Πώς ο Ταγίπ προετοιμάζει το έδαφος για εισβολή στη Συρία.Το άκρως εμπρηστικό άρθρο φιλοκυβερνητικής εφημερίδας, που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία πρέπει να επέμβει στρατιωτικά
Το άκρως εμπρηστικό άρθρο φιλοκυβερνητικής εφημερίδας, που καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Τουρκία πρέπει να επέμβει στρατιωτικά
Από τη
Δήμητρα Αθανασοπούλου
Δήμητρα Αθανασοπούλου
Αν κάθε πόλεμος, όταν πλησιάζει, παρουσιάζεται σαν μια αναπόφευκτη πράξη αυτοάμυνας απέναντι σε έναν μανιακό δολοφόνο, όπως έγραφε ο Τζορτζ Οργουελ, η Τουρκία μοιάζει να θέλει να παρουσιάσει το συριακό καθεστώς ως την απόλυτη απειλή. Για να μπορεί να το εξουδετερώσει δίχως ανθρωπιά, αλλά με... επιχειρήματα, εκμεταλλευόμενη για ακόμη μία φορά την ανθρώπινη δυστυχία και με φόντο, όμως, πλέον τη μεγάλη έξοδο των Σύρων από το Χαλέπι. Ποιος ο ρόλος της Τουρκίας στον συριακό εμφύλιο σπαραγμό; Πρέπει να επέμβει η Τουρκία απευθείας στη Συρία; Θα μπει ανοικτά σε έναν πόλεμο; Θα προβεί σε ριζοσπαστικές κινήσεις από τη στιγμή που εκτιμά ότι η κατάσταση ως έχει σήμερα συνιστά απειλή για την Αγκυρα; Τα παραπάνω ερωτήματα έθεσε ο Ιμπραχίμ Καραγκιούλ, γενικός διευθυντής της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας «Γενί Σαφάκ», για να απαντήσει χωρίς ενοχές θετικά μέσα από ένα τουλάχιστον προκλητικό δημοσίευμα που επιβεβαιώνει ότι δεν υπάρχει τίποτε πιο ανήθικο από τον πόλεμο, όπως είχε υποστηρίξει ο Γάλλος εμπνευστής του σαδισμού Μαρκήσιος ντε Σαντ.
Η Αγκυρα μοιάζει να έχει θέσει ως βασικό στόχο την ανατροπή του Ασαντ και τα τουρκικά μίντια που υποκλίνονται στον Ερντογάν στηρίζουν ποικιλοτρόπως αυτές τις επεκτατικές βλέψεις του τουρκικού καθεστώτος.
Η Αγκυρα μοιάζει να έχει θέσει ως βασικό στόχο την ανατροπή του Ασαντ και τα τουρκικά μίντια που υποκλίνονται στον Ερντογάν στηρίζουν ποικιλοτρόπως αυτές τις επεκτατικές βλέψεις του τουρκικού καθεστώτος.
Ο συλλογισμός
Ο Ιμπραχίμ Καραγκιούλ αναρωτιέται αν σε μια Συρία που έχει καταληφθεί από τη Ρωσία και το Ιράν θα τελειώσει ο πόλεμος που γινόταν δι' αντιπροσώπων μέσω των διαφόρων οργανώσεων και θα αρχίσει ένας νέος πόλεμος μεταξύ των κρατών. Μέσα από έναν μακρύ, πλην πολεμοχαρή, συλλογισμό, καταλήγει ότι η Τουρκία θα πρέπει να επέμβει στρατιωτικά στη Συρία και να γίνει παράγοντας που θα καθορίσει την επίλυση του ζητήματος στην περιοχή. Για ποιον λόγο; Για να μην αποδεχθεί την υλοποίηση των σχεδίων της Μόσχας και της Τεχεράνης, «τα οποία θα δημιουργήσουν μια Συρία που θα απειλεί την Τουρκία και θα μετατρέψουν τη γειτονική χώρα σε ένα κράτος-στρατόπεδο, από το οποίο θα γίνονται επιθέσεις εναντίον της Τουρκίας τις επόμενες δεκαετίες».
