Ο ανωτέρω τίτλος -που αξίζει τουλάχιστον μέρος της προσοχής την οποία επέτυχε η μακρόσυρτη «προβοκάτσια» Φίλη-Χρυσής Αυγής, για να κουκο...
Ο ανωτέρω τίτλος -που αξίζει τουλάχιστον μέρος της προσοχής την οποία επέτυχε η μακρόσυρτη «προβοκάτσια» Φίλη-Χρυσής Αυγής, για να κουκουλωθεί, με προπέτασμα χάβρας, το ξεπούλημα 14 χρυσοφόρων αεροδρομίων και να ψηφισθεί η πρώτη γκιλοτίνα προαπαιτούμενων- στεγάζει σημαντικώτατο κείμενο, που υιοθετεί στην ιστοσελίδα του και συνιστά στους αναγνώστες του ο γνωστός μας Αμερικανός πολιτικός φιλόσοφος Πωλ Γκραιγκ Ρόμπερτς.
Πρόκειται για ένα πρότυπο παλιάς καλής αμερικανικής δημοσιογραφίας, φέρει την υπογραφή Πάτρικ Μάρτιν και δημοσιεύθηκε πρωτοτύπως στο World Socialist Web Site.
Η ανάγνωσή του δίνει ένα μέτρο ιεράρχησης και σχετικότητας…
Μετάφραση: Μιχαήλ Στυλιανού
Το αμερικανικό δίκτυο στρατιωτικών/ κατασκοπευτικών υπηρεσιών επιδίδεται σε συστηματικές προπαρασκευές για τον 3ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Για το Πεντάγωνο μια στρατιωτική σύρραξη με την Κίνα και/ή τη Ρωσία είναι αναπόφευκτη και αυτή η προοπτική έχει καταστεί η κινητήρια ώθηση για τα τακτικά και στρατηγικά του σχέδια.
Τρεις ακροάσεις στο Κογκρέσο την Τρίτη (3/11) τεκμηρίωσαν αυτή τη διάγνωση. Το πρωί, η επιτροπή ενόπλων δυνάμεων της Γερουσίας, είχε μια μακρά ακρόαση ειδικών για τον κυβερνοπόλεμο. Το απόγευμα η υποεπιτροπή των ενόπλων δυνάμεων της Βουλής συζήτησε για τη σημερινή δύναμη και ανάπτυξη του αμερικανικού στόλου αεροπλανοφόρων, ενώ μια άλλη επιτροπή συζητούσε τον εκσυγχρονισμό των αμερικανικών πυρηνικών όπλων.
Σε καμιά από αυτές τις συζητήσεις δεν εξετάσθηκαν οι ευρύτερες συνέπειες αυτών των αμερικανικών πολεμικών προετοιμασιών ή τι θα εσήμαινε ένας μεγάλος πόλεμος μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων για την επιβίωση του ανθρώπινου είδους και ακόμη για τη ζωή στον πλανήτη. Αντίθετα, οι ακροάσεις ήταν παραδείγματα αυτού που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως αντιμετώπιση του 3ου Παγκοσμίου Πολέμου ως θέματος τετριμμένης κοινοτοπίας.΄Ενας αμερικανικός πόλεμος με την Κίνα και/ή τη Ρωσία αντιμετωπιζόταν ως δεδομένος και οι καταθέσεις των μαρτύρων και ερωτήσεις των γερουσιαστών και βουλευτών -δημοκρατών και ρεπουμπλικανών- αφορούσαν τις καλύτερες μεθόδους επικράτησης σε τέτοια σύρραξη.
Οι ακροάσεις αποτελούσαν συστατικά μέρη μιας εξελισσόμενης διαδικασίας. Οι μάρτυρες αναφέρονταν σε παλαιά κείμενα και ανακοινώσεις τους. Οι γερουσιαστές και βουλευτές αναφέρονταν σε προηγούμενες μαρτυρίες άλλων ειδικών. Με άλλα λόγια, οι προετοιμασίες για παγκόσμιο πόλεμο, με τη χρήση ηλεκτρονικών όπλων, αεροπλανοφόρων, βομβαρδιστικών, πυραύλων και την τεράστια ποικιλία οπλικών συστημάτων, αποκαλύπτονταν σε ανάπτυξη επί μακρά χρονική περίοδο. Δεν ήταν η αντίδραση σε πρόσφατα γεγονότα, είτε στην νότια κινεζική θάλασσα, είτε στην Ουκρανία, τη Συρία ή οπουδήποτε αλλού.
