Η προϊστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων τις τελευταίες δεκαετίες, άλλωστε, τείνει να εδραιώσει και στους νεοοθωμανούς την πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι πρακτικά ανίκανη και πολιτικά απρόθυμη να απαντήσει κατά τρόπο που να προκαλέσει κόστος στην Τουρκία.
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός –
Τον Φεβρουάριο του 2017, τουρκική κανονιοφόρος είχε εντός ελληνικών χωρικών υδάτων στο Φαρμακονήσι ρίψει πυρά, γεγονός που είχε υποχρεώσει τον Έλληνα υπουργό Εξωτερικών να προειδοποιήσει την Τουρκία ότι πλησίασε πολύ να πατήσει τις κόκκινες γραμμές. Το μήνυμα ήταν σαφές, αλλά στην Άγκυρα δεν το έλαβαν σοβαρά υπόψη, τουλάχιστον αν κρίνουμε από τα όσα ακολούθησαν. Δεν φαίνεται να τους πείθουν οι διαβεβαιώσεις του Κοτζιά ότι η οικονομική κρίση δεν έχει κάμψει ούτε την αποφασιστικότητα της Αθήνας, ούτε τη δυνατότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων να υπερασπίσουν τα εθνικά συμφέροντα.
Η προϊστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων τις τελευταίες δεκαετίες, άλλωστε, τείνει να εδραιώσει και στους νεοοθωμανούς την πεποίθηση πως η Ελλάδα είναι πρακτικά ανίκανη και πολιτικά απρόθυμη να απαντήσει κατά τρόπο που να προκαλέσει κόστος στην Τουρκία. Αν και δεν ομολογείται δημοσίως, οι συνεχείς και κλιμακούμενες τουρκικές προκλήσεις, σε συνδυασμό με την απουσία αποτελεσματικών ελληνικών αντιμέτρων, έχουν προκαλέσει ρήγματα στην αξιοπιστία της ελληνικής αποτρεπτικής στρατηγικής.
Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο, επειδή ωθεί τον Ερντογάν να προχωρήσει παραπέρα στον δρόμο του τυχοδιωκτισμού. Το γεγονός, μάλιστα, ότι έχει καταστεί απόλυτος άρχων, χωρίς ηγετική ομάδα που να αναλύει ορθολογικά τις εκάστοτε συνθήκες και να φιλτράρει τις διαθέσεις του αρχηγού, αυξάνει τις πιθανότητες τυχοδιωκτικής ενέργειας, η οποία να παραβιάσει τις ελληνικές κόκκινες γραμμές. Τα γεγονότα, άλλωστε, έχουν αποδείξει ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει την τάση να αντιδρά σπασμωδικά και ενίοτε να παρασύρεται από τις παρορμήσεις του, αν και όπως όλοι οι αυταρχικοί ηγέτες έχει κι αυτός οξυμένο ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Το μήνυμα Κοτζιά, πάντως, δεν φαίνεται να είναι αποτρεπτική ρητορική χωρίς αντίκρισμα. Έχει ληφθεί η απόφαση ότι σε περίπτωση που οι Τούρκοι επιχειρήσουν να αποβιβάσουν κομάντος σε ελληνική βραχονησίδα θα ενεργοποιηθούν τα σχετικά επιτελικά σχέδια και η νησίδα θα εκκαθαρισθεί. Προφανώς, η Αθήνα δεν επιθυμεί τα πράγματα να φθάσουν σ’ αυτό το σημείο και γι’ αυτό εξαντλεί τα περιθώρια υπομονής, προκειμένου να μη ρίξει λάδι στη φωτιά.
Αντίστοιχες εντολές έχουν δοθεί στα σκάφη του Λιμενικού και του Πολεμικού Ναυτικού που περιπολούν στο ανατολικό Αιγαίο, καθώς και στις φρουρές που υπάρχουν στις διάφορες νησίδες. Γι’ αυτό και η φρουρά στη νησίδα Ρω προ ημερών αντέδρασε με προειδοποιητική ρίψη πυρών όταν είδε τουρκικό ελικόπτερο να προσεγγίζει.
Υπάρχει όριο
Όπως προκύπτει και από τα παραπάνω, υπάρχει ένα όριο για το τι μπορεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει μόνο με διπλωματικές ενέργειες και με απλή στρατιωτική παρακολούθηση.