Ο Τούρκος φιλοκυβερνητικός δημοσιογράφος στο εκτενές άρθρο, που μοιάζει να διεκδικεί μια θέση στην παγκόσμια Ιστορία ως ακόμη ένα κείμενο-δεκανίκι άνισου, πλην ανελέητου πολέμου, ξετυλίγει μια σειρά επιχειρημάτων -ακόμη και νομικών, όπως λέει- για μια στρατιωτική επέμβαση, υπογραμμίζοντας ξανά και ξανά την επικίνδυνη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Παρουσιάζει ως μονόδρομο τον πόλεμο για την Τουρκία, έτσι ώστε να μην παραδώσει την εθνική κυριαρχία της, την εσωτερική ασφάλειά της και την εδαφική ακεραιότητά της σε περιφερειακές και διεθνείς συμμαχίες. Δεν λείπουν και οι αναφορές στις επιθέσεις του PKK, «που έχουν ξεπεράσει τον χαρακτήρα των τρομοκρατικών επιθέσεων και έχουν αποκτήσει χαρακτήρα επιχειρήσεων κατάληψης και ελέγχου περιοχών», για να καταλήξει, «δίχως ντροπή», στο συμπέρασμα ότι αν η Τουρκία επιτρέψει να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, τότε θα κληθεί να αντιμετωπίσει δεκάδες οργανώσεις. Καταληκτικό επιχείρημα; Οι αποφάσεις που θα λάβει η γείτονα χώρα θα καθορίσουν το μέλλον της Τουρκίας, καθώς εάν η Τουρκία δεν επέμβει, θα υποχρεωθεί να συζητήσει το θέμα του διαμελισμού της.
Υποστηρίζει ότι η Τουρκία πολεμά ήδη με τη Ρωσία και το Ιράν και πως η τύχη της έχει ταυτιστεί με την τύχη της Συρίας, ενώ την ίδια στιγμή το Ιράν δεν έχει κανέναν δεσμό με τη Συρία. Κατηγορεί το Ιράν και τη Ρωσία ότι, παρόλο που δεν έχουν υποστεί ζημιά από αυτόν τον πόλεμο, αφού δεν συνορεύουν με τη Συρία, «έχουν εγκατασταθεί σε αυτήν και την έχουν καταλάβει. Τώρα της δίνουν τη μορφή που θέλουν, την ανασχεδιάζουν, κάνουν δημογραφικές αλλοιώσεις και δημιουργούν ένα κράτος από το οποίο θα απειλείται και θα δέχεται επιθέσεις η Τουρκία». Για τους υποστηρικτές του Ερντογάν, ο πόλεμος που διεξάγουν Μόσχα και Τεχεράνη στη Συρία είναι, στην πραγματικότητα, ένας πόλεμος εναντίον της Τουρκίας. Διασαφηνίζει ωστόσο ότι η Τουρκία δεν θα κηρύξει φυσικά τον πόλεμο σε αυτές τις δύο χώρες. Δεν θα επιτρέψει όμως ούτε να μετατραπεί η Συρία σε ένα κράτος-στρατόπεδο, από το οποίο θα γίνονται επιθέσεις εναντίον της Τουρκίας.
