Η τουρκική κοινωνία ανέκαθεν ήταν στο περιθώριο, χειραγωγούμενη από ένα ιδιότυπο στρατιωτικο-πολιτικό σύμπλεγμα.
του Βαγγέλη Γεωργίου
Προ ολίγων ημερών ο Τούρκος πρωθυπουργός Μπιναλί Γιλντιρίμ είχε διαμηνύσει με την ευκαιρία των 22 ετών από την κρίση των Ιμίων: «Έχουμε μέτρα στη διάθεσή μας για να αντιμετωπίσουμε τις ελληνικές προκλήσεις».
Όπως μετέδιδε ο τουρκικός ιστότοπος Ηaberturk: «Δεν είναι σωστό να προσπαθούν οι γείτονες μας να ‘ψαρέψουν’ σε θολά νερά, την ώρα που εμείς είμαστε απασχολημένοι με την καταπολέμηση της τρομοκρατίας» δηλαδή την στρατιωτική επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας» στη Συρία, σημείωσε ο Τούρκος πρωθυπουργός.
«Δεν θα το αντιμετωπίσουμε με θετικό τρόπο… Σε περίπτωση που συμβεί κάτι παρόμοιο, έχουμε πάντα μέτρα στη διάθεσή μας. Κανείς να μην ανησυχεί«, σημείωσε σε μήνυμά του προς τον τουρκικό λαό.
Αφού πέρασαν λίγες μέρες, χθες, ο Επιτελάρχης των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, Χουλουσί Ακάρ επεκτάθηκε περισσότερο: «Δεν είναι μόνο τα Ίμια, μπορούμε να καλύψουμε ολόκληρο το Αιγαίο. Έχουμε την δύναμη να λειτουργούμε στο Αφρίν και να ελέγξουμε ταυτόχρονα την Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο (…) Έχουμε τη δύναμη για να διεξάγουμε στρατιωτική επιχείρηση στο Άφριν και ταυτοχρόνως στο Αιγαίο» . Οπότε κρατάμε ότι η τουρκική κυβέρνηση δηλώνει -διατυμπανίζει- έτοιμη για διμέτωπη σύγκρουση, ότι ακριβώς δηλαδή στοίχειωνε και τα πιο επιδέξια στρατιωτικά επιτελεία της ιστορίας (Πρωσία, Γερμανία κτλ.).Θυμήθηκα, λοιπόν, τον Δεκέμβρη του 2006 όταν παρακολούθησα μια παρουσίαση βιβλίου για τον Παναγή Παπαληγούρα, υπουργό κυβερνήσεων Κωνσταντίνου Καραμανλή και μια σημαντική πολιτική προσωπικότητα της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Στην εκδήλωση, λοιπόν, ο γιος του Παπαληγούρα, υπουργός τότε Αναστάσιος Παπαληγούρας είχε αναφέρει πως «υποψιαζόταν» ότι ο πατέρας του «θεωρούσε την οικονομία πολύ σοβαρή υπόθεση για να την αφήσει κανείς μόνο στους οικονομολόγους…». Παραφράζοντας την ιστορική ατάκα του Ουίνστον Τσόρτσιλ, το παραπάνω ακούγεται τετριμμένο αν και έχει δόσεις αλήθειας.
Παναγής Παπαληγούρας, 1976
|
Ο Παναγής Παπαληγούρας, την περίοδο που ανέλαβε διαδοχικά τα σημαντικότερα χαρτοφυλάκια -Συντονισμού και Προγραμματισμού και αυτό των Εξωτερικών (1974-1978)- άδραξε την ευκαιρία και επικαλέστηκε την οικονομία με τέτοιο τρόπο ώστε να εξηγήσει και να επιλύσει -εν μέρει- τις ελληνοτουρκικές διαφορές!
Παναγής Παπαληγούρας, πρωτοκλασάτο στέλεχος των κυβερνήσεων Κωνσταντίνου Καραμανλή.Σε συνέντευξή του, τον Σεπτέμβριο του 1976, στον δημοσιογράφο των Times, Mario Modiano, ο πρωτοκλασάτος υπουργός ανέφερε: «…καμία από τις ελληνοτουρκικές διαφορές δεν είναι οικονομική ή κοινωνική. Η Ελλάδα δεν έχει λόγο να ανταγωνίζεται την Τουρκία σε αυτούς τους τομείς καθότι το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι πολλαπλάσιο της Τουρκίας. Δεν θα προβάλλουμε ποτέ εμπόδια σε όποια μέτρα παρθούν από τα κράτη μέλη της ΕΟΚ και ευνοούν την Τουρκία. Συνέφερε την Ελλάδα να βελτιωθεί το βιοτικό επίπεδο της Τουρκίας καθότι έτσι ίσως αμβλυνόταν η τουρκική επιθετικότητα απέναντι στην Ελλάδα».