Όταν αμφισβητηθεί εμπράκτως η εδαφική ακεραιότητα, η αντίδραση για την προάσπισή της καθίσταται μονόδρομος. Σύμφωνα με πληροφορίες, το σαφές αυτό ελληνικό μήνυμα έχει σταλεί όχι μόνο στην Άγκυρα, αλλά και στο ΝΑΤΟ και στην Ουάσιγκτον και στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν και κατά πόσο ο Ερντογάν ειδικά αυτή την περίοδο θα λάβει υπόψη του την ελληνική προειδοποίηση. Εν όψει των κρίσιμων εκλογών ερχόμενου Ιουνίου έχει ανάγκη από μία εύκολη νίκη, προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητές του να εκλεγεί και να καταστεί πρόεδρος-σουλτάνος. Προς την ίδια κατεύθυνση της σκλήρυνσης τον ωθεί και η συμμαχία του με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο νεοοθωμανός θα κάνει τα πάντα για να εκλεγεί. Έχει αποδείξει, άλλωστε, ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός. Υπενθυμίζουμε ότι το 2015, για να κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν δίστασε να ξαναστήσει κάλπες σε μερικούς μήνες, αφού προηγουμένως είχε τινάξει στον αέρα την ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, οδηγώντας την Τουρκία σε αιματοκύλισμα.
Υβριδικός πόλεμος
Κατά πάσα πιθανότητα, ο Ερντογάν θα συνεχίσει στην παραδοσιακή τουρκική γραμμή «ένα βήμα τη φορά». Όλα δείχνουν πως η Άγκυρα δεν θα διακινδυνεύσει μία ελληνοτουρκική σύρραξη, προβαίνοντας σε αποστολή κομάντος για την κατάληψη ελληνικής νησίδας. Εάν το έκανε, δεν θα άφηνε περιθώριο υπεκφυγής στην Αθήνα. Για λόγους που έχουμε αναλύσει σε προηγούμενα άρθρα, ο Ερντογάν δεν θέλει πόλεμο.
Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, θα περιορισθεί σε προκλήσεις που συνιστούν ένα είδος υβριδικού πολέμου, ο οποίος δεν δικαιολογεί γενικευμένη ελληνική στρατιωτική αντίδραση. Προφανώς, είναι διαφορετικής ποιότητας πρόκληση η αποβίβαση Τούρκων κομάντος σε ελληνική νησίδα από μία υπέρπτηση, μία παραβίαση των χωρικών υδάτων, ακόμα και από τη ρίψη βολών εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Από την άλλη πλευρά, όμως, αυτός ο υβριδικός πόλεμος καταπονεί τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, σπέρνει τον φόβο του πολέμου και εθίζει το πολιτικό σύστημα στην Αθήνα να αποδέχεται αυτό που πριν θεωρούσε κόκκινη γραμμή. Με άλλα λόγια, διαβρώνει την ελληνική αποτρεπτική στρατηγική.
Στο πλαίσιο αυτό, στο καλάθι των παραδοσιακών τουρκικών προκλήσεων έχουν προστεθεί τον τελευταίο καιρό και υπερπτήσεις μη επανδρωμένων τουρκικών αεροσκαφών, τα οποία έχουν κυρίως κατασκοπευτικό ρόλο, αλλά μπορούν και να πραγματοποιήσουν επιθέσεις στο έδαφος. Όπως είναι προφανές, η αναχαίτιση τέτοιων μη επανδρωμένων αεροσκαφών κοστίζει συγκριτικά πολύ σε καύσιμα και επίσης καταπονεί την ελληνική πολεμική αεροπορία. Οι Τούρκοι μπορούν να στέλνουν συνεχώς τέτοια αεροσκάφη.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως θα αντιδράσει η Αθήνα. Θα συμβεί ό,τι έχει συμβεί με τις παραβιάσεις και τις υπερπτήσεις των τουρκικών μαχητικών; Εάν γίνει ανεκτή αυτή η πρακτική, το αποτέλεσμα μπορούμε να το προβλέψουμε. Ο ελληνικός εναέριος χώρος θα «γεμίσει» από πτήσεις τέτοιων αεροσκαφών. Υπάρχει, βεβαίως, και η επιλογή τουλάχιστον για τις περιπτώσεις των υπερπτήσεων να ενεργοποιείται η αντιαεροπορική άμυνα. Αρχικά με προειδοποιητικά πυρά και εάν το τουρκικό μη επανδρωμένο δεν απομακρυνθεί άμεσα τα πυρά να έχουν σκοπό την κατάρριψη.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν και κατά πόσο ο Ερντογάν ειδικά αυτή την περίοδο θα λάβει υπόψη του την ελληνική προειδοποίηση. Εν όψει των κρίσιμων εκλογών ερχόμενου Ιουνίου έχει ανάγκη από μία εύκολη νίκη, προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητές του να εκλεγεί και να καταστεί πρόεδρος-σουλτάνος. Προς την ίδια κατεύθυνση της σκλήρυνσης τον ωθεί και η συμμαχία του με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο νεοοθωμανός θα κάνει τα πάντα για να εκλεγεί. Έχει αποδείξει, άλλωστε, ότι δεν ορρωδεί προ ουδενός. Υπενθυμίζουμε ότι το 2015, για να κερδίσει την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δεν δίστασε να ξαναστήσει κάλπες σε μερικούς μήνες, αφού προηγουμένως είχε τινάξει στον αέρα την ειρηνευτική διαδικασία με τους Κούρδους, οδηγώντας την Τουρκία σε αιματοκύλισμα.