Ο Τούρκος φιλοκυβερνητικός δημοσιογράφος στο εκτενές άρθρο, που μοιάζει να διεκδικεί μια θέση στην παγκόσμια Ιστορία ως ακόμη ένα κείμενο-δεκανίκι άνισου, πλην ανελέητου πολέμου, ξετυλίγει μια σειρά επιχειρημάτων -ακόμη και νομικών, όπως λέει- για μια στρατιωτική επέμβαση, υπογραμμίζοντας ξανά και ξανά την επικίνδυνη κατάσταση που έχει δημιουργηθεί. Παρουσιάζει ως μονόδρομο τον πόλεμο για την Τουρκία, έτσι ώστε να μην παραδώσει την εθνική κυριαρχία της, την εσωτερική ασφάλειά της και την εδαφική ακεραιότητά της σε περιφερειακές και διεθνείς συμμαχίες. Δεν λείπουν και οι αναφορές στις επιθέσεις του PKK, «που έχουν ξεπεράσει τον χαρακτήρα των τρομοκρατικών επιθέσεων και έχουν αποκτήσει χαρακτήρα επιχειρήσεων κατάληψης και ελέγχου περιοχών», για να καταλήξει, «δίχως ντροπή», στο συμπέρασμα ότι αν η Τουρκία επιτρέψει να συνεχιστεί αυτή η κατάσταση, τότε θα κληθεί να αντιμετωπίσει δεκάδες οργανώσεις. Καταληκτικό επιχείρημα; Οι αποφάσεις που θα λάβει η γείτονα χώρα θα καθορίσουν το μέλλον της Τουρκίας, καθώς εάν η Τουρκία δεν επέμβει, θα υποχρεωθεί να συζητήσει το θέμα του διαμελισμού της.
Υποστηρίζει ότι η Τουρκία πολεμά ήδη με τη Ρωσία και το Ιράν και πως η τύχη της έχει ταυτιστεί με την τύχη της Συρίας, ενώ την ίδια στιγμή το Ιράν δεν έχει κανέναν δεσμό με τη Συρία. Κατηγορεί το Ιράν και τη Ρωσία ότι, παρόλο που δεν έχουν υποστεί ζημιά από αυτόν τον πόλεμο, αφού δεν συνορεύουν με τη Συρία, «έχουν εγκατασταθεί σε αυτήν και την έχουν καταλάβει. Τώρα της δίνουν τη μορφή που θέλουν, την ανασχεδιάζουν, κάνουν δημογραφικές αλλοιώσεις και δημιουργούν ένα κράτος από το οποίο θα απειλείται και θα δέχεται επιθέσεις η Τουρκία». Για τους υποστηρικτές του Ερντογάν, ο πόλεμος που διεξάγουν Μόσχα και Τεχεράνη στη Συρία είναι, στην πραγματικότητα, ένας πόλεμος εναντίον της Τουρκίας. Διασαφηνίζει ωστόσο ότι η Τουρκία δεν θα κηρύξει φυσικά τον πόλεμο σε αυτές τις δύο χώρες. Δεν θα επιτρέψει όμως ούτε να μετατραπεί η Συρία σε ένα κράτος-στρατόπεδο, από το οποίο θα γίνονται επιθέσεις εναντίον της Τουρκίας.
Η έμμεση ομολογία και η αποδόμηση
Με βασικό επιχείρημα ότι δεν έχει μείνει τίποτα από την παλιά Δαμασκό και πως πλέον εκεί τα πάντα ανασχεδιάζονται, με αποτέλεσμα η νέα κατάσταση να αποτελεί ευθεία απειλή για τη Συρία, ο πόλεμος παρουσιάζεται σαν κάτι το αναπόδραστο. «Το ξέρω ότι όλα τα παραπάνω κάποιοι θα τα χαρακτηρίσουν ως πολεμοκαπηλεία» γράφει ο Τούρκος δημοσιογράφος, που εκφράζει τις κυβερνητικές θέσεις. Στην πραγματικότητα, μέσα από την προσπάθειά του να προλάβει εκείνους που θα τον κατηγορήσουν, ομολογεί εμμέσως την πράξη της πολεμοκαπηλείας και αποδομεί ο ίδιος τα λεκτικά όπλα του φιλοπόλεμου τουρκικού καθεστώτος. Εξάλλου, ο πόλεμος εναντίον μιας ξένης χώρας συμβαίνει μόνον όταν οι τάξεις με το χρήμα εκτιμούν ότι θα βγάλουν κέρδος από αυτόν, όπως έγραφε ο Οργουελ. Για κανέναν άλλον λόγο, για καμία ωραία Ελένη.
