συμπεριλαμβάνοντας στο προσωπικό τους συμφέρον το όφελος της πατρίδας και της ηπείρου τους.
.
Το θεμελιώδες ευρωπαϊκό πολιτικό πρόβλημα
Συνεχίζοντας, το βασικότερο εμπόδιο που οφείλουν να ξεπεράσουν τα κοινωνικά φιλελεύθερα ή άλλου είδους σοσιαλδημοκρατικά κινήματα της Ευρώπης, είναι οι βαθιές ρίζες του δόγματος του νεοφιλελευθερισμού στην ευρύτερη ευρωπαϊκή πολιτική, καθώς επίσης στις ευρωπαϊκές συμβάσεις (Muenchau) – στη συμφωνία του Μάαστριχτ, στο σύμφωνο σταθερότητας, καθώς επίσης στην πρόσφατη δημοσιονομική «σύμβαση».
Οι κανόνες αυτοί, οι οποίοι έχουν καταρτισθεί από τις συντηρητικές κυβερνήσεις των χωρών της ΕΕ, περιορίζουν σημαντικά τα πολιτικά περιθώρια των κομμάτων – με αποτέλεσμα, από την πλευρά των εκλογέων, να μην διαφέρουν καθόλου οι σοσιαλδημοκρατικές από τις δεξιές παρατάξεις.
Επομένως, ο δρόμος που απομένει για να μην καταστραφεί εντελώς το κοινωνικό κράτος στην Ευρώπη, για να εμποδιστεί ο άκρατος νεοφιλελευθερισμός, καθώς επίσης για να καταπολεμηθεί η δικτατορία των τραπεζών, ιδίως της ΕΚΤ, είναι η αντίσταση απέναντι σε αυτούς τους κανόνες.
Αυτό δεν σημαίνει φυσικά πως δεν πρέπει να τηρούνται οι κανόνες, αφού η ΕΕ δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει διαφορετικά – αλλά πως οφείλουν να γίνουν έντονες προσπάθειες αλλαγής τους, από εκείνα τα κόμματα που δεν τους εγκρίνουν.
Εν πρώτοις δε, να μην συμφωνούν με τις κυβερνήσεις ή με τους οργανισμούς (Τρόικα, ΔΝΤ, ΕΚΤ) που επιβάλλουν στην Ελλάδα τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές των μνημονίων και της λιτότητας – αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις, από κοινού με τα αντίστοιχα ελληνικά κόμματα, οι οποίες δεν θα είναι αντίθετες με την ιδεολογία τους.
Συνεχίστε στη 2η σελίδα (…)
Το σημαντικότερο βέβαια όλων είναι αναμφίβολα η αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης – αφού διαφορετικά είναι προδιαγεγραμμένη είτε η διάλυση της, είτε η μετατροπή της σε μία γερμανική αυτοκρατορία.
Εδώ ανήκουν κυρίως τα τεράστια, συνεχώς αυξανόμενα πλεονάσματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Γερμανίας (σχεδόν στο 10% σήμερα), μετά την είσοδο της στην Ευρωζώνη – τα οποία δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να γίνονται ανεκτά από τους εταίρους της αφού, όπως φαίνεται καθαρά από το παράδειγμα της Γαλλίας (γράφημα), δημιουργούνται εις βάρος τους.
.
.
Αυτού του είδους τα θέματα θα πρέπει να τονίζουν και να συζητούν τα αριστερά ή σοσιαλδημοκρατικά κόμματακαι όχι να συμμετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας που είναι αντίθετες – αφού διαφορετικά θα πάψει να έχει νόημα η ύπαρξη τους, οπότε θα χαθούν από το «πολιτικό στερέωμα».
.
Το πρόβλημα ανάπτυξης της Ευρωζώνης
Περαιτέρω, εάν η Ελλάδα δεν εξασφαλίσει έναν ρυθμό ανάπτυξης που θα υπερβαίνει τουλάχιστον το επιτόκιο, με το οποίο επιβαρύνεται, δεν πρόκειται να ξεφύγει από την κρίση – ακόμη και αν διαγραφεί το μεγαλύτερο μέρος του δημοσίου χρέους της.
Πώς είναι δυνατόν όμως να τα καταφέρει, όταν η ίδια η Ευρωζώνη βυθίζεται σταθερά στην ύφεση, ενώ ολόκληρος ο υπόλοιπος πλανήτης δοκιμάζεται από τα προβλήματα της Κίνας, από τους νομισματικούς πολέμους, από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση κοκ., ενώ οι κεντρικές τράπεζες έχουν πανικοβληθεί από την αδυναμία τους να αντιδράσουν;
Αναλυτικότερα, η Ευρωζώνη ανακάμπτει πάρα πολύ αργά ενώ η ΕΚΤ, στην πρόσφατη συνεδρίαση της, προειδοποίησε με έντονο τρόπο για τα ρίσκα από τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της Κίνας – καθώς επίσης από τα προβλήματα των αναπτυσσομένων χωρών. Η αιτία της δυσμενούς αυτής εξέλιξης φαίνεται από το γράφημα που ακολουθεί: η μειωμένη εσωτερική κατανάλωση των κρατών της νομισματικής ένωσης, ως αποτέλεσμα της κρίσης χρέους, καθώς επίσης της πολιτικής λιτότητας.
.
.