Η ελληνική πρόταση για το Κυπριακό
Την ίδια περίοδο, ο Βύρων Θεοδωρόπουλος, ο ισχυρός άνδρας της ελληνικής διπλωματίας, είχε πει σε έναν Ευρωπαίο αξιωματούχο για το Κυπριακό: «εάν οι Τούρκοι αποδείξουν ότι το πρόβλημα είναι οικονομικό και όχι εδαφικό, οι λύσεις είναι πάντοτε δυνατές». Οι Έλληνες ιθύνοντες σκαρφίστηκαν έναν «πρωτότυπο» τρόπο για να κάνουν την Τουρκία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την κατεχόμενη Κύπρο.Διαμήνυαν στους Ευρωπαίους να πείσουν τους Τούρκους πως θα βελτίωναν την οικονομική τους κατάσταση, περιορίζοντας τις στρατιωτικές τους δαπάνες και αποσύροντας τα κοστοβόρα κατοχικά στρατεύματα από τη Μεγαλόνησο. Το πρόβλημα όμως με αυτή τη λογική ήταν πως πολύ απλά «κανείς στην ΕΟΚ δεν αντιμετώπιζε το πρόβλημα υπό αυτό το πρίσμα» όπως είπε τότε σκωπτικά αξιωματούχος του γερμανικού υπουργείου Εξωτερικών.
Απεναντίας μάλιστα, οι Βρυξέλλες ομολογούσαν πως έσφαλλαν που δεν είχαν βοηθήσει οικονομικά την Τουρκία, όπως είχε πει ο τότε πρόεδρος της Κομισιόν François-Xavier Ortoli στον Παπαληγούρα. Με άλλα λόγια, πήγαμε για μαλλί και βγήκαμε κουρεμένοι. Το σημαντικότερο είναι ότι η ίδια η Τουρκία βρισκόταν σε τελείως διαφορετική λογική.
Τα ρόδινα τουρκικά οικονομικά
Όσο ο Παπαληγούρας και οι Ευρωπαίοι συνομιλητές του προσπαθούσαν να εντοπίσουν φόρμουλες να βοηθήσουν την τουρκική οικονομία, ώστε να γίνει λιγότερο επιθετική η γειτονική χώρα, η ιστορία συνεχιζόταν και οι θεωρίες διαμορφώνονταν σε αντίθεση με την πραγματικότητα.Η διασύνδεση της επιθετικότητας ενός κράτους και του χαμηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος δεν είναι μια θεωρία δίχως βάση. Ωστόσο, στην περίπτωση της Τουρκίας δεν λειτουργεί. Και θα δούμε τον λόγο. Αν παντρέψουμε τα νούμερα με τους ανθρώπους βλέπουμε ότι το βιοτικό επίπεδο των Τούρκων έχει εκτιναχθεί από την δεκαετία του 1970.
Συγκριτική άνοδος του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εισοδήματος σε Ελλάδα και Τουρκία 1976-2016 (Παγκόσμια Τράπεζα).
|
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η χώρα του Ερντογάν βρίσκεται στην 65η θέση στη λίστα με το κατά κεφαλήν ΑΕΠ 195 χωρών (36η θέση για την Ελλάδα). Την δεκαετία του 1980 ο ένας στους δύο Τούρκους ήταν μακροχρόνια άνεργος, ενώ σήμερα το ποσοστό έπεσε στο 21% (στοιχεία ΟΟΣΑ).
Σύμφωνα με έρευνα του Amikam Nachmani, την περίοδο 1965-1998 η Τουρκία κατατασσόταν ως η 7η ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία ανάμεσα σε 30 χώρες. Το ΑΕΠ της τετραπλασιάζεται και το κατά κεφαλήν εισόδημα τριπλασιάζεται από τα 1.000 στα 3.224 δολάρια.
Η εντυπωσιακή αύξηση του ΑΕΠ της Τουρκίας από την χρονιά που έδωσε την συνέντευξη το Παπαληγούρας μέχρι το 2015 (Παγκόσμια Τράπεζα)
|
Λογικά, λοιπόν, θα έπρεπε να υπάρχει μια άμβλυνση της τουρκικής επιθετικότητας. Εντούτοις, τη δεκαετία του 1980 η Τουρκία δαπανούσε το 20,3% του ΑΕΠ σε στρατιωτικές δαπάνες, ενώ η Ελλάδα το 10,5%. Το 2014 κατρακύλησε στο 6,4% (η Ελλάδα 4,8%) σύμφωνα με στοιχεία του SIPRI. Άλλαξε κάτι; Μάλλον όχι.
Οι δύο χώρες να θυμίσουμε βρέθηκαν στα πρόθυρα πολέμου το 1987 και το 1996. Πιο πρόσφατα, το διάστημα 2009-2015 καταγράφηκαν 1765 παραβιάσεις ελληνικών χωρικών υδάτων από το τουρκικό πολεμικό ναυτικό/λιμενικό (στοιχεία ΓΕΕΘΑ), ενώ μόνο το 2014 η τουρκική πολεμική αεροπορία σημείωσε 2.224 παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου.