Κάθε μια από τις συνεδριάσεις αναφερόταν σε μείζονα σύρραξη των ΗΠΑ με μια άλλη μεγάλη δύναμη ( κάποτε ανώνυμη, κάποτε κατονομαζόμενη: την Κίνα η τη Ρωσία), που θα εκτυλισσόταν σε σχετικά σύντομο χρόνο, έτη μάλλον παρά δεκαετίες. Ο κίνδυνος της τρομοκρατίας, που συνεχώς υπερπροβάλλεται αδικαιολόγητα για να υπερδιεγείρει την κοινή γνώμη, υποβαθμιζόταν ή αντιμετωπιζόταν ως ανύπαρκτος. Σε μια ερώτηση βουλευτίνας επί του κυβερνοπολέμου, όλοι οι αρμόδιοι απάντησαν ότι οι ανησυχίες τους αφορούν τα κράτη, όχι τρομοκράτες.
΄Ενας από τους μάρτυρες σ’ αυτή την ακρόαση ήταν ο δρ. Πήτερ Σίνγκερ, που παρουσιάσθηκε ως « Ειδικός Στρατηγικής και Ανώτερος Εταίρος» της δεξαμενής σκέψης Νέα Αμερική. Ο τίτλος της ανακοίνωσής του ήταν « Τα διδάγματα του 3ου Παγκοσμίου Πολέμου». ΄Αρχισε την ανακοίνωσή του με την ακόλουθη περιγραφή αυτή της σύγκρουσης:
«Αμερικανικά και κινεζικά σκάφη ναυμαχούν, χρησιμοποιώντας κάθε όπλο, από πυροβόλα, πυραύλους Κρουζ και Λέιζερ. Αόρατα ρωσικά και αμερικανικά καταδιωκτικά διεξάγουν αερομαχίες, με ρομποτικά ντρόουνς ως συνοδευτικά τους. Χάκερς στη Σαγκάη και στη Σίλικον Βάλευ μονομαχούν σε ψηφιακά πεδία. Και μάχες στο Διάστημα κρίνουν την έκβαση του πολέμου στη γη. Είναι αυτές σκηνές από μυθιστόρημα ή αυτό που θα μπορούσε να γίνει στον πραγματικό κόσμο μεθαύριο; Η απάντηση είναι και τα δύο.»
Σε καμιά από τις ακροάσεις δεν υπήρξε συζήτηση είτε για την πιθανότητα ενός μεγάλου πολέμου είτε για την ανάγκη νίκης σε ένα τέτοιο πόλεμο. Κανείς δεν αμφισβήτησε την αντίληψη ότι θα είχε νόημα η «νίκη» σε ένα παγκόσμιο πόλεμο μεταξύ πυρηνικών δυνάμεων. Η συζήτηση ήταν εξ ολοκλήρου αφιερωμένη στο ποιες τεχνολογίες, εξοπλισμός και ανθρώπινο στοιχείο απαιτείται για την επικράτηση των αμερικανικών ενόπλων δυνάμεων.
Και αυτό αφορά τόσο τους δημοκρατικούς γερουσιαστές και βουλευτές όσο και τους ρεπουμπλικανούς ομολόγους τους. Κατά το έθιμο, τα δύο κόμματα κάθονται σε αντίθετες πλευρές των προέδρων της επιτροπής η υποεπιτροπής. Χωρίς αυτόν τον διαχωρισμό δεν θα μπορούσε κανείς από τις ερωτήσεις και τις απόψεις τους να διακρίνει την κομματική τους ταυτότητα.
Αντίθετα προς την εικόνα μιας Ουάσιγκτων βαθειά διχασμένης μεταξύ κομμάτων, με αντιτιθέμενες πολιτικές θέσεις, που μεταδίδουν τα ΜΜΕ, υπήρχε μια πλήρης διακομματική ομοφωνία επ’ αυτών των θεμελιώδους σημασίας θεμάτων, της προετοιμασίας ενός νέου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Αυτή η ομοφωνία των πολιτικών εκπροσώπων των μεγάλων επιχειρήσεων δεν σημαίνει όμως πως δεν υπάρχουν εμπόδια στο δρόμο αυτής της τάσης για πόλεμο. Σε κάθε μια από αυτές τις ακροάσεις ανέκυψαν, κατά διάφορους τρόπους, τα συμπτώματα της κρίσης που αντιμετωπίζει ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός. Τα δύο μείζονα συστατικά αυτής της κρίσης είναι η φθίνουσα οικονομική δύναμη των ΗΠΑ σε σχέση με τους μεγαλύτερους ανταγωνιστές τους και οι εσωτερικές αντιθέσεις της αμερικανικής κοινωνίας, με την βαθυνόμενη αποξένωση της τάξης των εργαζομένων και ειδικώτερα της νεολαίας.