Όπως διαπιστώνεται, η εσωτερική κατανάλωση είναι χαμηλότερη συγκριτικά με το 2008, όταν η οικονομία βυθίστηκε στην ύφεση λόγω της χρηματοπιστωτικής κρίσης. Αυτό οφείλεται στο ότι, έκτοτε τα εισοδήματα των νοικοκυριών μειώνονται, οπότε η κατανάλωση, ενώ οι επιχειρήσεις δεν επενδύουν ικανοποιητικά – λόγω της περιορισμένης ζήτησης, των δυσοίωνων μελλοντικών προβλέψεων και της επιδείνωσης των προϋποθέσεων χρηματοδότησης τους.
Ως εκ τούτου, η μειωμένη μεν αλλά υπαρκτή ανάπτυξη της Ευρωζώνης στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις εξαγωγές – οι οποίες έχουν αυξηθεί κατά 25% (μπλε καμπύλη). Ένα μεγάλο μέρος τους βέβαια προέρχεται από τις άλλες χώρες της ΕΕ, καθώς επίσης από τις Η.Π.Α. Εν τούτοις, το 25% των εξαγωγών αφορά τις αναπτυσσόμενες οικονομίες – ενώ, σύμφωνα με την ΕΚΤ, η εξάρτηση της Ευρωζώνης από τις πέντε σημαντικότερες δεν είναι καθόλου αμελητέα (Κίνα, Ρωσία, Τουρκία, Βραζιλία, Ινδία).
Ειδικά όσον αφορά την Ελλάδα, οι εξαγωγές της κατευθύνονται κατά 50% στις αναπτυσσόμενες οικονομίες– από τις οποίες το 13% προς την Τουρκία. Εάν λοιπόν υπάρξουν προβλήματα σε αυτές, κάτι που θεωρείται πλέον βέβαιο, οι εξαγωγές της χώρας μας θα περιορίζονταν σημαντικά, οπότε και το ΑΕΠ της – γεγονός που, μεταξύ άλλων σημαίνει ότι, θα ήταν αδύνατον να επιτευχθούν οι όροι του τρίτου μνημονίου, όσον αφορά το ρυθμό ανάπτυξης, το πρωτογενές πλεόνασμα κοκ., οπότε θα απαιτούνταν νέα «ισοδύναμα» μέτρα και νέα χρηματοδότηση.
Η μοναδική ελπίδα λοιπόν της χώρας μας, κυρίως βέβαια της υπόλοιπης Ευρωζώνης, δεν είναι άλλη από την αύξηση της ρευστότητας εκ μέρους της ΕΚΤ, έτσι ώστε να αναθερμανθεί η εσωτερική κατανάλωση – κάτι που στη χειρότερη περίπτωση, εάν δεν πετύχει δηλαδή, θα μειώσει την ισοτιμία του ευρώ, οπότε θα αυξηθούν ξανά οι εξαγωγές.
Βέβαια οι υπόλοιπες χώρες δύσκολα θα επιτρέψουν τη στήριξη της πάμπλουτης Ευρώπης, αυξάνοντας τις εισαγωγές τους και αποδεχόμενες τη χαμηλότερη ισοτιμία του ευρώ – οπότε πρόκειται για μία έωλη ελπίδα που μάλλον δεν θα πραγματοποιηθεί. Σε μία τέτοια περίπτωση, η Ελλάδα θα δεχθεί τεράστιες πιέσεις – οπότε θα βυθιστεί ακόμη περισσότερο στην κρίση.
.
Επίλογος
Έχουμε την πεποίθηση πως όλα τα παραπάνω θα έπρεπε να εμπλουτίσουν τις πολιτικές συζητήσεις που οφείλουν να αφορούν το τρίτο μνημόνιο – η επιτυχία ή η αποτυχία του οποίου δεν εξαρτάται από την πιστή εφαρμογή του εκ μέρους κάποιου πολιτικού κόμματος, με στόχο τη μικρότερη επιβάρυνση (μοίρασμα της φτώχειας) της μίας ή της άλλης εισοδηματικής ομάδας.
Εξαρτάται αντίθετα από το ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας ο οποίος, εάν δεν επιτευχθεί, δεν πρόκειται να θεραπεύσει τις δύο κατ’ εξοχήν πληγές της Ελλάδας: την ανεργία, καθώς επίσης τη μη εκμετάλλευση του υφιστάμενου παραγωγικού δυναμικού της χώρας το οποίο, όσο παραμένει ανεκμετάλλευτο, είναι ανόητο να προσδοκούνται νέες επενδύσεις. Πόσο μάλλον εάν δεν διορθωθούν οι δύο βαριές ασθένειες της Ελλάδας: η έλλειψη ενός σταθερού επιχειρηματικού και φορολογικού πλαισίου, καθώς επίσης η γραφειοκρατία.
Όσον αφορά δε γενικότερα την πολιτική λιτότητας, η οποία έχει επιβληθεί στα πλαίσια της υιοθέτησης του νεοφιλελεύθερου δόγματος εκ μέρους της Ευρωζώνης, η μάχη δεν μπορεί να δοθεί μόνο εντός της Ελλάδας – αλλά, κυρίως, σε ολόκληρη την ήπειρο μας, με στόχο τη μεταρρύθμιση των κανόνων και των Θεσμών της, προς όφελος της πλειοψηφίας των Πολιτών και όχι μόνο υπέρ της ελίτ ή/και των τραπεζών.
COMMENTS