Όπως που είχε πει ο υποστράτηγος ε.α. και μέλος του Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών Ιπποκράτης Δασκαλάκης «η τάση αποφυγής πολεμικών περιπετειών εμφανίζεται σε υψηλά βιοτικά επίπεδα των λαών και όταν πλέον τα διαθέσιμα μέσα καθιστούν αντιπαραγωγική την καταφυγή σε συγκρούσεις, ενώ τα εθνικά συμφέροντα εξυπηρετούνται καλύτερα με άλλες μεθόδους. Η Τουρκία βρίσκεται εγγύτερα στο επεκτατικό εκείνο σημείο όπου μια ακμάζουσα νέα αστική τάξη με πλεόνασμα νεανικού πληθυσμού είναι ευάλωτη σε τυχοδιωκτισμούς. Μια παρατήρηση των σχετικών δεικτών της από το 1950 μέχρι σήμερα δεν επιβεβαιώνει την αρχικώς αναφερθείσα αντίληψη».
Αυτή η αντίληψη λέει ο Δασκαλάκης είναι μάλιστα «παραπλήσια με τη διαψευσθείσα αντίληψη της μείωσης των τριβών με την απομάκρυνση του στρατιωτικού κατεστημένου και αποκατάσταση της δημοκρατίας, καθώς η άνοδος του κατά κεφαλή εισοδήματος συνοδεύεται με αύξηση των επιθετικών εμπλοκών και αναθεωρητικών βλέψεων».
Η προϊούσα φασιστικοποίηση των Τούρκων
Διάφορες ρομαντικές απόπειρες να αναδείξουν τον ρόλο των πολιτών στην εξομάλυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχουν πέσει στο κενό. Κατά καιρούς μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινωνίας αντιστάθηκε στα αυταρχικά καθεστώτα (αναταραχές δεκαετίας 1970, Γκεζί 2013 κτλ.), αλλά δυστυχώς σημειώνεται μια διαχρονική κατίσχυση του κράτους έναντι της κοινωνίας των πολιτών (civil society).Να θυμηθούμε επίσης ότι στο δημοψήφισμα 2016, οι Τούρκοι έδωσαν έστω και οριακή πλειοψηφία στον Ερντογάν και τον κατέστησαν πανίσχυρο πρόεδρο. Τα λόγια του κοινωνιολόγου Cihan Tuğal ηχούν ανησυχητικά κάνοντας λόγο για «προϊούσα φασιστικοποίηση» της τουρκικής κοινωνίας τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια (βλ. Έφη Κάννερ, Σύγχρονα Θέματα τ. 132-133).
Από την οικογένεια στο σχολείο και από τον στρατό στην πολιτική η αυταρχικότητα έχει αντέξει σε οποιαδήποτε μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Ακόμα και ο αείμνηστος Τούρκος δημοσιογράφος Mehmet Ali Birand το παραδεχόταν. Τη δεκαετία του 1950 ένας Ισραηλινός διπλωμάτης ανέφερε σε έκθεσή του πως «υπεράνω όλων οι Τούρκοι σέβονται τη δύναμη και με όσο μεγαλύτερη ωμότητα εκφράζεται τόσο περισσότερο τους αρέσει την εκτιμούν και την αντιλαμβάνονται».
Εξαγώγιμη αυταρχικότητα
Και φυσικά το πρόβλημα ξεκινάει όταν αυτή η αυταρχικότητα περνάει στην εξωτερική πολιτική. Το καλοκαίρι του 2016 η πλειοψηφία των Τούρκων -τόσο των απόδημων όσο και εσωτερικού- στήριξε τον «δυναμικό» Ερντογάν μετά την απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του. Μολαταύτα, η Τουρκία ουσιαστικά δεν υπήρξε ποτέ δημοκρατική χώρα. Υπήρχαν πάντα στεγανά μεταξύ κράτους και λαού.Η δημοσιογράφος BARÇIN YİNANÇ έγραφε πριν λίγες μέρες: «Οι Τούρκοι ξέρουν τι σημαίνει πραγματικά πόλεμος. Πρώτα το Ιράκ μετά η Συρία, η Τουρκία βρίσκεται σε εμπόλεμη ζώνη για περισσότερο από δύο δεκαετίες. Οι Έλληνες πρέπει να εκτιμήσουν ότι είναι ευλογία να είσαι σχετικά μακριά από την εμπόλεμη ζώνη«.
«Ας ελπίσουμε ότι [Έλληνας υπουργός Άμυνας] θα περιορίζεται στον «πόλεμο λέξεων», αποφεύγοντας οποιαδήποτε κίνηση που θα μπορούσε να καταλήξει σε ανεπιθύμητα περιστατικά».
Η τουρκική κοινωνία ανέκαθεν ήταν στο περιθώριο, χειραγωγούμενη από ένα ιδιότυπο στρατιωτικο-πολιτικό σύμπλεγμα. Υπάρχουν βέβαια και πλούσιες δημοκρατίες όπως οι ΗΠΑ που είναι εξίσου επιθετικές (βλ. έρευνα του Richard Ned Lebow).
Πάντως, το σίγουρο είναι ότι αυτές τις ημέρες, ΗΠΑ και Τουρκία κάνουν ένα μπραντεφέρ στη βόρεια Συρία με τον λογαριασμό να τον πληρώνουν οι ούτως ή άλλως φτωχοί Κούρδοι.
slpress.gr
COMMENTS