Στην ακρόαση της υποεπιτροπής της Βουλής για τα αεροπλανοφόρα, ο πρόεδρος εσημείωσε πως ένας από τους μάρτυρες, ο κορυφαίος των ναυάρχων, εξέφρασε την ανησυχία του για το ότι « έχουμε 11 αεροπλανοφόρα σε ένα κόσμο για 15». Η Ουάσιγκτων αντιμετωπίζει –είπε- τόσες προκλήσεις που αυτό που χρειάζεται είναι ένα στόλο 21 αεροπλανοφόρων, διπλάσιον από αυτόν που διαθέτει, αλλ’ αυτό θα προκαλούσε την χρεωκοπία μιας χώρας με πολύ μεγαλύτερους οικονομικούς πόρους από τις ΗΠΑ.
Η ακρόαση της Γερουσίας για την ασφάλεια του κυβερνοχώρου έθιξε σε συντομία την εσωτερική πρόκληση κατά του αμερικανικού μιλιταρισμού. Ο κύριος μάρτυρας, απόστρατος στρατηγός Κηθ Αλεξάντερ, τέως αρχηγός της υπηρεσίας ασφαλείας του ναυτικού και τέως επικεφαλής της διοίκησης κυβερνοχώρου του Πενταγώνου, ελεεινολόγησε τις διαρροές των Σνόουντον και Μάνινγκ, λέγοντας ότι οι «επιθέσεις έσωθεν» είναι οι σοβαρότερες απειλές που αντιμετωπίζουν οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις.
Όταν ο δημοκρατικός γερουσιαστής της Βιρτζίνια Τζο Μάντσιν τον ερώτησε ευθέως για τον Σνόουντον: « Θα πρέπει να τον θεωρούμε προδότη;» Ο Αλεξάντερ απάντησε: « Θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως προδότης και να δικασθεί ως προδότης.» Και ο Μάντσιν κούνησε το κεφάλι του επιδοκιμαστικά.
Ενώ οι μάρτυρες και οι γερουσιαστές επέλεξαν να χρησιμοποιήσουν τα ονόματα των Σνόουντον και Μάνινγκ για να προσωποποιήσουν τον «εσωτερικό εχθρό», είχαν σαφώς επίγνωση του ότι δεν επρόκειτο απλώς για την βαθειά ριζωμένη αποστροφή των Αμερικανών εργαζομένων για τα 14 χρόνια αιματηρών ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων στο Αφγανιστάν, το Ιράκ, τη Σομαλία, τη Λιβύη, τη Συρία και σε όλο το μήκος της Βόρειας Αφρικής, όσο σημαντική και αν είναι.
΄Ενας πόλεμος μεταξύ των ΗΠΑ και μιας μεγάλης δύναμης, όπως η Κίνα και η Ρωσία, ακόμη και αν μπορούσε να εμποδιστεί η κλιμάκωσή του σε ένα γενικευμένο πυρηνικό πόλεμο, θα συνεπήγετο μια κολοσσιαία κινητοποίηση των δυνατοτήτων της αμερικανικής κοινωνίας, οικονομικών και ανθρώπινων. Θα εσήμαινε περαιτέρω δραματική πτώση του επιπέδου ζωής του αμερικανικού λαού, συνδυασμένου με μια τεράστια αιματοχυσία από τα παιδιά κυρίως των εργαζομένων.
Μετά τον πόλεμο του Βιετνάμ, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις ελειτούργησαν αποκλειστικά σαν εθελοντικά σώματα, αποφεύγοντας την επιστράτευση, η οποία προκάλεσε ευρύτατη αντίθεση και ευθεία πρόκληση στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. ΄Ενας συμβατικός πόλεμος με την Κίνα ή τη Ρωσία θα εσήμαινε την επαναφορά της επιστράτευσης και θα επανεισήγαγε το κόστος αίματος σε κάθε αμερικανική οικογένεια της Αμερικής.
Σε τέτοια περίπτωση, με οποιαδήποτε ενίσχυση των εξουσιών αστυνόμευσης και των καταπιεστικών μέτρων εναντίον του αντιπολεμικού αισθήματος, η σταθερότητα της αμερικανικής κοινωνίας θα τεθεί σε δοκιμασία. Η αμερικανική άρχουσα ελίτ φοβείται βαθύτατα τις συνέπειες. Και θα πρέπει να τις φοβείται.
COMMENTS