Κροκοδείλια δάκρυα για τους πρόσφυγες
Η Τουρκία δείχνει να ενορχηστρώνει έναν πόλεμο πάνω στον ήδη υπάρχοντα και τον ξεριζωμό. Η γείτονα χώρα χρησιμοποιεί τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων προσφύγων από το Χαλέπι προς την Τουρκία και τις ανθρώπινες τραγωδίες που θα ακολουθήσουν, μετά την κατάληψη της πόλης από τη Ρωσία και το Ιράν, ως έναν από τους βασικούς λόγους στρατιωτικής παρέμβασης στη Συρία. Η ανθρωπιστική κρίση, αντί να γίνει αιτία επίδειξης ενός μεγαλείου ψυχής, γίνεται όχημα πολέμου. «Ολα αυτά είναι ζωτικής σημασίας ερωτήματα και οι απαντήσεις που θα δοθούν, καθώς και οι εξελίξεις που θα ακολουθήσουν στην περιοχή, θα αφήσουν τα ίχνη τους και θα καθορίσουν την ιστορική πορεία των κρατών της περιοχής» γράφει ο Τούρκος δημοσιογράφος. Και η κατεξοχήν ειρωνεία μέσα στο προκλητικό κείμενο του Ιμπραχίμ Καραγκιούλ; «Οσοι δεν αντιλαμβάνονται πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση σήμερα, θα υποχρεωθούν αύριο να δικαστούν από την Ιστορία» σημειώνει ο πολεμοκάπηλος διευθυντής του φιλοκυβερνητικού εντύπου, σαν να έχει βαλθεί να αποδείξει ότι η Ιστορία δεν είναι παρά ένα σφαγείο. Μόνο που σε αυτό το σφαγείο που λέγεται Ιστορία, για άλλη μια φορά πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει η Τουρκία.
Οι σύμμαχοι ανακάλυψαν τον εχθρό στη Μ. Ανατολή και αυτός είναι ο Πούτιν!
Από την
Κατερίνα Στυλιανέα
Κατερίνα Στυλιανέα
Οι συμμαχίες οικοδομούνται πάνω στη στρατηγική αντιμετώπισης ενός κοινού εχθρού -συχνά κατασκευασμένου-, ενός κινδύνου, μιας απειλής. Η συμμαχία των δυτικών δυνάμεων και των εταίρων τους στη Μέση Ανατολή, που επιχειρήθηκε να οικοδομηθεί υπό τη σημαία του κοινού πολέμου εναντίον του Ισλαμικού Κράτους και της τζιχαντιστικής τρομοκρατίας, αποδείχθηκε όμως στην πορεία ιδιαίτερα ανειλικρινής για να αποτελέσει βάση αποτελεσματικής στρατιωτικής ή πολιτικής δράσης.
* Πρώτον, οι ΗΠΑ που την ενορχήστρωσαν άλλαξαν πολλές φορές στρατηγικό «δόγμα», υποστηρίζοντας πότε τους Κούρδους αντάρτες (στους οποίους έταζαν περιοχές σαν αντάλλαγμα για τον ένοπλο αγώνα τους στο έδαφος κατά των τζιχαντιστών), πότε τους σουνίτες της συριακής αντιπολίτευσης (τους οποίους εξόπλιζαν αδρά μέχρι που αποδείχθηκε ότι τα όπλα έφταναν και τα εκπαιδευμένα στελέχη προσχωρούσαν στους ίδιους τους τζιχαντιστές). Και σήμερα οργανώνουν ειρηνευτικές συνομιλίες αποδεχόμενοι εκβιασμούς από όλους εκείνους που δεν επιθυμούν την ειρήνευση στη Συρία (την αντιπολίτευση που αποκλείει το ενδεχόμενο να συνομιλήσει με τη Ρωσία και τον Ασαντ, την Τουρκία που αποκλείει από τις συνομιλίες τους Κούρδους).
* Δεύτερον, η Σαουδική Αραβία τη στιγμή που στέλνει τα βομβαρδιστικά της στο πλευρό των αμερικανικών στο πλαίσιο των συμμαχικών βομβαρδισμών, χρηματοδοτεί παρασκηνιακά τις πιο ακραίες σουνιτικές οργανώσεις και έμμεσα -αν όχι άμεσα- το ΙΚ.