Υβριδικός πόλεμος
Κατά πάσα πιθανότητα, ο Ερντογάν θα συνεχίσει στην παραδοσιακή τουρκική γραμμή «ένα βήμα τη φορά». Όλα δείχνουν πως η Άγκυρα δεν θα διακινδυνεύσει μία ελληνοτουρκική σύρραξη, προβαίνοντας σε αποστολή κομάντος για την κατάληψη ελληνικής νησίδας. Εάν το έκανε, δεν θα άφηνε περιθώριο υπεκφυγής στην Αθήνα. Για λόγους που έχουμε αναλύσει σε προηγούμενα άρθρα, ο Ερντογάν δεν θέλει πόλεμο.
Κατά πάσα πιθανότητα, λοιπόν, θα περιορισθεί σε προκλήσεις που συνιστούν ένα είδος υβριδικού πολέμου, ο οποίος δεν δικαιολογεί γενικευμένη ελληνική στρατιωτική αντίδραση. Προφανώς, είναι διαφορετικής ποιότητας πρόκληση η αποβίβαση Τούρκων κομάντος σε ελληνική νησίδα από μία υπέρπτηση, μία παραβίαση των χωρικών υδάτων, ακόμα και από τη ρίψη βολών εντός των ελληνικών χωρικών υδάτων.
Από την άλλη πλευρά, όμως, αυτός ο υβριδικός πόλεμος καταπονεί τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, σπέρνει τον φόβο του πολέμου και εθίζει το πολιτικό σύστημα στην Αθήνα να αποδέχεται αυτό που πριν θεωρούσε κόκκινη γραμμή. Με άλλα λόγια, διαβρώνει την ελληνική αποτρεπτική στρατηγική.
Στο πλαίσιο αυτό, στο καλάθι των παραδοσιακών τουρκικών προκλήσεων έχουν προστεθεί τον τελευταίο καιρό και υπερπτήσεις μη επανδρωμένων τουρκικών αεροσκαφών, τα οποία έχουν κυρίως κατασκοπευτικό ρόλο, αλλά μπορούν και να πραγματοποιήσουν επιθέσεις στο έδαφος. Όπως είναι προφανές, η αναχαίτιση τέτοιων μη επανδρωμένων αεροσκαφών κοστίζει συγκριτικά πολύ σε καύσιμα και επίσης καταπονεί την ελληνική πολεμική αεροπορία. Οι Τούρκοι μπορούν να στέλνουν συνεχώς τέτοια αεροσκάφη.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως θα αντιδράσει η Αθήνα. Θα συμβεί ό,τι έχει συμβεί με τις παραβιάσεις και τις υπερπτήσεις των τουρκικών μαχητικών; Εάν γίνει ανεκτή αυτή η πρακτική, το αποτέλεσμα μπορούμε να το προβλέψουμε. Ο ελληνικός εναέριος χώρος θα «γεμίσει» από πτήσεις τέτοιων αεροσκαφών. Υπάρχει, βεβαίως, και η επιλογή τουλάχιστον για τις περιπτώσεις των υπερπτήσεων να ενεργοποιείται η αντιαεροπορική άμυνα. Αρχικά με προειδοποιητικά πυρά και εάν το τουρκικό μη επανδρωμένο δεν απομακρυνθεί άμεσα τα πυρά να έχουν σκοπό την κατάρριψη.
COMMENTS