* Τρίτον, η Τουρκία, η οποία εκβιάζει την Ε.Ε. για οικονομικά και πολιτικά ανταλλάγματα χρησιμοποιώντας σαν διαπραγματευτικό χαρτί της τις μεγάλες μάζες των προσφύγων που προέρχονται από τη Συρία συνεπεία του πολέμου, χρηματοδοτεί το Ι.Κ. μέσω του λαθρεμπορίου πετρελαίου από τις πηγές των υπό την κατοχή του εδαφών στη Συρία και στο Ιράκ.
* Τέταρτον, η Ε.Ε. -και ειδικότερα η Γερμανία- που «αγωνιά» για τον τερματισμό της κρίσης και την ανακοπή του μαζικού προσφυγικού ρεύματος από τη Συρία, το οποίο επιβαρύνει πρωτίστως την ίδια (όχι μόνο με τις εκατοντάδες χιλιάδες αμάχων που έχουν ανάγκη διεθνούς προστασίας, αλλά και με τη διείσδυση τρομοκρατικών στοιχείων που βάζουν την Ευρώπη στο στόχαστρο), προτάσσει την ανατροπή του Ασαντ (προσδοκώντας την εγκατάσταση ενός καθεστώτος ελεγχόμενου από τη Δύση) αντί της εξόντωσης των τζιχαντιστών, που είναι αυτοί που προκάλεσαν τα μεγάλα προσφυγικά ρεύματα, και της σταθεροποίησης στην περιοχή (την οποία μπορεί να εγγυηθεί μόνο ο στρατός του κυρίαρχου συριακού κράτους).
Ετσι σήμερα, 18 μήνες μετά την έναρξη των αμερικανικών -και εν συνεχεία συμμαχικών- βομβαρδισμών εναντίον του Ι.Κ. και με τις δυνάμεις του Χαλιφάτου να παραμένουν σχεδόν αλώβητες, η συμμαχία θα έπρεπε είτε να παραδεχθεί ότι απέτυχε (τόσο στρατιωτικά όσο και σε επίπεδο ειρηνευτικής παρέμβασης) είτε να αναζητήσει νέους τρόπους δράσης (όμως τις χερσαίες επιχειρήσεις στο έδαφος της Συρίας και του Ιράκ δεν τις τολμούν ακόμη, καθώς προδιαγράφονται ριψοκίνδυνες, χρονοβόρες και σκληρά αιματηρές) ή ένα νέο «άλλοθι», για να διατηρηθεί συσπειρωμένη μέχρι να διαμορφωθούν οι συνθήκες για την πολιτική διέξοδο που αναζητά (αρχίζοντας από την αποχώρηση Ασαντ).
Και το άλλοθι ευρέθη: Η Ρωσία. Η Ρωσία που επιμένει ότι η σταθεροποίηση στην περιοχή απαιτεί συνεννόηση με τον Ασαντ, πολιτική συμφωνία όλων των πλευρών στη διεθνή σκηνή, συμμετοχή των Κούρδων στο καθεστώς της επόμενης ημέρας. Η Ρωσία που αποτελεί εμπόδιο στις φιλοδοξίες των δυτικών και των συμμάχων τους να εγκαταστήσουν στην ισοπεδωμένη Συρία μια νέα σφαίρα επιρροής.
* Πρώτον, οι ΗΠΑ που την ενορχήστρωσαν άλλαξαν πολλές φορές στρατηγικό «δόγμα», υποστηρίζοντας πότε τους Κούρδους αντάρτες (στους οποίους έταζαν περιοχές σαν αντάλλαγμα για τον ένοπλο αγώνα τους στο έδαφος κατά των τζιχαντιστών), πότε τους σουνίτες της συριακής αντιπολίτευσης (τους οποίους εξόπλιζαν αδρά μέχρι που αποδείχθηκε ότι τα όπλα έφταναν και τα εκπαιδευμένα στελέχη προσχωρούσαν στους ίδιους τους τζιχαντιστές). Και σήμερα οργανώνουν ειρηνευτικές συνομιλίες αποδεχόμενοι εκβιασμούς από όλους εκείνους που δεν επιθυμούν την ειρήνευση στη Συρία (την αντιπολίτευση που αποκλείει το ενδεχόμενο να συνομιλήσει με τη Ρωσία και τον Ασαντ, την Τουρκία που αποκλείει από τις συνομιλίες τους Κούρδους).
* Δεύτερον, η Σαουδική Αραβία τη στιγμή που στέλνει τα βομβαρδιστικά της στο πλευρό των αμερικανικών στο πλαίσιο των συμμαχικών βομβαρδισμών, χρηματοδοτεί παρασκηνιακά τις πιο ακραίες σουνιτικές οργανώσεις και έμμεσα -αν όχι άμεσα- το ΙΚ.
* Τρίτον, η Τουρκία, η οποία εκβιάζει την Ε.Ε. για οικονομικά και πολιτικά ανταλλάγματα χρησιμοποιώντας σαν διαπραγματευτικό χαρτί της τις μεγάλες μάζες των προσφύγων που προέρχονται από τη Συρία συνεπεία του πολέμου, χρηματοδοτεί το Ι.Κ. μέσω του λαθρεμπορίου πετρελαίου από τις πηγές των υπό την κατοχή του εδαφών στη Συρία και στο Ιράκ.
* Τέταρτον, η Ε.Ε. -και ειδικότερα η Γερμανία- που «αγωνιά» για τον τερματισμό της κρίσης και την ανακοπή του μαζικού προσφυγικού ρεύματος από τη Συρία, το οποίο επιβαρύνει πρωτίστως την ίδια (όχι μόνο με τις εκατοντάδες χιλιάδες αμάχων που έχουν ανάγκη διεθνούς προστασίας, αλλά και με τη διείσδυση τρομοκρατικών στοιχείων που βάζουν την Ευρώπη στο στόχαστρο), προτάσσει την ανατροπή του Ασαντ (προσδοκώντας την εγκατάσταση ενός καθεστώτος ελεγχόμενου από τη Δύση) αντί της εξόντωσης των τζιχαντιστών, που είναι αυτοί που προκάλεσαν τα μεγάλα προσφυγικά ρεύματα, και της σταθεροποίησης στην περιοχή (την οποία μπορεί να εγγυηθεί μόνο ο στρατός του κυρίαρχου συριακού κράτους).
Ετσι σήμερα, 18 μήνες μετά την έναρξη των αμερικανικών -και εν συνεχεία συμμαχικών- βομβαρδισμών εναντίον του Ι.Κ. και με τις δυνάμεις του Χαλιφάτου να παραμένουν σχεδόν αλώβητες, η συμμαχία θα έπρεπε είτε να παραδεχθεί ότι απέτυχε (τόσο στρατιωτικά όσο και σε επίπεδο ειρηνευτικής παρέμβασης) είτε να αναζητήσει νέους τρόπους δράσης (όμως τις χερσαίες επιχειρήσεις στο έδαφος της Συρίας και του Ιράκ δεν τις τολμούν ακόμη, καθώς προδιαγράφονται ριψοκίνδυνες, χρονοβόρες και σκληρά αιματηρές) ή ένα νέο «άλλοθι», για να διατηρηθεί συσπειρωμένη μέχρι να διαμορφωθούν οι συνθήκες για την πολιτική διέξοδο που αναζητά (αρχίζοντας από την αποχώρηση Ασαντ).
Και το άλλοθι ευρέθη: Η Ρωσία. Η Ρωσία που επιμένει ότι η σταθεροποίηση στην περιοχή απαιτεί συνεννόηση με τον Ασαντ, πολιτική συμφωνία όλων των πλευρών στη διεθνή σκηνή, συμμετοχή των Κούρδων στο καθεστώς της επόμενης ημέρας. Η Ρωσία που αποτελεί εμπόδιο στις φιλοδοξίες των δυτικών και των συμμάχων τους να εγκαταστήσουν στην ισοπεδωμένη Συρία μια νέα σφαίρα επιρροής.
Πηγή "Δημοκρατία"
®1Greek Σκέψου....δεν είναι παράνομο ακόμη
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου
COMMENTS